You are here

Το φαινόμενο των αστέγων στην Ελλάδα

12/07/2018 15:35

«Η αστεγία είναι ένα πολυπαραγοντικό και πολύμορφο φαινόμενο, το οποίο […] στη χώρα μας πήρε τη μορφή χιονοστιβάδας, κατά τα χρόνια της κρίσης, με κορυφή του παγόβουνου τους άστεγους στον δρόμο», σημείωσε η Ελληνίδα Αναπληρώτρια Υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης Θεανώ Φωτίου, κατά τη διάρκεια της χθεσινής συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε για την παρουσίαση των αποτελεσμάτων της έρευνας-πιλοτικής απογραφής αστέγων, η οποία εκπονήθηκε σε συνεργασία του Υπουργείου Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης και του Παντείου Πανεπιστημίου.

Η έρευνα πραγματοποιήθηκε, υπό την επιστημονική ευθύνη του Καθηγητή Κωνσταντίνου Δημουλά, σε 7 μεγάλους δήμους της χώρας, με στόχο την απογραφή αστέγων που διαβιούν στον δρόμο ή σε δομές υποστήριξης, μέσα από τη χρήση συνδυαστικής μεθοδολογίας επιτόπιας καταγραφής και χορήγησης ερωτηματολογίων.

Συγκεκριμένα, καταγράφηκαν 1.654 άστεγοι, εκ των οποίων 691 ζουν στον δρόμο και 954 σε δομές. Το μεγαλύτερο ποσοστό αστέγων καταγράφεται στην Αθήνα, με 793 αστέγους. Ως προς τα ειδικότερα χαρακτηριστικά αυτού του πληθυσμού, υψηλότερες κατανομές εμφανίζει η ηλικιακή κατηγορία 18-44 ετών, οι άνδρες και οι πολίτες με ελληνική ιθαγένεια. Οι οικονομικές δυσκολίες και η ανεργία καταγράφονται ως βασικοί λόγοι που οδήγησαν τον συγκεκριμένο πληθυσμό στην αποστέρηση στέγης.

Παρουσιάζοντας τους βασικούς άξονες μιας εθνικής στρατηγικής για τους αστέγους, η Αναπληρώτρια Υπουργός Κοινωνικής Αλληλεγγύης αναφέρθηκε στην ανάγκη επιστημονικής αποτύπωσης του προβλήματος των αστέγων, στην κωδικοποίηση της υφιστάμενης νομοθεσίας σε μια κατεύθυνση βελτίωσής της, στη δημιουργία ενός διυπουργικού οργάνου που θα χαράσσει πολιτική για τους άστεγους, καθώς και στη δημιουργία μόνιμου ψηφιακού μηχανισμού παρακολούθησης της αστεγίας.

Όπως σημείωσε η κ. Φωτίου, τα αποτελέσματα της πιλοτικής απογραφής δείχνουν ότι «οι άστεγοι στον δρόμο και στις δομές, είναι ένας πληθυσμός σύνθετος, ανομοιογενής με πολλαπλά προβλήματα και η αντιμετώπιση πρέπει αντίστοιχα να είναι σε πολλά επίπεδα, εξατομικευμένη, ανάλογα με τις ανάγκες της κάθε περίπτωσης, αλλά και μακροχρόνια, σταθερή».