You are here

Αλέξης Τσίπρας: Πρέπει να συνεχίσουμε τις μεταρρυθμίσεις

20/05/2019 12:23

Τους λόγους που επιδιώκει εκλογές τον Οκτώβριο, περιγράφει ο πρωθυπουργός στους Financial Times. Τα επιτεύγματα στην εξωτερική πολιτική, ο διάλογος με την Άγκελα Μέρκελ για το θέμα της Β. Μακεδονίας και το μήνυμα προς τον Έντι Ράμα. Ποιες είναι οι εκτιμήσεις για την οικονομία και οι σχεδιασμοί για τις επενδύσεις.

Ο Αλέξης Τσίπρας έχει ένα χαλαρό, γεμάτο αυτοπεποίθηση, σχεδόν φιλοσοφικό χαμόγελο καθώς αναλογίζεται την προοπτική των βουλευτικών εκλογών, οι οποίες θα γίνουν το αργότερο στις 20 Οκτωβρίου.

Από τις αρχές του 2016, σχεδόν κάθε δημοσκόπηση τοποθετεί τον ΣΥΡΙΖΑ, το κόμμα του οποίου ηγείται, στη δεύτερη θέση, πίσω από τη Νέα Δημοκρατία. Πολλές δημοσκοπήσεις το δείχνουν πίσω κατά 10 ποσοστιαίες μονάδες, μια διαφορά που υπονοεί ξεκάθαρη ήττα για τον πρωθυπουργό και το αριστερό του κόμμα. Ο Τσίπρας, όμως, που θα γίνει 45 ετών τον Ιούλιο, είναι αν μη τι άλλο ανθεκτικός και κοιτά μπροστά.

«Δεν σκέφτομαι ότι θα χάσω τις εκλογές, σκέφτομαι πώς θα τις κερδίσω», είπε σε συνέντευξή του στο Μέγαρο Μαξίμου, την έδρα της κυβέρνησης.

«Υπάρχει ένα ρητό: αν ένας στρατιώτης πάει στη μάχη για να χάσει, είναι καλύτερα να μην πάει… δεν γεννήθηκα για να είμαι πρωθυπουργός. Δεν είμαι από πολιτική οικογένεια. Έγινα ο νεότερος πρωθυπουργός της Ελλάδας στην ηλικία των 40 ετών. Η ζωή είναι η ζωή. Στη ζωή πρέπει να παλέψεις. Αυτό είναι το μοναδικό. Η τελική απόφαση όμως είναι του λαού, όχι δική μας».

Ο Τσίπρας ανέλαβε την εξουσία τον Ιανουάριο του 2015, με τη φήμη ενός πολιτικού εικονοκλάστη και υποδαυλιστή. Από πολλές απόψεις, ο ΣΥΡΙΖΑ ήταν το πιο ριζοσπαστικό αριστερό κόμμα που ανέλαβε εξουσία σε μια ευρωπαϊκή δημοκρατία μετά το τέλος του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Σήμερα, σύμμαχοι και εταίροι, από τις Βρυξέλλες έως την Ουάσιγκτον, είναι πιθανότερο ότι επευφημούν τον Τσίπρα ως έναν πολιτικό που σβήνει φωτιές αντί να τις προκαλεί.

Δεν υπάρχει πεδίο που να δείχνει περισσότερο αυτή την αλήθεια από την εξωτερική πολιτική. Κατά τη θητεία του, οι σχέσεις Ελλάδας-ΗΠΑ έχουν γίνει θερμότερες από οποιαδήποτε άλλη περίοδο μετά το τέλος της Δικτατορίας του 1967-1974. Μια στενή τριμερής σχέση, στηριζόμενη στα κοινά ενεργειακά συμφέροντα, αναπτύχθηκε μεταξύ Ελλάδας, Κύπρου και Ισραήλ. Οι Ευρωπαίοι ηγέτες άρχισαν να εμπιστεύονται τον Τσίπρα, όταν αντέστρεψε την αντίθεσή του με τους όρους της χρηματοοικονομικής διάσωσης της Ελλάδας από την ΕΕ και τίμησε τις δημοσιονομικές δεσμεύσεις που ανέλαβε κατά το τρίτο πρόγραμμα διάσωσης, ύψους 86 δισ. ευρώ, το οποίο συμφωνήθηκε τον Ιούλιο του 2015.

Στα μάτια των ΗΠΑ και της ΕΕ, όμως, το μεγαλύτερο επίτευγμα του Αλέξη Τσίπρα είναι η λύση της διαμάχης με τη Βόρεια Μακεδονία, ένα πρόβλημα που έριχνε σκιά επί 27 χρόνια στη σταθερότητα της νοτιοανατολικής Ευρώπης. Ο Τσίπρας θυμάται ότι όταν ανέλαβε καθήκοντα, ήλπιζε να κάνει πρόοδο στη διαφορά, αλλά ήξερε ότι θα ήταν δύσκολο όσο ο Νικολά Γκρουέφσκι, ένας δεξιός εθνικιστής, ήταν πρωθυπουργός στο κράτος που τότε ήταν γνωστό ως πΓΔΜ.

«Ο Γκρουέφσκι ήταν ένας τύπος που ποτέ δεν ήθελε να διαπραγματευτεί», λέει ο Τσίπρας. «Θυμάμαι πως πήγα στο Βερολίνο. Συναντήθηκα με την καγκελάριο (Άγκελα) Μέρκελ. Συζητήσαμε για πολλή ώρα την οικονομική κρίση, το χρέος, τα ελλείμματα, τα μνημόνια κ.λπ. Αποφασίσαμε να συζητήσουμε και για την εξωτερική πολιτική, και είπα, «θέλω να λύσω αυτό το πρόβλημα, ακόμα και με τον Γκρουέφσκι. Θα προσπαθήσω να τον προκαλέσω, βάζοντάς τον να καθίσει στο τραπέζι. Αν δεν θέλει να καθίσει σε αυτό το τραπέζι, θα τον κατηγορήσω (ότι δεν θέλει διακανονισμό)».

«Μου είπε, ‘δεν σε πιστεύω’. Τη ρώτησα γιατί. Είπε, ‘επειδή όλοι οι προκάτοχοί σου ποτέ δεν ήθελαν ούτε καν να ανοίξουν αυτή την υπόθεση, ιδιαίτερα (ο πρώην πρωθυπουργός Αντώνης) Σαμαράς».

«Είπα, ‘η γνώμη μου είναι διαφορετική. Η άποψή μου είναι πως η Ελλάδα μόνο όφελος θα έχει, αν καταφέρουμε να λύσουμε τις διαφορές με τους βόρειους γείτονές μας. Η Ελλάδα έχει αρκετές διαφορές με τους γείτονές της στα ανατολικά -δεν χρειαζόμαστε άλλα προβλήματα με τους βόρειους γείτονές μας, ιδιαίτερα αν είναι χώρες που πιστεύω πως δεν απειλούν τον Ελλάδα».

«Δεν νομίζω πως η Άγκελα με πίστεψε πραγματικά, όμως απέδειξα ότι εννοούσα αυτό που έλεγα, όταν οι εξελίξεις στα Σκόπια έδειξαν πως υπάρχει ευκαιρία».

Ο Τσίπρας αναφέρεται στο τέλος της εποχής Γκρουέφσκι και στην άνοδο στην εξουσία του Ζόραν Ζάεφ, του κεντροαριστερού πρωθυπουργού της Βόρειας Μακεδονίας. Ο Ζάεφ και ο Τσίπρας κατέληξαν στη συμφωνία, η οποία τέθηκε σε ισχύ τον Φεβρουάριο. Τώρα, ομάδα βουλευτών στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ζητούν την υποψηφιότητα των δύο για το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης, ως αναγνώριση του γεγονότος πως τα Βαλκάνια είναι γνωστότερα για τις δυσεπίλυτες εθνοτικές και εδαφικές συγκρούσεις απ’ ό,τι για τα προβλήματα που βρίσκουν ειρηνική διπλωματική λύση.

«Φαινόταν πως η μόνη διαφορά ήταν το όνομα. Όμως δεν ήταν το όνομα -ήταν η ιστορία και η ταυτότητά μας. Αυτό το καθιστούσε πολύ δύσκολο», θυμάται ο Τσίπρας. «Νομίζω είναι μια ισορροπημένη συμφωνία. Κανένας δεν εξασφάλισε 100% τη θέση του… Φανταστείτε απλώς ότι η Βόρεια Μακεδονία είναι μια μικρή χώρα με 2,5 εκατ. κατοίκους. Αν έχουμε μια κανονική σχέση, αυτή η χώρα θα μπορούσε να είναι στρατηγικός εταίρος για την Ελλάδα, ένα πεδίο για επενδύσεις, για άνοιγμα των αγορών».

Ένα λογικό επόμενο βήμα θα ήταν να αντιμετωπιστούν οι δυσκολίες στις ελληνο-αλβανικές σχέσεις, που επί του παρόντος έχουν «παγώσει» μετά από έναν πολλά υποσχόμενο διάλογο που ξεκίνησε το Νοέμβριο του 2017. Στα άλυτα ζητήματα περιλαμβάνονται τα θαλάσσια σύνορα, το γεγονός πως οι δύο χώρες παραμένουν τεχνικά σε εμπόλεμη κατάσταση από το 1945 καθώς και το status της ελληνικής μειονότητας της Αλβανίας.

Ο Τσίπρας λέει πως εξήγησε στον πρωθυπουργό της Αλβανίας Έντι Ράμα ότι τα Τίρανα θα πρέπει να προστατεύσουν καλύτερα τα δικαιώματα της ελληνικής μειονότητας, διαφορετικά ο δρόμος της χώρας προς την ΕΕ θα είναι κλειστός. Αν η Αλβανία τηρήσει τις υποχρεώσεις της στο ζήτημα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, ο Τσίπρας λέει πως «η Ελλάδα -και εγώ προσωπικά- θα στηρίξουμε μια πιθανή απόφαση τον Ιούνιο για την Αλβανία και τη Βόρεια Μακεδονία να ξεκινήσουν τη διαδικασία ένταξής τους στην ΕΕ (μαζί)… όμως, δεν θα θέσουμε σε κίνδυνο την ενταξιακή διαδικασία της Βόρειας Μακεδονίας, αν έχει κάνει πρόοδο. Αυτό θα ήταν άδικο».

Ο Τσίπρας τονίζει πως η Ελλάδα δεν θέλει να αποκτήσει τη φήμη ότι κάνει σε άλλους κήρυγμα, δείχνοντας γύρω τη βαρύτητά της ή θέτοντας εξαιρετικά αυστηρούς όρους για χώρες που θέλουν να ενταχθούν στην ΕΕ. «Οι λαοί των Βαλκανίων χρειάζονται περισσότερα κίνητρα για… μεταρρυθμίσεις. Είναι σαν το μαστίγιο και το καρότο. Πρέπει να έχουν το καρότο, αν όλα είναι σκοτεινά».

Ενόψει τον εκλογών, ο Τσίπρας θεωρεί πως το να υπηρετήσει την πλήρη τετραετή θητεία του προτού διενεργήσει εκλογές τον Οκτώβριο, θα δώσει ώθηση στις πιθανότητές του στις κάλπες, καθώς θα αναγνωρίζονται τα οφέλη μιας σταθερής, αν και μέτριας, ανάκαμψης. «Κάθε μέρα που περνάει, νομίζω πως ο κόσμος καταλαβαίνει στη ζωή του πώς έχει αλλάξει η κατάσταση», δηλώνει.

«Η αναμονή είναι πλεονέκτημα για μένα, γιατί κάποιες φορές υπάρχει καθυστέρηση μεταξύ… κρίσιμων αποφάσεων και του πότε ο κόσμος αναγνωρίζει τις αλλαγές, ιδιαίτερα στην οικονομία. Νομίζω πως τώρα ο κόσμος αρχίζει να βλέπει τα οφέλη της ανάκαμψης.

Σε μια περίοδο που σε άλλες χώρες της ευρωζώνης, οι ρυθμοί ανάπτυξης μειώνονται, εξακολουθούμε να έχουμε ανάπτυξη (του ΑΕΠ) άνω του 2%. Η εκτίμησή μας (για το 2019) είναι μεταξύ του 2,2% και του 2,4%».

Η προοπτική για μια ισχυρή τουριστική περίοδο και η αυξανόμενη εγχώρια ζήτηση παραπέμπουν στην «πιθανότητα θετικών εκπλήξεων αντί για αρνητικών», τους επόμενους μήνες, σύμφωνα με τον κ. Τσίπρα.

Αναφέρει και άλλα στοιχεία που θα πρέπει να καθησυχάσουν τους πιστωτές της Ελλάδας -την ΕΕ και το ΔΝΤ- πως δεν χαλαρώνει η δημοσιονομική πειθαρχία ενόψει των εκλογών: ένα κρατικό μαξιλάρι ρευστότητας ύψους 45 δισ. ευρώ, μια υπεραπόδοση των στόχων για τα έσοδα κατά 400 εκατ. ευρώ για τους πρώτους τέσσερις μήνες του έτους, και μια μείωση της ανεργίας στο 18%.

Ο Τσίπρας υπερασπίζεται τις επιδόσεις της κυβέρνησής του στις επενδύσεις, σημειώνοντας πως το 2018 σημειώθηκε το υψηλότερο επίπεδο ξένων άμεσων επενδύσεων -3,6 δισ. ευρώ- των τελευταίων τουλάχιστον δέκα ετών. Έρχονται και άλλες, λέει, μετά την επιτυχημένη ολοκλήρωση επί δικής του πρωθυπουργίας αρκετών projects ιδιωτικοποιήσεων, τα οποία είχαν ξεκινήσει προηγούμενες κυβερνήσεις.

Για παράδειγμα, η Cosco, η κρατική κινεζική ναυτιλιακή εταιρεία που απέκτησε μερίδιο δύο τρίτων στο Λιμάνι του Πειραιά, σχεδιάζει να επενδύσει 300 εκατ. ευρώ για την κατασκευή ενός τερματικού σταθμού για κρουαζιερόπλοια, καθώς και για άλλες παροχές. Κοινοπραξία της οποίας ηγείται η Γερμανία, η οποία εξασφάλισε την παραχώρηση για τη λειτουργία του ΟΛΘΟΛΘ +0,73%, έχει αναλάβει να επενδύσει 1,1 δισ. ευρώ για τον εκσυγχρονισμό των εγκαταστάσεών του, για να δημιουργήσει μια πύλη για τις εξαγωγές από τις βαλκανικές χώρες.

Ο Τσίπρας δέχεται πως οι μακροχρόνιες νομικές διαδικασίες «αποτελούν κάποιες φορές αντικίνητρο για τους επενδυτές», ενώ υποστηρίζει πως μπορεί να χρειάζεται υπομονή για να επιτευχθεί το σωστό αποτέλεσμα.

«Πρέπει να καταλάβουμε πως κάποιες φορές είναι καλύτερα να πηγαίνεις σύμφωνα με τους κανόνες, ακόμα και αν αυτό χρειάζεται χρόνο, προκειμένου να εδραιώσεις μια επένδυση, αντί να προσπαθείς να κάνεις τα πράγματα χωρίς βεβαιότητα και στο μέλλον να αντιμετωπίζεις μεγάλες δυσκολίες. Τότε δεν υπάρχει νόημα να κατηγορείς τη νομοθεσία και το δικαστικό σύστημα, διότι το φταίξιμο είναι δικό μας», σημείωσε ο Τσίπρας.

Ωστόσο, παραδέχεται πως η Ελλάδα πρέπει να εντείνει τις προσπάθειες για να διευκολύνει τη ζωή των επενδυτών. «Φυσικά αναγνωρίζω πως εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα, πως πρέπει να κάνουμε περισσότερες μεταρρυθμίσεις -και οι μεταρρυθμίσεις είναι σαν το ποδήλατο: αν δεν τις κάνεις, πέφτεις».

Πηγή: Euro2day