You are here

Καταθέσεις: Μπαράζ προϊόντων για ενισχυμένους τόκους

23/07/2019 13:05

Σύνθετα και ειδικού τύπου καταθετικά προϊόντα, με στόχο τη δυνατότητα υψηλότερων αποδόσεων στους «καλούς» πελάτες. Η συμβολή των αμοιβαίων κεφαλαίων και τα «στοιχήματα» με φόντο επιτόκια, ομόλογα, ισοτιμίες και ΧΑ. Χαρακτηριστικά παραδείγματα.

Όσοι πίστευαν ότι ο κύκλος των χαμηλών καταθετικών επιτοκίων σε Ευρώπη και Ελλάδα οδεύει προς το τέλος του φαίνεται πως είχαν λανθασμένη εκτίμηση, καθώς όπως όλα δείχνουν:

• Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα συνεχίσει -αν δεν εντείνει περαιτέρω- την υιοθέτηση χαλαρής νομισματικής πολιτικής, σε μια προσπάθειά της να τονώσει την οικονομία της Γηραιάς Ηπείρου.

• Οι ελληνικές τράπεζες δεν έχουν κανένα λόγο να αυξήσουν τα προσφερόμενα επιτόκια, σε μια περίοδο που θέλουν να μειώσουν το κόστος τους και που η χώρα δείχνει να βγαίνει από το καθεστώς των capital controls.

Σε κάθε περίπτωση, τα τρέχοντα επιτόκια στις δεσμευμένες καταθέσεις είναι πολύ χαμηλά (γύρω στο 0,6%-0,65% για ποσά κάποιων εκατοντάδων χιλιάδων ευρώ, ή 0,3% με συμπλήρωμα κουπόνια αγορών σε γνωστά εμπορικά καταστήματα) και οι τράπεζες σπεύδουν να προσφέρουν στους «καλούς» πελάτες τους εναλλακτικές τοποθετήσεις, οι οποίες υπόσχονται υψηλότερες αποδόσεις με μηδενικό ή περιορισμένο ρίσκο.

Μια «κλασική συνταγή» είναι η συνδυασμένη προσφορά τραπεζικής κατάθεσης και αμοιβαίων κεφαλαίων περιορισμένου ρίσκου. Συγκεκριμένα, δίδεται υψηλότερο επιτόκιο για ένα τμήμα της συνολικής επένδυσης, με το υπόλοιπο ποσό του πελάτη να τοποθετείται σε μερίδια Α/Κ σχετικά περιορισμένου ρίσκου, όπως για παράδειγμα τα Διαχείρισης Διαθεσίμων και τα Ομολογιακά, είτε αυτά δίνουν έμφαση σε κρατικούς τίτλους είτε σε εταιρικούς. Καταλυτικά σ’ αυτή την προσπάθεια έχουν επιδράσει οι πολύ θετικές αποδόσεις των ελληνικών (και όχι μόνο) κρατικών και εταιρικών ομολόγων κατά τα τελευταία χρόνια.

Μια δεύτερη προτεινόμενη επιλογή από τις τράπεζες είναι η μετατροπή καταθέσεων σε ένα «καλάθι» αμοιβαίων κεφαλαίων, η σύνθεση του οποίου εξαρτάται από το επενδυτικό προφίλ κάθε πελάτη (προς την κατεύθυνση αυτή λειτουργούν και οι κανόνες της MIFID II).

Πέραν όμως αυτών, προσφέρεται κατά καιρούς σειρά προϊόντων συγκεκριμένης χρονικής διάρκειας, που από τη μια πλευρά εξασφαλίζουν το ύψος αρχικής επένδυσης (ή και δίνουν μια ελάχιστη εγγυημένη απόδοση) και από την άλλη, αφήνουν περιθώρια για υπεραποδόσεις, αν κάποια οικονομικά μεγέθη (συναλλαγματικές ισοτιμίες, επιτόκια, ομόλογα, χρηματιστηριακοί δείκτες) κινηθούν στο μέλλον, επιβεβαιώνοντας συγκεκριμένους, προκαθορισμένους στόχους.

Ενδεικτικά το Euro2day.gr θα αναφερθεί σε σχετικά προϊόντα που προσφέρονται σήμερα στην αγορά, τονίζοντας πως κάθε επενδυτής καλό θα είναι να ερευνήσει το σύνολο των επιλογών που του προσφέρει το τραπεζικό-ασφαλιστικό-χρηματοοικονομικό σύστημα, ή ακόμη καλύτερα να απευθυνθεί σε κάποιον εξειδικευμένο σύμβουλο που εμπιστεύεται.

Επιτόκιο συνδεδεμένο με 10ετές γερμανικό ομόλογο: Ελάχιστο απαιτούμενο ποσό 10.000 ευρώ, διάρκεια επένδυσης οι δύο μήνες και ετησιοποιημένη απόδοση μεταξύ του 0,25% και του 2,25%.

Απόδοση 2,25% επιτυγχάνεται αν στο τέλος του διμήνου, η τιμή του δεκαετούς κρατικού γερμανικού ομολόγου υποχωρήσει τουλάχιστον κατά μία μονάδα. Στις υπόλοιπες περιπτώσεις, το επιτόκιο περιορίζεται στο 0,25%.

Επιτόκιο συνδεδεμένο με συναλλαγματικές ισοτιμίες: Ελάχιστο ποσό 10.000 ευρώ, διάρκεια επένδυσης οι δύο μήνες και ετησιοποιημένη απόδοση μεταξύ του 0,2% και του 2%. Το επιτόκιο είναι συνδεδεμένο με την πορεία των συναλλαγματικών ισοτιμιών ευρώ-δολαρίου και ευρώ-αγγλικής λίρας.

Για να πιαστεί η μέγιστη απόδοση, θα πρέπει καθ’ όλη τη διάρκεια της επένδυσης η ισοτιμία ευρώ-δολαρίου να κυμαίνεται μεταξύ του -1,5% και του +2% και ταυτόχρονα η ισοτιμία ευρώ-λίρας μεταξύ του +2% και του -2%.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, ο επενδυτής λαμβάνει ετησιοποιημένη απόδοση 0,2%.

Επιτόκιο συνδεδεμένο με FTSE-ASE/Large Cap: Ελάχιστο ποσό 30.000 ευρώ, διάρκεια επένδυσης οι 12 μήνες, απόδοση που κυμαίνεται μεταξύ του 0,2% και του 15%.

Για να υπερβεί η απόδοση το 0,2%, ο δείκτης FTSE-ASE/Large Cap δεν θα πρέπει σε καμιά ημέρα του 12μήνου να κλείσει υψηλότερα από +15% σε σχέση με την ημερομηνία έναρξης της επένδυσης.

Αν τώρα, ο FTSE-ASE/Large Cap σε καμιά ημέρα δεν υπερβεί το +15%, τότε η τελική απόδοση του επενδυτή ορίζεται από το ποσοστό μεταβολής του δείκτη κατά το δωδεκάμηνο της επένδυσης. Αν για παράδειγμα η κατάθεση ξεκινήσει με δείκτη στις 100 μονάδες και ο ίδιος δείκτης σε δώδεκα μήνες βρεθεί στις 110 μονάδες, υπό την προϋπόθεση ότι σε καμιά συνεδρίαση δεν έκλεισε πάνω από τις 115 μονάδες, τότε η απόδοση θα είναι: (110/100-1)=10%.

Αν ο δείκτης υποχρεωθεί σε απώλειες, τότε η απόδοση ορίζεται σε +0,2%.

Επιτόκιο αγγλικής λίρας: Ελάχιστο ποσό 30.000 ευρώ, διάρκεια επένδυσης οι 24 μήνες, εγγυημένο το 100% του κεφαλαίου, είσπραξη τόκων κάθε εξάμηνο και επιτόκιο ίσο με LIBOR της λίρας Αγγλίας έξι μηνών (δυνατότητα εξόφλησης ανά πάσα στιγμή, λαμβάνοντας τουλάχιστον το 100% του αρχικού κεφαλαίου).

Δολαριακή κατάθεση συνδεδεμένη με LIBOR: Ελάχιστο ποσό 30.000 δολάρια ΗΠΑ, διάρκεια επένδυσης 36 μήνες, εγγυημένο αρχικό κεφάλαιο και απόδοση συνδεδεμένη με το επιτόκιο LIBOR δολαρίου ΗΠΑ τριών μηνών.

Συγκεκριμένα, ο καταθέτης θα λαμβάνει: α) 3% για κάθε τρίμηνο του πρώτου έτους, αν το LIBOR δολαρίου τριών μηνών βρεθεί μεταξύ του 1,5% και του 3%, β) 3,5% για κάθε τρίμηνο του δεύτερου έτους, αν το LIBOR δολαρίου τριών μηνών βρεθεί μεταξύ του 1,5% και του 3,25% και γ) 4% για κάθε τρίμηνο του τρίτου έτους, αν το LIBOR δολαρίου τριών μηνών βρεθεί μεταξύ του 1,5% και του 3,5%.

Σε κάθε άλλη περίπτωση, η απόδοση του επενδυτή στο συγκεκριμένο τρίμηνο είναι μηδενική.

Πηγή: Euro2day