You are here

Ισχυρές πιέσεις στις ασφαλιστικές

23/12/2011 09:56
Ο τομέας των ασφαλιστικών εταιρειών αναμένεται να δεχθεί ισχυρές πιέσεις που θα συμπιέσουν τόσο την κερδοφορία όσο και την επάρκεια των εποπτικών κεφαλαίων τους, υποστηρίζει η Κεντρική Τράπεζα.

Ήδη, το εξάμηνο του 2011, τα καθαρά κέρδη του κλάδου μειώθηκαν κατά 97,6% σε σχέση με πέρσι.

Η απότομη μείωση οφείλεται σε μια ασφαλιστική εταιρεία του κλάδου ζωής, η οποία πραγματοποίησε σημαντικές ζημιές στο λογαριασμό εσόδων από επενδύσεις λόγω πώλησης ελληνικών κρατικών ομολόγων.

Τα αρνητικά αποτελέσματα του κλάδου ζωής επέδρασαν δυσμενώς και στο δείκτη συνολικού καθαρού κέρδους (μετά φόρων), ως ποσοστό επί των ιδίων κεφαλαίων, ο οποίος μειώθηκε στο 0,3%, σε σύγκριση με 11,2% το 2010.

Στο τελευταίο οικονομικό της δελτίο η εποπτική αρχή αναφέρει ότι η επιδείνωση του εγχώριου μακροοικονομικού κλίματος σε συντονισμένη επίδραση με την έντονη αβεβαιότητα στις αγορές, αναμένεται να συνεχίσουν να επιδρούν επιβαρυντικά στις προοπτικές του ασφαλιστικού τομέα.

Ειδικότερα, ο κίνδυνος μακροοικονομικού περιβάλλοντος, ο οποίος επηρεάζει άμεσα και σε σημαντικό βαθμό τους συμφυείς με τον τομέα ασφαλιστικούς αλλά και χρηματοοικονομικούς κινδύνους, διαγράφεται περαιτέρω αυξημένος σε σχέση με την προηγούμενη επισκόπηση του τομέα πριν ένα χρόνο.

Όπως σημειώνεται, το επιδεινούμενο οικονομικό κλίμα αποτελεί σημαντικό κίνδυνο τόσο για τη σύναψη νέων ασφαλιστήριων συμβολαίων όσο και για τη διατήρηση των υφιστάμενων συμβολαίων.

«Είναι πιθανόν όπως η διαβλεπόμενη επιβράδυνση στη ζήτηση ασφαλιστικών προϊόντων και ο ρυθμός ακύρωσης και εξαγοράς συμβολαίων ενισχυθούν περαιτέρω. Αυτό ενδέχεται να πλήξει περισσότερο τον κλάδο ζωής ένεκα της μεγαλύτερης ευαισθησίας του στις επικρατούσες οικονομικές συνθήκες. Σημαντικός ασφαλιστικός κίνδυνος παραμένει και ο κίνδυνος αύξησης των απαιτήσεων πέραν των αναλογιστικών τεχνικών προβλέψεων, κυρίως, όσον αφορά τις απαιτήσεις στο γενικό κλάδο», αναφέρεται.

Όπως υπογραμμίζει η ΚΤ, με δεδομένες πλέον τις αντίξοες εγχώριες μακροοικονομικές συνθήκες, οι ενισχυμένοι ασφαλιστικοί κίνδυνοι ενδέχεται να ασκήσουν έντονες πιέσεις στην κερδοφορία και κεφαλαιακή επάρκεια των ασφαλιστικών εταιρειών και σε μικρότερο βαθμό, τη ρευστότητά τους.

Αυτό δεν αποκλείει, επίσης, την πιθανότητα αύξησης των ασφαλίστρων από τις ασφαλιστικές εταιρείες με στόχο τη βελτίωση των αποτελεσμάτων τους.

Κίνδυνοι

Όσον αφορά τους διάφορους κινδύνους που αντιμετωπίζουν οι ασφαλιστικές εταιρείες, ο κίνδυνος αγοράς καταγράφεται σημαντικά επαυξημένος αφού η κλιμάκωση των ανησυχιών των αγορών σχετικά με την εν εξελίξει κρίση χρέους και η πιθανότητα ευρείας μετάδοσής της τροφοδοτούν την έντονη μεταβλητότητα των αγορών και ενισχύουν τις καθοδικές πιέσεις στις αγοραίες αξίες όλων σχεδόν των στοιχείων ενεργητικού.

Ειδικότερα, ο επαυξημένος κίνδυνος μετοχικών τίτλων και ο κίνδυνος επιτοκίου και περιθωρίου (χρεόγραφα) θα συνεχίσει να επιδρά αρνητικά στις αξίες του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου.

Η ευρύτητα και δριμύτητα της παρούσας οικονομικής συγκυρίας επιφέρει, ωστόσο, κινδύνους για όλα τα περιουσιακά στοιχεία, περιλαμβανομένου και του κίνδυνου σημαντικής μείωσης των αξιών ακίνητης περιουσίας.

Γενικά, μια ενδεχόμενη δραστική μείωση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων τους αναμένεται να επηρεάσει σημαντικά την κερδοφορία και να διαβρώσει περαιτέρω την κεφαλαιακή επάρκεια του τομέα.

Επιπλέον, το παρατεταμένο περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων, αν και με θετική επίδραση ως προς την αποτίμηση συγκεκριμένων υποχρεώσεων τους, σε συνδυασμό με την επαυξημένη μεταβλητότητα, καθίσταται περισσότερο επιβαρυντικό παρά ευνοϊκό.

Ενισχυμένος αποτιμάται και ο πιστωτικός κίνδυνος σε σχέση με πέρσι λόγω ομολόγων.

Η σημαντική ενίσχυση του πιστωτικού κινδύνου κρατών και η συνεπακόλουθη διάχυση του στον ευρύτερο εταιρικό τομέα, έχουν αυξήσει σημαντικά τον κίνδυνο αντισυμβαλλομένου (υπό τη μορφή αθέτησης υποχρέωσης ή υποβάθμισης της πιστοληπτικής ικανότητας του αντισυμβαλλομένου μέρους).

Ειδικότερα, κάτω από συνθήκες ενός ακραίου πιστωτικού γεγονότος, η άμεση ή έμμεση διασύνδεση των ασφαλιστικών εταιρειών τόσο με τον τραπεζικό τομέα και, σε μεγαλύτερο βαθμό, τον αντασφαλιστικό τομέα, καθιστά τον τομέα αυτό ευάλωτο στον κίνδυνο πιστωτικών γεγονότων.

Επιπλέον, η διατήρηση των ταμειακών διαθεσίμων και ισοδύναμων των υπό ανασκόπηση ασφαλιστικών εταιρειών σχεδόν αποκλειστικά σε καταθέσεις σε εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα, ενισχύει τόσο τον κίνδυνο συγκέντρωσης όσο και τον πιστωτικό κίνδυνο αντισυμβαλλομένου.

Πάντως, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα, οι ασφαλιστικές εταιρείες διαφαίνεται να διαθέτουν επαρκή ρευστότητα, ούτως ώστε να μπορούν να ανταποκριθούν έγκαιρα και επαρκώς στις προβλεπόμενες, τουλάχιστον, ανάγκες ρευστότητας.

Επίσης, ένα σημαντικό μέρος του επενδυτικού τους χαρτοφυλακίου αποτελείται από διαπραγματεύσιμους τίτλους, οι οποίοι σε περίπτωση σημαντικής έκτακτης ανάγκης μπορούν να ρευστοποιηθούν άμεσα ή σε εύλογο χρονικό διάστημα. Σημειώνεται ότι, κατά βάση, οι πιέσεις ρευστότητας που μπορεί να ασκηθούν στις ασφαλιστικές εταιρείες είναι χρονικά λιγότερο επιτακτικές, σε σύγκριση με εκείνες στον τραπεζικό τομέα.

Το ποσοστό μετοχικής συμμετοχής των εγχώριων τραπεζικών ιδρυμάτων σε ασφαλιστικές εταιρείες είναι σημαντικά μικρό σε σχέση με τα συνολικά ίδια κεφάλαιά τους. Ωστόσο, ο κίνδυνος μετάδοσης προβλημάτων από τον τραπεζικό τομέα προς τον ασφαλιστικό τομέα αν και σχετικά περιορισμένος, παραμένει υπολογίσιμος.

Λόγω της συγκέντρωσης των καταθέσεών τους σε πιστωτικά ιδρύματα και των σημαντικών επενδυτικών τοποθετήσεων του τομέα σε τραπεζικούς τίτλους, μετοχές και χρεόγραφα, καθώς και σε κρατικά αξιόγραφα, ο τραπεζικός τομέας και οι χρηματοοικονομικές αγορές καθίστανται πιθανοί δίαυλοι μετάδοσης κινδύνων προς τον ασφαλιστικό τομέα.

Προσδιοριστικοί παράγοντες για την άμβλυνση των εν λόγω κινδύνων θα αποτελέσουν οι εξελίξεις σχετικά με την προσπάθεια ανάσχεσης της κρίσης χρέους καθώς και η προοπτική εξυγίανσης των δημοσίων οικονομικών και επίτευξης μακροοικονομικής σταθερότητας.

Στο τέλος Ιουνίου 2011, ο εγχώριος ασφαλιστικός κλάδος αποτελείτο από 34 ασφαλιστικές εταιρείες με έδρα την Κύπρο από τις οποίες 26 διεξάγουν εργασίες εντός Κύπρου και 8 εκτός Κύπρου, 2 υποκαταστήματα/ θυγατρικές ξένων ασφαλιστικών εταιρειών με έδρα τους κράτος-μέλος της ΕΕ υπό το καθεστώς της ελεύθερης εγκατάστασης καθώς και 380 ασφαλιστικές εταιρείες με άδεια ελεύθερης παροχής υπηρεσιών.

Το σύνολο των περιουσιακών στοιχείων τους ανερχόταν τέλος Ιουνίου 2011 στα €2,9 δισ. παρουσιάζοντας μείωση 2,6% σε σχέση με το τέλος του 2010.

Της Γεωργίας Χαννή