You are here

Επιχειρήσεις και τραπεζικός δανεισμός: The way forward

09/03/2020 09:31

Από το 2015 και μετέπειτα, η κυπριακή οικονομία βελτιώθηκε με το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) να σημειώνει θετικούς ρυθμούς ανάπτυξης, την ανεργία να μειώνεται και τα θεμελιώδη μακροοικονομικά μεγέθη να καλυτερεύουν. Παρόλα αυτά, το ιδιωτικό χρέος και οι μη-εξυπηρετούμενες χορηγήσεις (MEX) εξακολουθούν πεισματικά να παραμένουν σε πολύ υψηλά επίπεδα, καθιστώντας την κυπριακή οικονομία ευάλωτη σε οποιαδήποτε οικονομική επιβράδυνση.

Οι αρμόδιοι φορείς, τα τελευταία χρόνια, έχουν επικεντρώσει τις προσπάθειες τους στην αντιμετώπιση των ΜΕΧ. Σημειώνεται βέβαια, πως η σημαντική μείωση που έχει επέλθει στις ΜΕΧ, προέρχεται κυρίως από τη μεταφορά σημαντικού αριθμού δανείων εκτός του τραπεζικού συστήματος. Τα εν λόγω δάνεια όμως εξακολουθούν να παραμένουν στην πραγματική οικονομία, με αποτέλεσμα το συνολικό ποσοστό των ΜΕΧ να είναι πλησίον του 100% του ΑΕΠ.

Ιδιαίτερης προσοχής, όμως, χρήζει και η άλλη παράμετρος, που αφορά το υπερβολικό ιδιωτικό χρέος. Ο συνολικός δανεισμός που έχουμε συσσωρεύσει ως νοικοκυριά και επιχειρήσεις, σε σχέση με το ΑΕΠ, είναι από τα υψηλότερα στον κόσμο. Στο εν λόγω άρθρο θα επικεντρωθούμε στο κομμάτι του ιδιωτικού χρέους των επιχειρήσεων, το οποίο υπερβαίνει το μέσο όρο της Ε.Ε. και αποτελεί σημαντικό μέρος του συνολικού χρέους της κυπριακής οικονομίας.

Ακόμη κι αν υπάρξει περαιτέρω μείωση των ΜΕΧ και παράλληλα ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας, το πρόβλημα θα εξακολουθεί να υπάρχει. Κι αυτό γιατί το ιδιωτικό χρέος συγκεντρώνει πέραν από τις εταιρείες που δεν μπορούν να εξυπηρετήσουν το δανεισμό τους, και τις εταιρείες με ενήμερες πιστωτικές διευκολύνσεις. Είναι γεγονός ότι πολλές εξ αυτών παρουσιάζουν σημαντικά υψηλό και, εν πολλοίς, μη βιώσιμο δανεισμό. Όπως παρουσιάζεται και σε εκθέσεις της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ), η καθαρή χρηματοοικονομική θέση του συνόλου των επιχειρήσεων προς το ΑΕΠ είναι αρνητική (δηλαδή τα στοιχεία παθητικού τους είναι μεγαλύτερα από τα στοιχεία ενεργητικού τους), με τον τραπεζικό δανεισμό να αποτελεί κυρίαρχο κομμάτι των στοιχείων παθητικού.

Μερικοί από τους κυριότερους λόγους που οδηγούν τις επιχειρήσεις σε αυτή την αδύναμη οικονομική θέση παρουσιάζονται πιο κάτω:

  1. Η έναρξη, συνέχιση ή/και επέκταση μιας επιχειρηματικής δραστηριότητας επιδιώκεται, ως επί το πλείστον, μέσω ξένων κεφαλαίων με ελάχιστη, έως καθόλου, συνεισφορά από ίδια κεφάλαια.
  2. Η παρατεταμένη διάρκεια των πιστωτικών διευκολύνσεων η οποία δε συμβαδίζει με τις ανάγκες χρηματοδότησης. Για παράδειγμα, ένα επιχειρηματικό δάνειο για αγορά εξοπλισμού θα πρέπει να παρέχεται για χρονική περίοδο ίση με τη διάρκεια ζωής του εξοπλισμού και όχι περισσότερο. Η  εταιρεία ακολούθως θα έχει ανάγκη από ανάλογο δανεισμό για ανανέωση του εξοπλισμού της.
  3. Οι όροι και προϋποθέσεις των δανείων δεν πληρούνται. Αυτό παρατηρείται συνήθως σε περιπτώσεις χρηματοδοτήσεων έργων (project financing). Ενδεικτικό παράδειγμα, δανεισμός που παραχωρείται για την πραγματοποίηση ενός έργου που προβλέπεται να παράξει συγκεκριμένες λειτουργικές ταμειακές ροές. Τα πραγματικά έσοδα όμως που απορρέουν από την εν λόγω επένδυση, δεν χρησιμοποιούνται έναντι της μείωσης του δανεισμού ως προβλέπεται στη συμφωνία, αλλά είτε χρησιμοποιούνται για διάφορες άλλες δραστηριότητες ή υποχρεώσεις της εταιρείας είτε καταλήγουν στους μέτοχους.
  4. Η λανθασμένη δομή χρέους. Πάρα πολύ συχνό φαινόμενο αποτελεί η παραχώρηση ορίων τρεχούμενων λογαριασμών τα οποία όμως δεν δικαιολογούνται από τον κύκλο εργασιών της εταιρείας, με συνέπεια τη μη σωστή χρήση τους. Ο σκοπός του ορίου είναι να καλύψει της ανάγκες της εταιρείας σε κεφάλαιο κίνησης. Παραχωρείται ώστε να καλυφθεί το χρονικό διάστημα μεταξύ της πληρωμής των πιστωτών με την πώληση των αποθεμάτων και την είσπραξη των χρεωστών. Εν αντιθέσει, ως εύκολη λύση, τα όρια χρησιμοποιούνται για διάφορους άλλους σκοπούς και ανάγκες της εταιρείας (π.χ. κεφαλαιουχικές δαπάνες και για άλλες επενδυτικές δραστηριότητες, πληρωμή μερισμάτων, αναλήψεις χρημάτων από μετόχους, πληρωμή δόσεων των δανείων κ.α.). Αυτό έχει ως αποτέλεσμα, σταδιακά, και πολλές φορές χωρίς να το συνειδητοποιούν οι εταιρείες, να συσσωρεύεται ένα σημαντικό χρέος το οποίο πρέπει να αποπληρωθεί.

Η καταβολή μόνο τόκων (και καθόλου κεφαλαίου) ‘ξεγελά’ τις επιχειρήσεις καθώς επιβαρύνει λιγότερο τις ταμειακές ροές της. Σε βάθος χρόνου όμως, το χρέος μπορεί να φτάσει σε τέτοια επίπεδα που να καταλήγει να απομυζά όλη τη ρευστότητα της εταιρείας, η έλλειψη της οποίας, μπορεί να οδηγήσει μια επιχείρηση σε πτώχευση.

  1. Η έλλειψη πρόσφατων ελεγμένων οικονομικών καταστάσεων, ή ακόμη και διευθυντικών λογαριασμών, έχει σαν αποτέλεσμα την ανεπαρκή παρακολούθηση της οικονομικής κατάστασης της επιχείρησης (δηλαδή της οικονομικής της θέσης και απόδοσης, των λειτουργικών ταμειακών ροών που παράγει, των χρηματικών εκροών που πραγματοποιούνται, του συνολικού ποσού εμπορικών πιστωτών κ.α.) και εν τέλει να θέσει σε κίνδυνο την πραγματική βιωσιμότητα της εταιρείας.

Οι μη σωστοί χρηματοοικονομικοί χειρισμοί οδηγούν σε υπερχρεωμένες επιχειρήσεις που αναγκάζονται να επικεντρωθούν στην αποπληρωμή των υφιστάμενων πιστωτικών διευκολύνσεων τους, αδυνατώντας να προχωρήσουν σε νέες επενδύσεις οι οποίες είναι τόσο αναγκαίες για τη βελτίωση του τελικού τους προϊόντος ώστε να παραμείνουν ανταγωνιστικές και βιώσιμες.

Αποτελεί ευθύνη όλων μας να αλλάξουμε αυτή την κατάσταση. Οι επιχειρήσεις θα πρέπει να εκπαιδευτούν κατάλληλα, να διατηρούν πρόσφατες ελεγμένες οικονομικές καταστάσεις, να παρακολουθούν στενά την οικονομική τους θέση και να σχεδιάζουν εκ των προτέρων, με αντικειμενικά κριτήρια και την χρήση εξειδικευμένων συμβούλων, τους επόμενους στόχους που θέλουν να επιτύχουν. Με τη σειρά τους οι Τράπεζες, μέσα από σωστή κατάρτιση και εξειδίκευση, θα πρέπει να αξιολογούν σε βάθος την οικονομική κατάσταση των υφιστάμενων ή/και δυνητικών πελατών, να εντοπίζουν τις πραγματικές τους ανάγκες και αναλόγως να προτείνουν τις κατάλληλες λύσεις γι’ αυτούς.

Η ευημερία των επιχειρήσεων της χώρας είναι ζωτικής σημασίας για την πρόοδο της κυπριακής οικονομίας, η οποία εξακολουθεί να είναι ευάλωτη. Η σταθερή και διαρκής ανάπτυξη θα προέλθει μέσα από υγιείς και εύρωστες επιχειρήσεις. Το παρελθόν πρέπει να αποτελέσει παράδειγμα για το μέλλον και όχι επανάληψή του. Απαιτείται ευθυκρισία και υπευθυνότητα απ’ όλους τους εμπλεκομένους και είναι η ώρα να ενεργήσουμε προς αυτή την κατεύθυνση.

Κρίστη Γιάλλουρου

Credit Manager, Ancoria Bank Ltd