You are here

Νέες δαπάνες €1 δισ. μέχρι το 2020

19/05/2017 17:15
Αύξηση των δημοσίων δαπανών κατά €1 δισ. μέχρι το 2020 που θα προέλθει εν μέρει από αυξήσεις σε μισθούς προνοεί το στρατηγικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής 2018-2020.

Σύμφωνα με το στρατηγικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής 2018-2020, οι συνολικές δαπάνες για το 2020 προβλέπονται στα €7925 εκ. έναντι €6955 εκ. το 2016.

Το υπουργείο εκτιμά ότι το κράτος θα δαπανήσει €274 εκ. περισσότερα το 2020 για το κρατικό μισθολόγιο, που θα διογκωθεί στα €2.530 εκ. έναντι €2.256 εκ. που ήταν το 2016.

Θα προχωρήσει επίσης σε πρόσθετες δαπάνες €200 εκ. για κοινωνικές παροχές και €236 εκ. για κεφαλαιουχικές επενδύσεις.

Προβλέπονται επίσης πρόσθετες δαπάνες για εξυπηρέτηση του χρέους, που θα υποχωρήσει για πρώτη φορά το 2018 σε επίπεδα κάτω του 100%.

Το υπουργείο ελπίζει ότι η αύξηση των δαπανών θα καλυφθεί από ανάλογη αύξηση των εσόδων λόγω της ανάπτυξης της οικονομίας.

Τα έσοδα της γενικής κυβέρνησης αναμένεται να ανέλθουν το 2020 στα €8017 εκ. έναντι €7019 εκ. το 2016.

Η αύξηση των εσόδων συνδέεται με την αύξηση του ΑΕΠ, αν και σε ποσοστό είναι μεγαλύτερη από αυτή της αναμενόμενης μεγέθυνσης της οικονομίας.

Ο ρυθμός ανάπτυξης της οικονομίας προβλέπεται να ανέλθει στο 2,9% το 2017 ενώ οι προοπτικές για τα επόμενα έτη είναι ευοίωνες, σύμφωνα με το στρατηγικό πλαίσιο δημοσιονομικής πολιτικής 2018-2020.

Σημειώνεται ότι η συνεχιζόμενη βελτίωση του διαθέσιμου εισοδήματος, λόγω εν μέρει των σχετικά χαμηλών τιμών των ενεργειακών προϊόντων αλλά κυρίως λόγω της αύξησης στην απασχόληση, αναμένεται να συνεχίσουν να διατηρούν την ιδιωτική κατανάλωση σε ψηλά επίπεδα.

Από την άλλη πλευρά, η βελτίωση στην εξυπηρέτηση των δανειακών υποχρεώσεων, δύναται να έχει, σε κάποιο βαθμό, κάποιο αρνητικό αντίκτυπο στο διαθέσιμο εισόδημα.

Οι προοπτικές στον τομέα των επαγγελματικών και ναυτιλιακών υπηρεσιών αναμένονται να συνεχίσουν να είναι θετικές. Επίσης, όσον αφορά τον τομέα του τουρισμού, οι ενδείξεις για το 2017 είναι επίσης θετικές. Όπως και το 2016, καθοριστικές για την πορεία της κυπριακής οικονομίας το 2017 θα συνεχίσουν να είναι οι εξελίξεις στο χρηματοπιστωτικό τομέα και ειδικά το πολύ ψηλό ποσοστό των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Το εξωτερικό περιβάλλον και ειδικά η ρύθμιση της σχέσης του Ηνωμένου Βασιλείου με την Ε. πιθανόν να επηρεάσει αρνητικά την κυπριακή οικονομία.

Για το 2017, ο πληθωρισμός (ΕΔΤΚ) αναμένεται να μετατραπεί σε θετικό και να αυξηθεί στο 1.1%, κυρίως λόγω των υψηλότερων τιμών ενέργειας, αλλά και της αυξημένης ζήτησης.

Το ποσοστό ανεργίας το 2017 αναμένεται να σημειώσει περαιτέρω μείωση και να κυμανθεί γύρω στο 11,5% του εργατικού δυναμικού.

Σύμφωνα με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο, οι προοπτικές της κυπριακής οικονομίας μεσοπρόθεσμα αναμένεται να συνεχίσουν να παραμείνουν ευοίωνες. Με την αναδιάρθρωση του τραπεζικού συστήματος και την αναμενόμενη βελτίωση στη διαχείριση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, η ανάπτυξη αναμένεται να διατηρηθεί σε ψηλά επίπεδα. Το βελτιωμένο μακροοικονομικό περιβάλλον αναμένεται να έχει ως αποτέλεσμα την προσέλκυση ξένων επενδύσεων, οι οποίες θεωρούνται κλειδί για την κυπριακή οικονομία. Επιπρόσθετα, η δημοσιονομική πολιτική αναμένεται να συνεισφέρει θετικά στην ανάπτυξη, μέσω αυξημένων δαπανών για επενδύσεις.

Η εγχώρια ζήτηση και ειδικότερα η ιδιωτική κατανάλωση αναμένεται να συνεχίσει περίπου στα θετικά επίπεδα του 2016-2017, ενώ η ανεργία προβλέπεται να συνεχίσει την καθοδική της πορεία με ψηλότερους ρυθμούς. «Όλα τα πιο πάνω, σε συνδυασμό με τις θετικές προσδοκίες όσον αφορά τις επενδυτικές προοπτικές που διανοίγονται στον τομέα των μεταφορών, της ενέργειας και του τουρισμού, δημιουργούν θετικές προοπτικές για την κυπριακή οικονομία», αναφέρεται.

Επίσης, μεσοπρόθεσμα αναμένονται σημαντικές ξένες επενδύσεις, κυρίως για εμπλουτιστικές εργασίες στον τομέα του τουρισμού (μαρίνες Αγίας Νάπας και Πάφου και Καζίνο), της εκπαίδευσης (υποδομές Πανεπιστημίου Κύπρου), των μεταφορών (διαχείριση λιμανιού Λεμεσού από στρατηγικούς επενδυτές, λιμάνι Λάρνακας) και της ενέργειας (καινοτόμες υποδομές παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας).

Ταυτόχρονα όμως, επισημαίνονται δυνητικοί κίνδυνοι αποσταθεροποίησης της οικονομίας, όπως μια ενδεχόμενη αποσταθεροποίηση του τραπεζικού τομέα ή χαλάρωση της δημοσιονομικής πολιτικής. Η κυπριακή οικονομία δύναται να επηρεαστεί από τυχόν προβληματική έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την Ε.Ε., όπως και από την πορεία της ελληνικής οικονομίας. Επίσης, το ευρύτερο γεωπολιτικό περιβάλλον, συμπεριλαμβανομένης της εμπόλεμης κατάστασης στη Συρία και η γενικότερη κλιμάκωση της τρομοκρατίας, επαυξάνουν το κλίμα αβεβαιότητας για την παγκόσμια οικονομία. Επιπρόσθετα, καταλύτης για τις μεσοπρόθεσμες προοπτικές της κυπριακής οικονομίας θα καταστεί ενδεχόμενη επίλυση του πολιτικού προβλήματος. Οι επιπτώσεις για την οικονομία μεσοπρόθεσμα κρίνονται ως θετικές αλλά θα εξαρτηθούν από τις παραμέτρους που θα διέπουν τη συμφωνία αυτή.

Από πλευράς πραγματικής οικονομίας, σύμφωνα με το βασικό μακροοικονομικό σενάριο, το 2018 ο ρυθμός ανάπτυξης προβλέπεται να ανέλθει γύρω στο 2.9%, ενώ για τα έτη 2019 και 2020 αναμένεται να κυμανθεί στο 2.7%.

Στο πλαίσιο της ανάπτυξης της οικονομίας, ο ρυθμός πληθωρισμού (ΔΤΚ) για το 2018 προβλέπεται να κυμανθεί στο 1.0%, ενώ για τα έτη 2019 και 2020 προβλέπεται να ανέλθει στο 1.5% και 2.0% αντίστοιχα.

Το ποσοστό ανεργίας αναμένεται να μειωθεί γύρω στο 10.0% το 2018,, ακολούθως το 2019 να περιορισθεί στο 8.5% και το 2020 να μειωθεί περαιτέρω στο 7.0%.

Δημοσιονομικές Προοπτικές 2017

Σύμφωνα με τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις, οι εκτιμήσεις όσον αφορά τα δημόσια οικονομικά για το 2017, είναι ότι το πρωτογενές πλεόνασμα της γενικής κυβέρνησης θα ανέλθει γύρω στα €493 εκ. από τα €529 εκ. το 2016 ή ως ποσοστό του ΑΕΠ στο 2,6% σε σύγκριση με 3,0% τον προηγούμενο χρόνο.

Το δημοσιονομικό ισοζύγιο εκτιμάται ότι θα περιορισθεί στα €35 εκ. σε σύγκριση με €64 εκ. το 2016 ή ως ποσοστό του ΑΕΠ από το 0,4% το 2016 στο 0,2%, του ΑΕΠ.

Η υπερκάλυψη των δημοσιονομικών στόχων κατά την περίοδο του μακροοικονομικού προγράμματος και ιδιαίτερα κατά το 2016, η καλύτερη συγκριτικά επίδοση της οικονομίας από ότι αρχικά αναμενόταν, αλλά και η εφαρμογή μιας συνετούς υπό τις περιστάσεις δημοσιονομική πολιτική βασιζόμενη σε ένα ρεαλιστικό μακροοικονομικό σενάριο, διασφαλίζει τη διατήρηση των δημοσιονομικών επιτευγμάτων και την ικανοποίηση του Μεσοπρόθεσμου Δημοσιονομικού Στόχου.

Η εξέλιξη αυτή είναι σημαντική καθότι δημιουργείται η ευχέρεια υιοθέτησης μιας συνετής δημοσιονομικά στάσης επιτρέποντας τη διατήρηση υψηλών πλεονασμάτων μέχρι και 3% του ΑΕΠ, υποστηρίζοντας τη σταθερή μείωση του δημόσιου χρέους ως ποσοστό του ΑΕΠ με ικανοποιητικούς ρυθμούς.

Το 2018, 2019 και 2020 λόγω της αναμενόμενης περαιτέρω βελτίωσης του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, καθώς και της αύξησης των συντελεστών στις συνεισφορές στο Ταμείο Κοινωνικών Ασφαλίσεων από το 2019, ο ρυθμός ανάπτυξης των δημόσιων εσόδων αναμένεται να επιταχυνθεί με ποσοστό ύψους 3,4%, 4,3% και 3,4%.

Το πρωτογενές ισοζύγιο της γενικής κυβέρνησης, εκτιμάται ότι θα συνεχίσει να είναι πλεονασματικό και ότι θα διατηρηθεί γύρω στο 3,0% του ΑΕΠ κατά την περίοδο 2018-2020. Το κυκλικά διορθωμένο πρωτογενές ισοζύγιο, λαμβάνοντας υπόψη το προβλεπόμενο χάσμα από το δυνητικό ρυθμό ανάπτυξης, το οποίο προβλέπεται να είναι θετικό και να μεγεθύνεται για την περίοδο 2017-2020, χρησιμοποιώντας την κοινή μεθοδολογία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τις εκτιμήσεις του δυνητικού ΑΕΠ, προβλέπεται να είναι επίσης πλεονασματικό και να περιορισθεί από το 2,5% του ΑΕΠ το 2017, γύρω στο 1,5% του ΑΕΠ το 2020.

Λαμβάνοντας υπόψη τα πιο πάνω, εκτιμάται ότι το δημόσιο χρέος θα τεθεί σε πτωτική τροχιά από το 2017 και θα περιορισθεί στο 104,0% του ΑΕΠ. Ακολούθως, εκτιμάται ότι το δημόσιο χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, το 2018 και 2019 θα κατέλθει στο 99,7% και 94,6%, αντίστοιχα, ενώ το 2020 προβλέπεται να συρρικνωθεί περαιτέρω και να περιορισθεί στο 88,8% του ΑΕΠ.

Της Γεωργίας Χαννή