You are here

Βελτίωση τραπεζικού τομέα ΕΕ εντοπίζει η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών

16/01/2018 19:43

Συνεχής βελτίωση στην αποκατάσταση του τραπεζικού τομέα της ΕΕ, αλλά και κινδύνους σε ό,τι αφορά τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια (ΜΕΔ) και την κερδοφορία, εντοπίζει ο Πίνακας Ελέγχου Κινδύνων της Ευρωπαϊκής Αρχής Τραπεζών (ΕΑΤ), ο οποίος χρησιμοποιεί ποσοτικούς δείκτες κινδύνου, μαζί με τις απόψεις των τραπεζών και των αναλυτών της αγοράς, οι οποίες καταγράφονται σε ερωτηματολόγιο αξιολόγησης κινδύνου.   
 
Σύμφωνα με την ΕΑΤ, η οποία δημοσίευσε την Τρίτη τον συγκεκριμένο πίνακα, οι τράπεζες της ΕΕ συνέχισαν στο τρίτο τρίμηνο του 2017 να ενισχύουν τους δείκτες κεφαλαίων τους, σημειώνοντας ότι ο δείκτης CET1 ενισχύθηκε κατά 30 μονάδες βάσης, από 14,3% στο β `τρίμηνο του 2017 στο 14,6% στο τρίτο τρίμηνο του 2017.
 
Η ενίσχυση αυτή οφείλεται τόσο στην αύξηση των κεφαλαίων CET1 όσο και στη μείωση του συνολικού ποσού των ανοιγμάτων σε κινδύνους, κυρίως σε πιστωτικό κίνδυνο, υπογραμμίζει.

Σε σύγκριση με το προηγούμενο τρίμηνο, ο πλήρης δείκτης κεφαλαίων CET1 αυξήθηκε επίσης κατά 30 μονάδες βάσης σε 14,3%.
 
Σύμφωνα με την ΕΑΤ, το ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων διατηρήθηκε σε περιορισμένη πτωτική τάση, παρουσιάζοντας μείωση κατά 30 μονάδες βάσης, στο 4,2% κάτι που υποδηλώνει ότι, «αν και αργά, οι προσπάθειες των εποπτικών αρχών αποφέρουν καρπούς», όπως σημειώνει.
 
Ωστόσο, η ΕΑΤ αναφέρει ότι τα αποτελέσματα του ερωτηματολογίου αξιολόγησης κινδύνου υποδηλώνουν ότι «παραμένουν σημαντικά εμπόδια στην επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, όπως είναι οι μακρές και δαπανηρές δικαστικές διαδικασίες και η έλλειψη ρευστότητας στις δευτερογενείς αγορές μη εξυπηρετούμενων δανείων».
 
Από την άποψη αυτή, συνεχίζει, τα πρόσφατα δημοσιευμένα πρότυπα συναλλαγών για ΜΕΔ της ΕΑΤ είναι μια πρώτη συμβολή στη διεύρυνση της βάσης των επενδυτών και στη μείωση των ασύμμετρων πληροφοριών στη δευτερογενή αγορά.
 
Οι δείκτες κερδοφορίας βελτιώθηκαν ελαφρώς, αλλά οι βιώσιμες αποδόσεις παραμένουν ασαφείς για αρκετές τράπεζες, υπογραμμίζει.
 
Σε ετήσια βάση, ο μέσος όρος του Δείκτη Αποδοτικότητας Ιδίων Κεφαλαίων (ROE) αυξήθηκε κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες, στο 7,1% το τρίτο τρίμηνο του 2017, κυρίως λόγω της ετήσιας αύξησης των καθαρών εσόδων από συναλλαγές (8,9% το τρίτο τρίμηνο του 2017).
 
 Ωστόσο, η ευρεία διαφορά μεταξύ των χωρών (με το ROE να κυμαίνεται από -20,0% έως 18,1%), μαζί με τα υψηλά λειτουργικά έξοδα, συνεχίζει να εμποδίζει τις προοπτικές κερδοφορίας του ευρωπαϊκού τραπεζικού τομέα στο σύνολό του, τονίζει η ΕΑΤ.
 
Επίσης, η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών αναφέρει ότι τα αποτελέσματα του Ερωτηματολογίου Αξιολόγησης Κινδύνων δείχνουν ότι η κερδοφορία των τραπεζών παραμένει μια ανησυχία, παρόλο που οι τράπεζες, καθώς και οι αναλυτές της αγοράς, αναμένουν μικρή βελτίωση στο εγγύς μέλλον.
 
 Ο λόγος δανείων προς καταθέσεις συνέχισε να μειώνεται, φθάνοντας το 117,2% με πτώση 30 μονάδες βάση από το προηγούμενο τρίμηνο, ενώ ο δείκτης μόχλευσης παρέμεινε γενικά σταθερός, σημειώνοντας αύξηση 10 μονάδες βάσης από 5,3% (Q2 2017) σε 5,4% (Q3 2017).
 
Το Σεπτέμβριο του 2017, ο μέσος όρος του δείκτη κάλυψης ρευστότητας (LCR) ήταν 144,6%, πολύ πάνω από το απαιτούμενο όριο κάλυψης ρευστότητας για το 2017 (80%).
 
Όσον αφορά τις μελλοντικές χρηματοδότησης των τραπεζών της ΕΕ, τα αποτελέσματα του Ερωτηματολογίου Αξιολόγησης Κινδύνων της ΕΑΤ υποδηλώνουν ότι οι τράπεζες αναμένεται να αποκτήσουν περισσότερα εργαλεία για τις Ελάχιστες Απαιτήσεις ιδίων κεφαλαίων και επιλέξιμων υποχρεώσεων (MREL), παρόλο που θεωρούν την αβεβαιότητα σχετικά με τις συγκεκριμένες απαιτήσεις του MREL ως ένα περιορισμό στις εκδόσεις τους.