You are here

Επιβεβαίωση αξιολογήσεων Κύπρου από DBRS

01/04/2023 00:59

Ο οίκος αξιολόγησης DBRS επιβεβαίωσε τη μακροπρόθεσμη αξιολόγηση της Κύπρου σε ξένο και εγχώριο νόμισμα σε BBB. Ταυτόχρονα, επιβεβαίωσε τις βραχυπρόθεσμες αξιολογήσεις σε ξένο και εγχώριο νόμισμα στο R-2 (ψηλό). Οι προοπτικές για όλες τις βαθμολογίες είναι σταθερές.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του οίκου, οι σταθερές προοπτικές εξισορροπούν την πρόσφατη δημοσιονομική δυναμική έναντι σημαντικών καθοδικών κινδύνων για τις δημοσιονομικές και οικονομικές προοπτικές.

Επισημαίνεται ότι το δημοσιονομικό ισοζύγιο έχει βελτιωθεί σημαντικά το 2022. Το ισοζύγιο του προϋπολογισμού της γενικής κυβέρνησης μετατράπηκε σε πλεόνασμα 2,3% του ΑΕΠ από έλλειμμα 1,7% το 2021, λόγω της μεγάλης μείωσης των μέτρων στήριξης για τον COVID-19. Επιπλέον, τα ονομαστικά φορολογικά έσοδα ενισχύθηκαν από τον υψηλό πληθωρισμό και την ισχυρή οικονομική ανάπτυξη με το πραγματικό ΑΕΠ να αυξάνεται κατά 5,6% το 2022.

«Αυτή η ευνοϊκή δημοσιονομική και οικονομική δυναμική συνέβαλε στην αισθητή πτώση του δείκτη του δημόσιου χρέους προς το ΑΕΠ σε ένα αν και ακόμη υψηλό 86,5% το 2022 από 101,0% το 2021», προστίθεται.

Κατά την άποψη του οίκου, η διατήρηση αυτής της πτωτικής τάσης στις μετρήσεις του χρέους είναι το κλειδί για την αύξηση της ανοδικής πίεσης στην αξιολόγηση.

O οίκος αναμένει από τη νέα κυβέρνηση να παραμείνει προσηλωμένη στη δημοσιονομική σύνεση. Επιπλέον, αναφέρεται, η μελλοντική δυναμική της οικονομικής ανάπτυξης είναι πιθανό να υποστηριχθεί από το άνοιγμα τουριστικών εγκαταστάσεων μεγάλης κλίμακας και τις εισροές κεφαλαίων από το ΕΕ Next Generation. Ταυτόχρονα, σημειώνεται ότι οι οικονομικές και δημοσιονομικές προοπτικές εκτίθενται σε σημαντικούς καθοδικούς κινδύνους, όπως η περαιτέρω κλιμάκωση της σύγκρουσης στην Ουκρανία και η πρόσφατη αξιοσημείωτη αύξηση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής ευθραυστότητας.

Πιέσεις από ΓεΣΥ και ΚΕΔΙΠΕΣ

Ο οίκος αναφέρει ότι μέτριες δημοσιονομικές πιέσεις είναι πιθανό να προκληθούν από το Εθνικό Σύστημα Υγείας και τη σχεδιαζόμενη επέκταση της ΚΕΔΙΠΕΣ. 

Προκειμένου να αποφευχθούν οι κατασχέσεις ευάλωτων νοικοκυριών, η ΚΕΔΙΠΕΣ προγραμματίζεται να αποκτήσει επιλέξιμες πρωτογενείς κατοικίες (αγοραία αξία κάτω των €250.000) που έχουν χρησιμοποιηθεί ως εξασφάλιση σε ΜΕΔ και να παραχωρήσει αυτές τις κατοικίες σε ευάλωτα νοικοκυριά. 

Ο οίκος εκτιμά ότι το δημοσιονομικό κόστος για την επέκταση της ΚΕΔΙΠΕΣ υπολογίζεται συνολικά σε περίπου 0,7% του ΑΕΠ για τα έτη 2023 και 2024 δεν έχει μέχρι στιγμής ενσωματωθεί στις δημοσιονομικές προβλέψεις της κυβέρνησης.

«Ένας σημαντικός καθοδικός κίνδυνος για τους δημοσιονομικούς λογαριασμούς είναι μια ισχυρότερη από την αναμενόμενη αποδυνάμωση της οικονομικής δραστηριότητας που πιθανότατα θα επιβάρυνε τα φορολογικά έσοδα. Γενικά, πιθανές μελλοντικές αλλαγές στη διεθνή φορολογία των εταιρειών αποτελούν παράγοντα κινδύνου για τα δημόσια οικονομικά δεδομένου του σχετικά υψηλού μεριδίου της Κύπρου στα δημοσιονομικά έσοδα που προέρχονται από αυτή την πηγή», προστίθεται.

Τα έσοδα από το φόρο εισοδήματος των επιχειρήσεων ανήλθαν σε μεγάλο ποσοστό 6,5% του ΑΕΠ το 2021 σε σύγκριση με μέσο όρο 3,1% για τις χώρες του ΟΟΣΑ.

Η αστάθεια θα κτυπήσει την οικονομία

Τονίζεται ότι ενώ η ανθεκτικότητα του μεγάλου εγχώριου τραπεζικού τομέα σε ένα διεθνές χρηματοοικονομικό σοκ υποστηρίζεται από πολύ ισχυρά αποθέματα ρευστότητας, μια πιθανή περαιτέρω αύξηση της παγκόσμιας χρηματοοικονομικής αστάθειας μπορεί να αποδυναμώσει την εξωτερική και εσωτερική ζήτηση σε σχέση με την κυπριακή οικονομία και, ως εκ τούτου, να επιβαρύνει τα φορολογικά έσοδα.

Μια υψηλότερη από την αναμενόμενη επιβράδυνση της οικονομικής ανάπτυξης μπορεί να περιορίσει την πρόσφατη ευνοϊκή δυναμική του δημόσιου χρέους. 

Εκτός από ένα πιθανό αναπτυξιακό σοκ, κίνδυνοι για τη δυναμική του χρέους ενδέχεται να προκύψουν από πιθανή πραγματοποίηση ενδεχόμενων υποχρεώσεων στον τραπεζικό τομέα που σχετίζεται με το ακόμη υψηλό  απόθεμα μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό σύστημα παλαιού τύπου.

Όπως αναφέρεται, το συνολικό ενεργητικό των τραπεζών ανήλθε στο 275% του ΑΕΠ τον Σεπτέμβριο του 2022.

Επιπλέον, τονίζεται, η πρόσφατη αύξηση των επιτοκίων –αν παραταθεί– ενδέχεται να αυξήσει το κόστος χρηματοδότησης της κυβέρνησης, το οποίο  μειώθηκε αισθητά τα τελευταία χρόνια.

Η επιβάρυνση των επιτοκίων της κυβέρνησης ανήλθε σε μέτριο 1,5% του ΑΕΠ το 2022, από 3,3% το 2014. Ωστόσο, βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα, οι κίνδυνοι από την αύξηση των επιτοκίων χρηματοδότησης μετριάζονται από το ευνοϊκό προφίλ χρέους λόγω της επέκτασης της μέσης διάρκειας του χρέους τα τελευταία χρόνια.

Η σταθμισμένη μέση ληκτότητα του δημόσιου χρέους διαμορφώθηκε στα 7,3 έτη το 2022, από 4,5 έτη το 2012.

Επιπλέον, αναφέρεται, οι πιθανοί κίνδυνοι βραχυπρόθεσμης χρηματοδότησης μετριάζονται από το μεγάλο απόθεμα μετρητών της κυβέρνησης που ανερχόταν στο 9,7% του ΑΕΠ το Δεκέμβριο του 2022 και καλύπτεται περίπου το 68% των συνολικών εξαγορών χρέους κατά το 2023 και το 2024.

Οι κίνδυνοι για την ποιότητα του ενεργητικού των τραπεζών έχουν μειωθεί σημαντικά τα τελευταία χρόνια, αλλά εξακολουθούν να είναι υψηλότεροι από ό,τι στις περισσότερες άλλες χώρες της ΕΕ.

Πιστωτική αδυναμία τα ΜΕΔ παλαιού τύπου

Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό σύστημα από την κρίση του 2012-2013 παραμένει πιστωτική αδυναμία. Αν και ο δείκτης ΜΕΔ μειώθηκε σημαντικά από 46,4% το Δεκέμβριο του 2016 σε 9,5% το Δεκέμβριο του 2022 κυρίως λόγω των πωλήσεων και των διαγραφών προβληματικών δανείων, εξακολουθεί να είναι σημαντικά υψηλότερος από ό,τι στις περισσότερες άλλες οικονομίες της Ευρωζώνης. Ο μέσος δείκτης ΜΕΔ των οικονομιών της ζώνης του ευρώ διαμορφώθηκε στο 2,9% τον Σεπτέμβριο του 2022.

Στο μέλλον, αναμένεται η πρόσφατη ισχυρή αύξηση των επιτοκίων, να αυξήσει το βάρος εξυπηρέτησης του χρέους των νοικοκυριών και των εταιρειών, καθώς τα περισσότερα εγχώρια δάνεια έχουν κυμαινόμενο επιτόκιο ποσοστά. 

Επιπλέον, σημειώνεται ότι το απόθεμα των δανείων του Σταδίου 2, αν και μειώθηκε, εξακολουθεί να είναι αισθητά πάνω από τα προ πανδημίας επίπεδα. Τα δάνεια του Σταδίου 2 αντιπροσώπευαν το 12% των ακαθάριστων δανείων τον Δεκέμβριο του 2022, από 9% τον Δεκέμβριο του 2019. Η αύξηση των δανείων του Σταδίου 2 οφείλεται σε ανοίγματα προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις και ενδέχεται να υποδηλώνει αυξανόμενους κινδύνους ποιότητας του ενεργητικού.

Αντίθετα, η χρηματοπιστωτική σταθερότητα υποστηρίζεται από την ισχυρή κεφαλαιοποίηση του τραπεζικού τομέα, η οποία έχει βελτιωθεί τα τελευταία χρόνια.
 Ο μέσος δείκτης κεφαλαίων 
Tier 1 ανήλθε σε ισχυρό 20,6% τον Σεπτέμβριο του 2022 σε σύγκριση με 15,9% το Δεκέμβριο του 2016.

Επιπλέον, ο τραπεζικός τομέας έχει δημιουργήσει πολύ ισχυρά αποθέματα ρευστότητας τα τελευταία χρόνια καθώς μεγάλη εισροή καταθέσεων κατοίκων από νοικοκυριά και επιχειρήσεις διοχετεύτηκε κυρίως σε μετρητά των τραπεζών. 

Τα μετρητά και οι καταθέσεις αντιπροσώπευαν το 37% του συνολικού ενεργητικού το Σεπτέμβριο του 2022. Αντίθετα, το σχετικό μέγεθος του χαρτοφυλακίου εγχώριων δανείων μειώθηκε λόγω της απομόχλευσης νοικοκυριών και επιχειρήσεων στον απόηχο της κρίσης 2012-2013. 

Το ιδιωτικό μη χρηματοοικονομικό χρέος (εκτός από τις SPEs) μειώθηκε στο 169% του ΑΕΠ το Σεπτέμβριο του 2022 από 282% τον Μάρτιο του 2015 και βρίσκεται τώρα σε παρόμοιο επίπεδο με αυτό των περισσότερων άλλων οικονομιών της ζώνης του ευρώ.

Οι αξιολογήσεις BBB υποστηρίζονται από ένα σταθερό πολιτικό περιβάλλον, τις υγιείς δημοσιονομικές και οικονομικές πολιτικές της κυβέρνησης τα τελευταία χρόνια και το ευνοϊκό προφίλ του δημόσιου χρέους. Επιπλέον, αν και οι δείκτες διακυβέρνησης έχουν αποδυναμωθεί τα τελευταία χρόνια, ο οίκος συνεχίζει να θεωρεί την ένταξη της χώρας στην ΕΕ ως σημαντική βάση για τη θεσμική ποιότητα. 

Αντίθετα, η Κύπρος αντιμετωπίζει επίσης σημαντικές προκλήσεις λόγω της υψηλής ακόμη επιβάρυνσης του δημόσιου χρέους και του συγκριτικά χαμηλού επιπέδου παραγωγικότητας της εργασίας της οικονομίας. 

Επιπλέον, οι αξιολογήσεις της Κύπρου συνεχίζουν να περιορίζονται από το μικρό μέγεθος της οικονομίας της που βασίζεται στις υπηρεσίες, γεγονός που την καθιστά ευάλωτη σε εξωτερικούς κραδασμούς.

Οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να αναβαθμιστούν εάν συμβεί ένα ή ένας συνδυασμός των παρακάτω:

(1) διατηρήσιμη οικονομική ανάπτυξη και διαρκής ισχυρή δημοσιονομική απόδοση που οδηγεί σε περαιτέρω μείωση του δείκτη δημόσιου χρέους. 

(2) στοιχεία αυξημένης οικονομικής ανθεκτικότητας και αύξησης των επιπέδων παραγωγικότητας της εργασίας.

Οι αξιολογήσεις θα μπορούσαν να υποβαθμιστούν εάν συμβεί ένα ή συνδυασμός των παρακάτω:

(1) σημαντική επιδείνωση της τροχιάς του δημόσιου χρέους, πιθανώς λόγω παρατεταμένης περιόδου ασθενούς ανάπτυξης, αυξανόμενων δημοσιονομικών πιέσεων ή υλοποίησης μεγάλων ενδεχόμενων υποχρεώσεων. 

(2) ουσιαστική αντιστροφή της πτωτικής τροχιάς στο απόθεμα των ΜΕΔ στον τραπεζικό τομέα.

Της Γεωργίας Χαννή