You are here

Πώς βλέπουν τώρα τις τράπεζες οι ξένοι επενδυτές

02/08/2021 08:37

Η κατάσταση των ελληνικών τραπεζών είναι ένα διαρκές στοίχημα τα τελευταία χρόνια: η χρηματοοικονομική κρίση του 2007, η (επί της ουσίας) χρεοκοπία της χώρας και τώρα η πανδημία ήταν προκλήσεις που κανείς δεν μπορούσε να διανοηθεί. Πολύ λογικά, ο κλάδος βρέθηκε στο επίκεντρο της κρίσης και κάθε δοκιμασία του λειτουργούσε ανασταλτικά σχεδόν στο σύνολο της οικονομίας και της αγοράς.

Όμως, η εικόνα σταδιακά έχει αλλάξει -και συνεχίζει να αλλάζει. Η δυσπιστία και η απαισιοδοξία υποχωρούν και κάποιοι θεωρούν ότι οι ελληνικές τράπεζες δείχνουν πλέον λίγο περισσότερο σαν στοίχημα για ένα «success story», παρά για υποψήφιες πρωταγωνίστριες για… τραγωδία.

Αδιάψευστο σημάδι γι’ αυτό, το αυξημένο ενδιαφέρον των ξένων που ορισμένοι θεωρούν ότι θα αναζωπυρωθεί μετά τα αποτελέσματα των stress test αλλά και τη λύση που προωθείται στο θέμα της αναβαλλόμενης φορολογίας. Τα νέα στοιχεία που επικαλούνται, οι πρόσφατες εκτιμήσεις και οι όλο και περισσότεροι… αστερίσκοι που σβήνονται αποκτούν πλέον καταλυτική σημασία.

Στις βελτιωμένες προοπτικές, στη μακροπρόθεσμη αποδοτικότητα και τη βιώσιμη λειτουργία εστιάζουν πλέον οι αναλυτές για τις εγχώριες τράπεζες, αφού οι συνθήκες έχουν βελτιωθεί σημαντικά καθ’ όλη τη διάρκεια του τελευταίου έτους και σε πλήρη αντίθεση με τις συνθήκες της πανδημίας. Οι τράπεζες συνέχισαν να υλοποιούν τα σχέδια μείωσης του κινδύνου και των μη εξυπηρετούμενων δανείων παρά τις προκλήσεις που παρουσιάστηκαν από την πανδημία, μειώνοντας τα μη εξυπηρετούμενα ανοίγματα (NPEs) κατά περίπου 17 δισ. ευρώ το 2020, με ισχυρό αρωγό στην προσπάθεια το project «Cairo» της Eurobank. Το ποσό αντιστοιχεί στο ένα τέταρτο των 66 δισ. ευρώ που είχαν όλες μαζί στο τέλος του 2019.

Τα εκτεταμένα μέτρα στήριξης των οικονομικών τόσο σε δημοσιονομικό όσο και σε νομισματικό επίπεδο από τις αρχές του 2020, με τη συμπερίληψη των εγχώριων κρατικών ομολόγων στο πρόγραμμα έκτακτων αγορών για την πανδημία (PEPP) από την ΕΚΤ, τα πιο χαλαρά κριτήρια επιλεξιμότητας για τη συμμετοχή στις στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO), το μηδενικό ποσοστό στάθμισης του κινδύνου για τις τιτλοποιήσεις HAPS, η αύξηση κεφαλαίου της Alpha BankΑΛΦΑ -0,64%, η αποπληρωμή των CoCos και η ακόλουθη αύξηση του μετοχικού κεφαλαίου της Πειραιώς κ.ά., όχι μόνο έχουν αμβλύνει τις επιπτώσεις από την κρίση του κορωνοϊού, αλλά άμεσα και έμμεσα επιτάχυναν τη θεμελιώδη διαδικασία ανάκαμψης του κλάδου, κατά την άποψη των αναλυτών που παρακολουθούν τον ελληνικό τραπεζικό κλάδο.

Ο δανεισμός των εγχώριων τραπεζών από την ΕΚΤ με τα TLTRO φτάνει σε ιστορικά υψηλά επίπεδα και, από τον Μάιο του 2021, οι ελληνικές τράπεζες παρέμεναν οι μεγαλύτεροι δανειολήπτες σε σχέση με το τραπεζικό ενεργητικό, αφού τα κεφάλαια TLTRO αποτελούν το 14% του ενεργητικού. Αυτό ενθαρρύνει τη χορήγηση δανείων στις επιχειρήσεις και στους καταναλωτές, ενώ το κόστος δανεισμού διατηρείται χαμηλό και στηρίζονται οι δαπάνες και οι επενδύσεις.

Οι τράπεζες οδεύουν σταθερά προς μονοψήφιο ποσοστό NPEs, άλλες πιο γρήγορα και άλλες πιο αργά. Συνολικά, κόντρα σε όλες τις πιθανότητες και παρά τις λειτουργικές αναταραχές που σχετίζονται με την πανδημία, οι ελληνικές τράπεζες συνέχισαν να υλοποιούν τα σχέδιά τους για τη μείωση των NPEs. Τα NPEs είναι πλέον μειωμένα κατά 60 δισ. ευρώ από την κορύφωσή τους το 2016 και, με σχεδόν 40 δισ. ευρώ περαιτέρω «εξυγίανσης» την περίοδο 2021-2022, οι δείκτες NPEs οδεύουν πλέον σταθερά προς μονοψήφια επίπεδα μέχρι τις αρχές του επόμενου έτους, συγκλίνοντας προς τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

Αν και η εναπομένουσα εξυγίανση των 40 δισ. ευρώ εξακολουθεί να είναι ένα σημαντικό μέγεθος, δεδομένης ιδίως της μεταβλητότητας που σχετίζεται με την πανδημία, οι αναλυτές πιστεύουν ότι οι κίνδυνοι εκτέλεσης για τους στόχους των τραπεζών είναι σχετικά περιορισμένοι. Το μεγαλύτερο μέρος της δύσκολης δουλειάς βρίσκεται ήδη πίσω μας, γεγονός που απεικονίζεται και στη συγκρότηση μιας λειτουργικής δευτερογενούς αγοράς NPEs στη χώρα, αλλά και στη σημαντική πρόοδο όσον αφορά τη νέα νομοθεσία για τα υπερχρεωμένα νοικοκυριά.

Τι ευνοεί τις αποτιμήσεις

Αν και η πανδημία με την απότομη διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας ήρθε σε ένα ιδιαίτερα δυσμενές χρονικό σημείο για την Ελλάδα, επιφέροντας σημαντικές αβεβαιότητες στην εύθραυστη οικονομία και τη μεταρρυθμιστική ατζέντα της κυβέρνησης, το σχέδιο «Ελλάδα 2.0» πρόκειται να ανοίξει ένα νέο κεφάλαιο ανάπτυξης για τη χώρα. Μακροπρόθεσμα, μια σημαντική αναπτυξιακή ώθηση προέρχεται από την αναμενόμενη έναρξη των μεταρρυθμίσεων και των επενδύσεων στο πλαίσιο του εθνικού προγράμματος ανάκαμψης και ανθεκτικότητας («Ελλάδα 2.0») και την άφιξη των συνδεδεμένων κονδυλίων της Ε.Ε., τα οποία αναμένεται να δώσουν πρόσθετη ώθηση στις προσπάθειες για τον εκσυγχρονισμό της ελληνικής οικονομίας.

Τα μεγέθη είναι σημαντικά: τα σχέδια περιλαμβάνουν ένα φιλόδοξο σύνολο μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων συνολικού ύψους 60 δισ. ευρώ την περίοδο 2021-2026 (36% του ΑΕΠ). Από αυτά, τα 31 δισ. ευρώ (17% του ΑΕΠ) θα προέλθουν από το Ταμείο Ανθεκτικότητας και Ανάκαμψης της Ε.Ε., καθιστώντας την Ελλάδα έναν από τους μεγαλύτερους σχετικά δικαιούχους μεταξύ των χωρών της Ε.Ε.

Πηγή: Euro2day