You are here

Επιβεβαίωση ratings Κύπρου από Fitch

27/03/2021 06:05

Σε επιβεβαίωση των αξιολογήσεων της Κύπρου στο ΒΒΒ- προχώρησε ο οίκος αξιολόγησης Fitch διατηρώντας σταθερό το outlook.

Σύμφωνα με ανακοίνωση του οίκου, η βαθμολογία της Κύπρου αντικατοπτρίζει τη θεσμική της ισχύ όπως υπογραμμίζεται στους κατά κεφαλήν δείκτες ΑΕΠ και διακυβέρνησής της που είναι σύμφωνες με τη μέση τιμή «Α» και πολύ πάνω από τις χώρες της κατηγορίας «BBB» και ένα ρεκόρ ισχυρής οικονομικής ανάπτυξης και υγιούς δημοσιονομικής πολιτικής πριν από το σοκ του Covid-19. Αυτά τα πλεονεκτήματα εξισορροπούνται από τις αδυναμίες του ισολογισμού, ιδίως από το υψηλό δημόσιο χρέος και από έναν αδύναμο τραπεζικό τομέα.

Η πανδημία οδήγησε σε μια βαθιά ύφεση το 2020, όπως και για πολλές άλλες χώρες. Το ΑΕΠ συρρικνώθηκε κατά 5,1% το 2020 έναντι της μέσης συρρίκνωσης 6,9% της κατηγορίας «BBB» και κατά μέσο όρο αύξηση 4,6% τα προηγούμενα πέντε χρόνια. Ο τουρισμός χτυπήθηκε ιδιαίτερα σκληρά, καθώς οι αφίξεις τουριστών και τα τουριστικά έσοδα μειώθηκαν κατά 85% το 2020, οδηγώντας την πτώση 17% στις εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών.

Ο οίκος προβλέπει ότι η ανάπτυξη θα ανακάμψει στο 3,5% το 2021 και 4,3% το 2022, σύμφωνα με τη δυναμική της ευρωζώνης και καθοδηγείται από την πενταπλή ζήτηση κατανάλωσης. Η ανάκαμψη θα κερδίσει πιθανώς μόνο το δεύτερο εξάμηνο του 2021, καθυστερημένη από το πρόσφατο κύμα της πανδημίας.

Σημειώνεται ότι υπάρχει μεγάλη αβεβαιότητα σχετικά με τον τουρισμό το 2021, δεδομένης της εξάρτησής του από αφίξεις από χώρες της Δυτικής Ευρώπης όπου ο εμβολιασμός είχε αργή έναρξη και οι ταξιδιωτικοί περιορισμοί αναμένεται να αρθούν μόνο σταδιακά. Η ανάπτυξη θα υποστηριχθεί από τα κονδύλια της επόμενης γενιάς της ΕΕ. Η Κύπρος έχει επιχορηγήσεις €1,2 δισ. (5,5% του ΑΕΠ) από το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάπτυξης για τα έτη 2021-2026. Η κυβέρνηση προτίθεται να φορτώσει εκ των προτέρων τις δαπάνες αυτών των πόρων, αν και τα σχέδια δεν έχουν ολοκληρωθεί.

Το έλλειμμα του προϋπολογισμού ήταν 5% του ΑΕΠ το 2020 σύμφωνα με προκαταρκτικά στοιχεία, σε σύγκριση με τα συνεχιζόμενα  δημοσιονομικά πλεονάσματα προ πανδημίας, τα οποία έφτασαν το 1,5% το 2019. Το έλλειμμα αντικατοπτρίζει τις δαπάνες που σχετίζονται με την πανδημία και τη μείωση των εσόδων λόγω της ύφεσης.

Ο προϋπολογισμός του 2021 εγκρίθηκε στο Κοινοβούλιο στις 21 Ιανουαρίου 2021, μετά από καθυστέρηση για πολιτικούς λόγους, και οι αρχές αναμένουν ότι το έλλειμμα του προϋπολογισμού θα είναι περίπου 2,7% -3% του ΑΕΠ.

Οι  Fitch προβλέπουν δημοσιονομικό έλλειμμα στο 3,6% του ΑΕΠ το 2021 και 2,5% το 2022. Η μείωση του ελλείμματος αναμένεται να είναι κυρίως κυκλική, καθώς δεν αναμένεται σημαντική διαρθρωτική δημοσιονομική εξυγίανση έως το 2022.

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επέκτεινε την αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων της έως το 2022 και η τελευταία της καθοδήγηση ενθαρρύνει τα μέλη της ευρωζώνης να υποστηρίξουν την ανάκαμψη και να επικεντρωθούν στην αντιμετώπιση των βραχυπρόθεσμων συνεπειών της πανδημίας.

Το ακαθάριστο δημόσιο χρέος αυξήθηκε στο 118% του ΑΕΠ το 2020, ξεπερνώντας το ανώτατο όριο του 109% το 2014 και πολύ πάνω από το μέσο όρο 53% της κατηγορίας «BBB». Η αύξηση 24 ποσοστιαίων μονάδων (σχεδόν διπλάσια από την αύξηση 14 μονάδων στην ευρωζώνη) οφειλόταν εν μέρει μόνο σε θεμελιώδη στοιχεία που οδήγησαν στην πανδημία, καθώς τα αποθέματα μετρητών αυξήθηκαν σημαντικά σε πάνω από το 15% του ΑΕΠ καθώς η χώρα επωφελήθηκε από ευνοϊκές συνθήκες χρηματοδότησης.

Ο οίκος προβλέπει ότι ο δείκτης χρέους θα μειωθεί κατά περισσότερο από 10% του ΑΕΠ το 2021, κυρίως καθώς τα αποθεματικά μετρητών χρησιμοποιούνται για την εξόφληση χρέους. Η μείωση του χρέους θα οφείλεται στην αυστηρότερη πολιτική από το 2022 και το χρέος προβλέπεται να πέσει κάτω από το 100% το 2025.

Αδυναμία οι τράπεζες

Σύμφωνα με τον οίκο, ο μεγάλος τραπεζικός τομέας παραμένει μια αδυναμία σε σχέση με τις χώρες της κατηγορίας «BBB» παρά τη σημαντική πτώση των μη εξυπηρετούμενων χρηματοδοτικών ανοιγμάτων (NPEs) κατά τη διάρκεια του 2020.

Ο δείκτης τραπεζικού συστήματος Fitch (BSI) για τον ιδιαίτερα συγκεντρωμένο τραπεζικό τομέα παραμένει μεταξύ των ασθενέστερων μεταξύ των ονομαστικών κρατικών, στο «b».

Τα NPEs μειώθηκαν σε €4,7 δισ. (16,7% του συνόλου των δανείων) τέλος του 2020 από €8 δισ. στο τέλος του 2019, λόγω κυρίως των πωλήσεων περιουσιακών στοιχείων και των διαγραφών από τις δύο μεγαλύτερες τράπεζες.

Ο δείκτης κάλυψης του εναπομείναντος αποθέματος NPE είναι 44%, σύμφωνα με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Η κυβέρνηση σχεδιάζει ένα σχέδιο για τη διευκόλυνση της πώλησης ορισμένων NPE ενυπόθηκων δανείων στην κρατική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων, ΚΕΔΙΠΕΣ Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε περαιτέρω σημαντικές μειώσεις των NPEs, αλλά οι λεπτομέρειες, συμπεριλαμβανομένων των πιθανών φορολογικών δαπανών, δεν έχουν ακόμη οριστικοποιηθεί και δεν περιλαμβάνονται στις προβλέψεις του Fitch.

Τα NPEs θα μπορούσαν να αυξηθούν το 2021, καθώς το μορατόριουμ δανείων που σχετίζεται με την πανδημία, το οποίο κάλυπτε περίπου τα μισά δάνεια σε εκτέλεση, έληξε για τα περισσότερα δάνεια στα τέλη του 2020.

To έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών είχε διευρυνθεί πριν από την πανδημία στο 6,3% του ΑΕΠ το 2019 λόγω κυρίως της έντονης αύξησης των εισαγωγών. Ο αντίκτυπος της πανδημίας στον τουρισμό οδήγησε σε περαιτέρω επιδείνωση του ελλείμματος, το οποίο εκτιμάται ότι θα πλησιάσει το 10% το 2020. Το πλεόνασμα των καθαρών υπηρεσιών στον τρεχούμενο λογαριασμό ήταν 20% του ΑΕΠ το 2019 και είχε αυξηθεί κατά σωρευτικό 26% από το 2014, τονίζοντας τη σημασία του τουριστικού τομέα.

Ο οίκος προβλέπει ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών θα παραμείνει πάνω από το επίπεδο προ πανδημίας και θα υπερβεί το 8% του ΑΕΠ το 2021 και το 2022.

Οι κύριοι παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε θετική αξιολόγηση / αναβάθμιση είναι:

- Δημόσια οικονομικά: Απόδειξη ότι το δημόσιο χρέος επί του ΑΕΠ θα επιστρέψει σε σταθερή πτωτική τάση μεσοπρόθεσμα μετά την απότομη αύξηση το 2020, υποστηριζόμενη από τη μείωση των ενδεχόμενων υποχρεώσεων από τον τραπεζικό τομέα

- Διαρθρωτικά: Πρόοδος στη βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού στον τραπεζικό τομέα, σε συνάρτηση με τις χαμηλότερες χρεώσεις απομείωσης και την ενίσχυση της παροχής πιστώσεων στον ιδιωτικό τομέα

- Εξωτερικό: Μειωμένη ευπάθεια σε εξωτερικούς κραδασμούς, για παράδειγμα που προκύπτει από τη μείωση του ελλείματος τρεχουσών συναλλαγών.

Αντίθετα, οι κύριοι παράγοντες που θα μπορούσαν, μεμονωμένα ή συλλογικά, να οδηγήσουν σε αρνητική αξιολόγηση / υποβάθμιση είναι:

 - Δημόσια οικονομικά: Αποτυχία επιστροφής του δημόσιου χρέους / ΑΕΠ σε πτωτική πορεία, για παράδειγμα λόγω της διαρθρωτικής χαλάρωσης του φόρου, της αδύναμης ανάπτυξης ή της υλοποίησης ενδεχόμενων υποχρεώσεων

- Διαρθρωτικά: Αυξημένοι κίνδυνοι στον τραπεζικό τομέα, για παράδειγμα από τη σημαντική επιδείνωση της ποιότητας των περιουσιακών στοιχείων.

Της Γεωργίας Χαννή