You are here

Εγχώριος καθησυχασμός εν μέσω διεθνών ανησυχιών

21/03/2023 09:38

Οι κυπριακές τράπεζες δεν έχουν οποιανδήποτε έκθεση σε ομόλογα AT1 της Credit Suisse, συνεπώς το εγχώριο τραπεζικό σύστημα δεν θα υποστεί ζημιά σε σχέση με τα εν λόγω ομόλογα, διαβεβαίωσε χθες η Κεντρική Τράπεζα, τη στιγμή που σε διεθνές επίπεδο εξακολουθούν να επικρατούν ανησυχίες για περαιτέρω εξάπλωση της κρίσης του χρηματοπιστωτικού τομέα.

Τόσο η ΚΤ, όσο και το προεδρικό, παρέχουν διαβεβαιώσεις τις τελευταίες ημέρες για τους ψηλούς δείκτες κεφαλαιακής επάρκειας και ρευστότητας στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα, στοιχεία που όπως επισημαίνεται αυξάνουν σημαντικά την ανθεκτικότητα του.

Η διαπίστωση, εκφράστηκε και κατά τη διάρκεια της χθεσινής πρώτης συνάντησης μεταξύ του διοικητή της ΚΤ και του προέδρου της Δημοκρατίας, οι οποίοι εξέφρασαν ικανοποίηση για τις ενέργειες των ελβετικών αρχών για διασφάλιση της παγκόσμιας χρηματοπιστωτικής σταθερότητας.

Σε ανάλογες διαβεβαιώσεις προέβη και η επικεφαλής της ΕΚΤ Κριστίν Λαγκάρντ, σε σχέση με την έκθεση των τραπεζών της Ευρωζώνης στην Credit Suisse, σημειώνοντας ότι αυτή είναι «πολύ περιορισμένη» και ανέρχεται σε «εκατομμύρια» ευρώ.

Επαφές Ηροδότου με τράπεζες

Πέραν από τη συνάντηση με τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κωνσταντίνος Ηροδότου, έχει τις τελευταίες μέρες συναντήσεις ενημερωτικού χαρακτήρα με τις εμπορικές τράπεζες.

Σκοπός των συναντήσεων, σύμφωνα με τον εκπρόσωπο του Συνδέσμου Τραπεζών Ανδρέα Κωστουρή, είναι η ανταλλαγή απόψεων επί τρέχοντων θεμάτων, καθώς και το πώς περνούν από το «φίλτρο» των τραπεζών οι διεθνείς εξελίξεις.

Ο κ. Κωστουρής σημείωσε ότι οι εποπτικές κινήσεις των τελευταίων ετών λειτουργούν ευεργετικά, καθώς τα κεφάλαια των τραπεζών είναι πολλαπλάσια σε σχέση με το παρελθόν και η ποιότητα του χαρτοφυλακίου τους βελτιωμένη, με αποτέλεσμα να είναι καλύτερα θωρακισμένες.

Παραμένει η νευρικότητα

Σε διεθνές επίπεδο, η κίνηση διάσωσης της Credit Suisse, φαίνεται να μην έχει καθησυχάσει ουσιαστικά τις αγορές καθώς αντιμετώπισε μόνο προσωρινά τις ανησυχίες των επενδυτών.

Οικονομολόγοι εκτιμούν ότι η νευρικότητα θα παραμείνει ενόσω το χρηματοπιστωτικό σύστημα προσπαθεί να ανταπεξέλθει στη σύσφιξη της νομισματικής πολιτικής των Κεντρικών Τραπεζών.

Ο οίκος αξιολόγησης DBRS αναφέρεται σε πιθανούς κινδύνους που μπορεί να προκύψουν για την οικονομία της Ελβετίας από την εξαγορά της Credit Suisse από την UBS.

Ο οικονομολόγος Τάσος Γιασεμίδης, δήλωσε ότι το μήνυμα που δίνουν οι εποπτικές αρχές με τις ενέργειές τους, είναι ότι θα επέμβουν εκεί όπου χρειάζεται για να διατηρηθεί η σταθερότητα και έχουν γίνει αποφασιστικές παρεμβάσεις για να υπάρξει εξομάλυνση της κατάστασης, σημείωσε.

Επεσήμανε ότι η Credit Suisse ήταν μια «προβληματική» τράπεζα, υποδεικνύοντας τα προβλήματα που μπορούν να προκύψουν με την αλλαγή της ψυχολογίας των καταθετών.

Για προβληματική τράπεζα, με τεράστια προβλήματα, έκανε λόγο και ο οικονομολόγος Στέλιος Πλατής, σημειώνοντας ότι μέχρι στιγμής δεν της είχε επιτραπεί να καταρρεύσει λόγω της συστημικότητάς της.

Πρόσθεσε ότι η Credit Suisse δεν αφέθηκε να ακολουθήσει την πορεία της Lehman Brothers, αλλά της δόθηκε περιθώριο να επιλύσει κάποια προβλήματα, παρά τα μαθήματα των προηγούμενων κρίσεων και τη δέσμευση για να μην ξαναδιασωθεί άλλη τράπεζα.

Σε ότι αφορά τον τρόπο με τον οποίο εισπράττει τις εξελίξεις η εγχώρια και διεθνής οικονομία, ο κ. Πλατής ανέφερε ότι επικρατεί ανησυχία και νευρικότητα στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα, σχετικά με την ικανότητα αντιμετώπισης της σύσφιξης της νομισματικής πολιτικής.

«Στο εξωτερικό υφίσταται και το θέμα των επενδύσεων των τραπεζών, καθώς οι αγορές ψάχνουν ποιες τράπεζες έχουν επενδύσεις σε ομόλογα που κατέγραψαν απώλειες», είπε, σημειώνοντας ότι ενόσω διαρκεί αυτή η στάση, θα υπάρχει νευρικότητα και τονίζοντας την ανάγκη να υπάρχουν stress tests ώστε το εγχώριο χρηματοπιστωτικό σύστημα να μπορεί να διαχειριστεί ό,τι προκύψει.

Προβληματισμός για αύξηση επιτοκίων

Σε ότι αφορά την κίνηση της ΕΚΤ να ανεβάσει τα επιτόκια παρά τις πιέσεις που προκαλεί η συγκεκριμένη πολιτική, ο κ. Γιασεμίδης χαρακτήρισε «άτυχη» την ΕΚΤ που ήταν η πρώτη Κεντρική Τράπεζα που έπρεπε να λάβει αποφάσεις μετά την πτώση των δύο αμερικανικών τραπεζών.

«Η ΕΚΤ ουσιαστικά επιβεβαίωσε προηγούμενη της απόφαση, επαναλαμβάνοντας ότι τα τραπεζικά συστήματα στην ευρωζώνη είναι κεφαλαιοποιημένα επαρκώς», σημείωσε. Επεσήμανε ότι τα δεδομένα θα επαναξιολογηθούν και ότι λαμβάνεται υπόψη το πώς η επιθετικότητα με την οποία αυξάνονται τα επιτόκια μπορεί να επηρεάσει τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα, καθώς οι Κεντρικές Τράπεζες αναζητούν τον «μαγικό αριθμό» που θα εξισορροπήσει τους στόχους τους.

Εξήγησε ότι η λογική πίσω από την αύξηση των επιτοκίων, είναι ότι αφαιρεί ρευστότητα από την αγορά, με αποτέλεσμα να μειώνεται η καταναλωτική ζήτηση και κατ’ επέκταση οι τιμές των αγαθών.

«Ενδεχομένως οι Κεντρικές Τράπεζες να είναι και μέρος του προβλήματος», είπε ο κ. Γιασεμίδης, προσθέτοντας ότι παρεχόταν αστόχευτα η ρευστότητα.

Ο κ. Κωστουρής σημείωσε ότι προβληματίζει διεθνώς το κατά πόσο το μέτρο της αύξησης των επιτοκίων υπήρξε αποτελεσματικό για την αποκλιμάκωση του πληθωρισμού, καθώς πέραν από τα θετικά στοιχεία έχει και αλυσιδωτές επιπτώσεις.

Ωστόσο, επεσήμανε ότι στην περίπτωση των τραπεζών που αντιμετώπισαν προβλήματα επικρατούσαν ειδικές συνθήκες, στις οποίες προστέθηκαν οι αποφάσεις πολιτικής για χαλιναγώγηση του πληθωρισμού και η απώλεια της εμπιστοσύνης καταθετών και επενδυτών.

Την Τετάρτη αναμένεται να συνεδριάσει και η Fed σε σχέση με τη νομισματική πολιτική, με τους οικονομολόγους της Goldman Sachs να αναμένουν ότι θα παρακάμψει την αύξηση των επιτοκίων αυτόν το μήνα, λόγω των πιέσεων που δέχεται το αμερικανικό τραπεζικό σύστημα μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank.

Της Μαρίας Χαμπή