You are here

ΔΝΤ: Ψηλοί οι κίνδυνοι για το δημόσιο χρέος

18/06/2021 07:25

Οι κίνδυνοι για τη βιωσιμότητα του χρέους της Κύπρου είναι υψηλοί και έχουν αυξηθεί λόγω του αντίκτυπου της πανδημίας, αναφέρει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Σε έκθεσή του για την Κύπρο, το ΔΝΤ σημειώνει ότι το εξαιρετικά χαμηλό κόστος χρηματοδότησης το οποίο αναμένεται να διατηρηθεί, θα προκαλέσει σημαντική επιβράδυνση για κάποιο χρονικό διάστημα.

«Τα επίπεδα χρέους παραμένουν πάνω από τα όρια κινδύνου κατά τη διάρκεια του ορίζοντα πρόβλεψης και η μείωση του χρέους θα μπορούσε προσωρινά να σταματήσει από ένα αρνητικό βραχυπρόθεσμο αναπτυξιακό σοκ ή από δημοσιονομικό σοκ, συμπεριλαμβανομένων των ενδεχόμενων υποχρεώσεων», τονίζεται.

Εάν υλοποιηθεί ένας συνδυασμός μακροοικονομικών κραδασμών και ενδεχόμενης υποχρέωσης, το δημόσιο χρέος θα ανέβει και θα παραμείνει σε πολύ υψηλό επίπεδο, επισημαίνεται.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι ακαθάριστες ανάγκες δημόσιας χρηματοδότησης αυξήθηκαν πρόσφατα και θα μπορούσαν να αυξηθούν περαιτέρω, αλλά αναμένεται να παραμείνουν κάτω από τα ψηλά όρια ευπάθειας.

Το δημόσιο χρέος αυξήθηκε απότομα το 2020, αντικατοπτρίζοντας την αρνητική αύξηση του ΑΕΠ και τη δημοσιονομική απάντηση στην πανδημία.

Επιπλέον, η κυβέρνηση εξέδωσε ευρωομόλογα €1,75 δισ. τον Απρίλιο του 2020 για να προχρηματοδοτήσει τις αναμενόμενες ανάγκες δαπανών και άρχισε να έχει πρόσβαση στα κεφάλαια SURE της ΕΕ, δημιουργώντας ένα μεγάλο απόθεμα μετρητών περίπου στο 20% του ΑΕΠ.

Ως αποτέλεσμα, ο δείκτης χρέους προς το ΑΕΠ αυξήθηκε κατά 25 ποσοστιαίες μονάδες σε πάνω από 119% στα τέλη του 2020.

Μείωση του χρέους στο 86% του ΑΕΠ σε βάθος 5ετίας

Σύμφωνα με το Ταμείο, το δημόσιο χρέος αναμένεται να επαναλάβει μια σταθερή πτώση από το 2021.

Οι προβλεπόμενες βελτιώσεις στα πρωτογενή υπόλοιπα και μια αρνητική διαφορά επιτοκίου-οικονομικής ανάπτυξης προς τα εμπρός θα υποστηρίξουν τη διαρκή μείωση του δημόσιου χρέους σε περίπου 86% του ΑΕΠ έως το 2026.

Οι ακαθάριστες ανάγκες δημόσιας χρηματοδότησης (GPFN) αναμένεται να παραμείνουν κάτω από το σημείο αναφοράς.

Όπως σημειώνεται, οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες της κυβέρνησης αυξήθηκαν στο 17,3% του ΑΕΠ το 2020 από 13,3% του ΑΕΠ το 2019, αλλά θα παραμείνουν πολύ κάτω από το σημείο αναφοράς για τις προηγμένες οικονομίες (20% του ΑΕΠ) κατά τη διάρκεια του ορίζοντα προβολής.

Στο μέλλον, οι αρχές σκοπεύουν να εκδίδουν μεσοπρόθεσμα ή μακροπρόθεσμα ευρωομόλογα κάθε χρόνο για να διατηρούν ένα αποθεματικό ταμειακών πόρων επαρκές για την κάλυψη των ακαθάριστων χρηματοδοτικών αναγκών σε εννεάμηνη προθεσμιακή βάση.

Κίνδυνος για τη βιωσιμότητα του χρέους τα ΜΕΔ

Τονίζεται ότι και τα υψηλά ΜΕΔ ενέχουν κίνδυνο για τη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους.

Σε ότι αφορά την πώληση της ΣΚΤ, σημειώνεται ότι ως μέρος της πώλησης, η κυβέρνηση συμφώνησε σε ένα Σύστημα Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων (APS) που καλύπτει το χαρτοφυλάκιο δανείων (€2,6 δισ.) που μεταφέρθηκε στην Ελληνική Τράπεζα (HB), αν και η ενδεχόμενη απώλεια στην οποία εκτίθεται η κυβέρνηση εκτιμάται ότι θα είναι πιθανώς πολύ μικρότερη .

Επιπλέον, σημειώνεται ότι ο ευρύτερος κίνδυνος από τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια σε άλλες συστημικές τράπεζες θα μπορούσε να μεταδοθεί στον ισολογισμό της κυβέρνησης εάν δεν μπορούν να καλυφθούν υψηλότερες ανάγκες παροχής και ανακεφαλαιοποίησης μέσω ιδιωτικής χρηματοδότησης.

Σενάρια για την πορεία του χρέους

Από την άλλη πλευρά, το βασικό σενάριο προϋποθέτει συντηρητικά μηδενική ανάκαμψη από τα ΜΕΔ στη δημόσια εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων (AMC).

Όπως αναφέρεται στην έκθεση, το σημερινό υψηλό επίπεδο δημόσιου χρέους της Κύπρου το αφήνει επίσης ευάλωτο σε μακροοικονομικά σοκ.

Ο δείκτης δημόσιου χρέους της Κύπρου αναμένεται να μειωθεί γύρω στο επίπεδο αναφοράς για τις προηγμένες οικονομίες (85% του ΑΕΠ) μόνο το 2026.

Εάν οι δυσμενείς διαταραχές στην ανάπτυξη και το πρωτογενές ισοζύγιο είναι πιο πιθανές εξελίξεις, το δημόσιο χρέος προς το ΑΕΠ θα μπορούσε να παραμείνει πάνω από 100% έως το 2026 με πιθανότητα 40%.

Σε περίπτωση ατομικών μακροοικονομικών κραδασμών μικρής διάρκειας ή ενός διαρκούς σεναρίου που αντιστοιχεί σε ιστορικά ανεπιθύμητα επεισόδια ανάπτυξης και του πρωτογενούς ισοζυγίου, το χρέος θα ανέβει αρκετές εκατοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.

Ευπάθειες και παράγοντες μετριασμού

Όπως σημειώνει το ΔΝΤ, το προφίλ του δημόσιου χρέους της Κύπρου υποδεικνύει ευπάθειες καθώς και παράγοντες μετριασμού.

«Δεδομένου του ρόλου της Κύπρου ως χρηματοοικονομικού κέντρου και επιχειρηματικού κόμβου, οι βραχυπρόθεσμες ξένες υποχρεώσεις του ιδιωτικού τομέα είναι πολύ μεγάλες, αντικατοπτρίζοντας κυρίως καταθέσεις μη κατοίκων σε κυπριακές τράπεζες και ξένα χρέη μη χρηματοοικονομικών εταιρειών, αν και εκτιμάται ότι έχουν μειωθεί το 2020, λόγω των συνεχιζόμενων μειώσεων των καταθέσεων μη κατοίκων σε κυπριακές τράπεζες», τονίζεται.

Περίπου το 80% του δημόσιου χρέους οφείλεται σε μη κατοίκους. Ωστόσο, περίπου το 40% αυτού του χρέους αντικατοπτρίζει την επίσημη χρηματοδότηση από τον ΕΜΣ και τα δάνεια από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων και την Τράπεζα Ανάπτυξης του Συμβουλίου της Ευρώπης.

«Το σχετικά χαμηλό ή / και σταθερό επιτόκιο των επίσημων υποχρεώσεων, σε συνδυασμό με τις μακροπρόθεσμες λήξεις και το χρονοδιάγραμμα αποπληρωμής σε σημαντικό μερίδιο του χρέους, μετριάζει τους κινδύνους επιτοκίου και χρηματοδότησης», αναφέρεται.

Η εξάρτηση από το βραχυπρόθεσμο χρέος είναι περιορισμένη και θεωρείται χαμηλού κινδύνου.

Λαμβάνοντας υπόψη τον υψηλό δείκτη χρέους προς το ΑΕΠ της Κύπρου και τις ενδεχόμενες υποχρεώσεις από τον τραπεζικό τομέα, η μείωση του χρέους είναι ιδιαίτερα ευαίσθητη στον αναπτυξιακό σοκ και στην πραγματοποίηση ενδεχόμενων υποχρεώσεων.

Διάφορα σοκ μακροοικονομικής και ενδεχόμενης ευθύνης θα καθυστερούσαν τη μείωση του χρέους:

Σε ένα εναλλακτικό δυσμενές σενάριο χαμηλότερης οικονομικής ανάπτυξης και πρωτογενών δημοσιονομικών υπολοίπων σε συνδυασμό με την περαιτέρω πραγματοποίηση ενδεχόμενων υποχρεώσεων από τον τραπεζικό τομέα (σενάριο δυσμενούς μακροοικονομικής και ενδεχόμενης υποχρέωσης), το δημόσιο χρέος και οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες παραμένουν υψηλά.

«Η αύξηση του πραγματικού ΑΕΠ και το πρωτογενές δημοσιονομικό ισοζύγιο θεωρείται ότι είναι μόνιμα χαμηλότερα από ό, τι στη βασική τιμή με ½ τυπική απόκλιση που θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί από επιβράδυνση της παραγωγικότητας, απρόβλεπτη δημοσιονομική χαλάρωση και χαμηλότερη από την αναμενόμενη ανάκαμψη μετά την πανδημία. Αυτά τα σοκ θεωρείται ότι συνοδεύονται από μείωση του πληθωρισμού και αύξηση των επιτοκίων», υπογραμμίζεται.

Κάτω από αυτό το δυσμενές σενάριο, το δημόσιο χρέος θα ανέλθει στο 123% του ΑΕΠ το 2023 και θα μειωθεί μόνο αργά στο 121% του ΑΕΠ το 2026. Οι ακαθάριστες χρηματοδοτικές ανάγκες θα αυξηθούν επίσης στο 23,7% του ΑΕΠ το 2022 πριν μειωθεί στο 13,6% του ΑΕΠ κατά μεσοπρόθεσμα.

Ανάλυση βιωσιμότητας εξωτερικού χρέους

Σύμφωνα με το βασικό σενάριο, ο δείκτης εξωτερικού χρέους προς το ΑΕΠ προβλέπεται να αυξηθεί το 2021, αντικατοπτρίζοντας το πανδημικό σοκ και στη συνέχεια μειώθηκε σταδιακά μεσοπρόθεσμα.

Το 2020, το εξωτερικό χρέος της Κύπρου αυξήθηκε στο 908% του ΑΕΠ ως αποτέλεσμα της μείωσης της ανάπτυξης και του ευρύτερου εξωτερικού ελλείμματος λόγω της πανδημίας.

Ενώ οι ακαθάριστες ανάγκες εξωτερικής χρηματοδότησης προβλέπεται να αυξηθούν βραχυπρόθεσμα και στη συνέχεια να μειωθούν, θα παραμείνουν αυξημένες (πάνω από 200 % του ΑΕΠ) κατά τη διάρκεια της περιόδου προβολής, αντανακλώντας αρκετά μεγάλο απόθεμα βραχυπρόθεσμου χρέους του ιδιωτικού τομέα.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, οι ορθές πολιτικές του χρηματοπιστωτικού τομέα και οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που στοχεύουν σε μια πιο διαφοροποιημένη οικονομία θα βοηθήσουν στη διασφάλιση ισορροπημένης και βιώσιμης ανάπτυξης. Η διατήρηση συνετής δημοσιονομικής πολιτικής μετά την πανδημία που αποφεύγει την προκυκλικότητα θα βοηθούσε στη διαφύλαξη της καθοδικής πορείας του εξωτερικού δημόσιου χρέους και θα δημιουργούσε χώρο για την απορρόφηση πιθανών ενδεχόμενων δημοσιονομικών κρίσεων.

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, η διασφάλιση ισχυρών υποκείμενων δημοσιονομικών πλεονασμάτων, η μείωση των κινδύνων για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και η ενίσχυση των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων για την υποστήριξη της ανάκαμψης είναι απαραίτητες για τη διατήρηση της βιωσιμότητας του χρέους.

Της Γεωργίας Χαννή