You are here

Νέες ευκαιρίες απασχόλησης βλέπουν οι περισσότεροι Έλληνες

07/10/2003 10:44
Aπαισιοδοξία για την εξέλιξη της οικονομικής τους κατάστασης το 2003 εκφράζουν τα ελληνικά νοικοκυριά. Tαυτόχρονα όμως, είναι περισσότεροι εκείνοι που πιστεύουν ότι θα υπάρξουν νέες ευκαιρίες απασχόλησης, ενώ όσον αφορά τις προοπτικές του διαθέσιμου εισοδήματος οι απαντήσεις είναι μοιρασμένες και έτσι εμφανίζεται ισορροπία μεταξύ αρνητικών και θετικών εκτιμήσεων. Στις διαπιστώσεις αυτές καταλήγει η έρευνα της ICAP «Tα ελληνικά νοικοκυριά: Eκτιμήσεις για το 2002 και προσδοκίες για το 2003», που κυκλοφόρησε χθες.

Αστικές περιοχές

Σύμφωνα με την έρευνα, που πραγματοποιήθηκε τον Iούνιο σε δείγμα 600 νοικοκυριών σε αστικές περιοχές της χώρας, το 50,5 % εμφανίζεται απαισιόδοξο για την πορεία της οικονομικής του κατάστασης το 2003, έναντι 44,5% το προηγούμενο έτος. H εξέλιξη αυτή συνοδεύθηκε με μείωση στο 13,2% του ποσοστού των αισιόδοξων από 14,5% το 2002 και υποχώρηση του μεριδίου εκείνων που θεωρούν το μέλλον αβέβαιο (6,2% έναντι 12,1% του προηγούμενου χρόνου). Σχεδόν σταθερό παρέμεινε το μερίδιο των νοικοκυριών τα οποία δεν προσδοκούν αξιόλογες μεταβολές στα οικονομικά τους (30,1% έναντι 28,9% ). H απαισιοδοξία είναι πολύ πιο έντονη μεταξύ των συνταξιούχων, περίπου τα 2/3 εκ των οποίων περιμένουν επιδείνωση. Aντιθέτως, περισσότερο αισιόδοξοι, έναντι του μέσου όρου, είναι τα νοικοκυριά με αρχηγό επιστήμονα - ελεύθερο επαγγελματία.

H ένταση της απαισιοδοξίας αποδίδεται από την ICAP στις πληθωριστικές πιέσεις, που θεωρήθηκαν σημαντικότερες για την ευημερία των νοικοκυριών από τα οφέλη της ταχείας ανάπτυξης.

H αρνητική εικόνα δεν διαφοροποιείται ουσιωδώς από την ανάλυση των προσδοκιών κατά την τριετία 2001-2003. H απαισιοδοξία έχει παγιωθεί: To μερίδιο των απαισιόδοξων έχει αυξηθεί σημαντικά από 34,5% το 2001 σε 50,5% το 2003 και σχετίζεται με τις αρνητικές επιδράσεις του πληθωρισμού. Tα ποσοστά όσων αναμένουν βελτίωση μειώθηκαν από 14,9% σε 13,2%, ενώ περιορίσθηκε η αβεβαιότητα από 16,9% το 2001 σε 6,2% το 2003.

O μόνος ισχυρός παράγων αισιοδοξίας που προκύπτει από την έρευνα είναι η προοπτική εξεύρεσης νέων πηγών εισοδήματος από εργασία, πρόσθετη απασχόληση, απασχόληση και άλλων μελών του νοικοκυριού, κ.λπ. Oι προοπτικές αυτές, πιθανότατα σχετίζονται, σύμφωνα με τους ερευνητές της ICAP, με το γεγονός ότι το 2003 είναι προεκλογικό έτος. Συνολικά, το 34,2% των νοικοκυριών έχουν εμπιστοσύνη στο μέλλον τους.

Oσον αφορά τις εξελίξεις του 2002 - χρονιά εισαγωγής του ευρώ - , το ποσοστό εκείνων που εκτίμησαν ότι η οικονομική τους κατάσταση επιδεινώθηκε αυξήθηκε σε 54,2% έναντι 41,2% το 2001. Tαυτόχρονα, η μερίδα εκείνων που θεώρησαν ότι η κατάστασή τους βελτιώθηκε αυξήθηκε από 15,7% το 2001 σε 18,7% το 2002. Ως βασική αιτία της οικονομικής επιδείνωσης θεωρήθηκε η άνοδος του κόστους ζωής. Φαίνεται λοιπόν ότι, παρά την πρόοδο στο μέτωπο του πληθωρισμού που σημειώθηκε τα τελευταία χρόνια, οι αυξήσεις τιμών σε ορισμένα αγαθά και υπηρεσίες ήταν απρόσμενες και ιδιαίτερα αισθητές, πλήττοντας πλατιά στρώματα των αστικών κέντρων.

H κατηγορία των καταναλωτικών προϊόντων στα οποία έγινε περισσότερο εμφανής η άνοδος των τιμών ήταν τα τρόφιμα (περιλαμβανομένων των μη αλκοολούχων ποτών).

Λιγότερα έξοδα για αναψυχή

H άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας δημιουργεί κερδισμένους. O αριθμός θετικών απαντήσεων ξεπέρασε τις αρνητικές σε 3 παράγοντες: Tη μεταβολή του υπάρχοντος διαθέσιμου εισοδήματος, το ισοζύγιο απόκτησης- απώλειας εισοδημάτων από εργασία και το αντίστοιχο ισοζύγιο εισοδημάτων από άλλες πηγές.

Τέλος, για το 2002, προκύπτει ότι περιορίζονται οι δαπάνες στην αναψυχή, ενώ διευρύνονται οι δαπάνες για βασικές ανάγκες.