You are here

Οι τεχνολογίες blockchain έχουν τη δυνατότητα να συνεισφέρουν στην παγκόσμια οικονομία US$1,76 τρισ. μέχρι το 2030

06/11/2020 11:52

Στην τεχνολογία blockchain και τον πιθανό αντίκτυπό της στην παγκόσμια οικονομία επικεντρώνεται η Νέα έκθεση της PwC με τίτλο “Time for trust: The trillion-dollar reason to rethink blockchain”. Μέσα από την ανάλυση των πέντε κυριότερων χρήσεων του blockchain, οι οποίες κατατάσσονται με βάση την ικανότητα τους να δημιουργούν οικονομική αξία, η έκθεση αξιολογεί τις προοπτικές της συγκεκριμένης τεχνολογίας όσον αφορά τη δημιουργία αξίας σε κλάδους όπως η υγειονομική περίθαλψη, οι κρατικές και δημόσιες υπηρεσίες, η μεταποίηση, η χρηματοδότηση, οι υπηρεσίες διοικητικής υποστήριξης και το λιανικό εμπόριο.

Η έκθεση προσδιορίζει πέντε βασικούς τομείς εφαρμογής του blockchain και προσδιορίζει τις δυνατότητές τους να δημιουργήσουν οικονομική αξία, βασιζόμενη σε οικονομικές αναλύσεις αλλά και έρευνες σε επίπεδο κλάδων. Το 2025 θα αποτελέσει σημείο καμπής, καθώς οι τεχνολογίες blockchain αναμένεται να υιοθετηθούν ευρέως σε όλο το φάσμα της παγκόσμιας οικονομίας.

  • Ο εντοπισμός και η ιχνηλάτηση – είτε η προέλευση – προϊόντων και υπηρεσιών που η πανδημία του COVID-19 ανέδειξε ως μια σημαντική προτεραιότητα για τις αλυσίδες εφοδιασμού πολλών εταιρειών, είναι ο τομέας με τις μεγαλύτερες οικονομικές προοπτικές (US$962 δις). To blockchain μπορεί να τύχει ευρείας εφαρμογής και να στηρίξει από εταιρείες της βαριάς βιομηχανίας, περιλαμβανομένης της εξόρυξης μετάλλων, μέχρι και οίκους μόδας, συμβάλλοντας στους αυξημένους ελέγχους που απαιτούν οι κρατικές υπηρεσίες και οι επενδυτές, σε σχέση με τη βιώσιμη και ηθική προμήθεια πρώτων υλών.
  • Πληρωμές και χρηματοοικονομικές υπηρεσίες, περιλαμβανομένης της χρήσης των ψηφιακών νομισμάτων, ή της στήριξης της χρηματοοικονομικής ένταξης μέσω διασυνοριακών πληρωμών και εμβασμάτων (US$433 δις).
  • Διαχείριση ταυτοτήτων (US$224 δις), περιλαμβανομένων ατομικών δελτίων ταυτότητας, επαγγελματικών διαπιστευτηρίων και πιστοποιητικών που συμβάλλουν στην καταστολή της απάτης και της “κλοπής ταυτότητας”.
  • Η εφαρμογή του blockchain σε συμβάσεις και διαδικασίες επίλυσης διαφορών (US$73 δις) και σε σχέδια προσέλκυσης πελατών (US$54 δις), περιλαμβανομένης της χρήσης του σε προγράμματα επιβράβευσης πελατών, διευρύνει ακόμη περισσότερο τις δυνατότητες που προσφέρει σ ’ένα πολύ ευρύτερο φάσμα κλάδων του δημόσιου και του ιδιωτικού τομέα.

Η επιτυχία του blockchain θα εξαρτηθεί από τη διαμόρφωση ενός υποστηρικτικού περιβάλλοντος σε πολιτικό επίπεδο, από τη δημιουργία ενός επιχειρηματικού οικοσυστήματος που ευνοεί την αξιοποίηση των νέων ευκαιριών και από τους κατάλληλους κλάδους που θα εφαρμοστεί.

Αξίζει να σημειωθεί ότι τα μεγαλύτερα οφέλη αναμένεται να καταγραφούν στους τομείς της δημόσιας διοίκησης, της εκπαίδευσης και της υγειονομικής περίθαλψης. Η PwC αναμένει ότι οι τομείς αυτοί θα αποκομίσουν μέχρι το 2030 οφέλη της τάξης των US$574 δις, αξιοποιώντας τη βελτιωμένη αποτελεσματικότητα που θα προσφέρει το blockchain στις εργασίες προσδιορισμού ταυτότητας και επαλήθευσης διαπιστευτηρίων. 

Ευρύτερα θα είναι τα οφέλη για τις επιχειρηματικές υπηρεσίες, τις επικοινωνίες και τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, ενώ το χονδρικό και το λιανικό εμπόριο ως επίσης και οι κλάδοι της μεταποίησης και των κατασκευών θα αξιοποιήσουν το blockchain για να προσελκύσουν πελάτες και να ανταποκριθούν στη ζήτηση για υπηρεσίες προσδιορισμού προέλευσης και ιχνηλασιμότητας.

Τις προοπτικές του blockchain εάν αυτό συμπεριληφθεί στη μελλοντική στρατηγική των οργανισμών αναδεικνύει έρευνα της PwC ανάμεσα σε επιχειρηματικούς ηγέτες, η οποία διαπιστώνει ότι για τα δύο σχεδόν τρίτα των CEOs (61%) ο ψηφιακός μετασχηματισμός των βασικών επιχειρηματικών εργασιών και των διαδικασιών συγκαταλέγεται πλέον στις τρεις κυριότερες προτεραιότητές τους στην προσπάθεια ανάκαμψης μετά τον COVID-19.

Η έκθεση προειδοποιεί ότι η υλοποίηση των οικονομικών προοπτικών του blockchain προϋποθέτει τη διαχείριση των σχετικών ενεργειακών δαπανών. Η αυξανόμενη δράση των επιχειρήσεων και των κυβερνήσεων ενάντια στην κλιματική αλλαγή, περιλαμβανομένων των δεσμεύσεων για μετασχηματισμό με μηδενική καθαρή κατανάλωση ενέργειας, συνεπάγεται για τους οργανισμούς τη μελέτη νέων μοντέλων ενοποίησης και ανταλλαγής πόρων σε επίπεδο υποδομών. Με αυτόν τον τρόπο θα μειώσουν την εξάρτησή τους από τα παραδοσιακά κέντρα δεδομένων και τη συνολική κατανάλωση ενέργειας που συνδέεται με τη χρήση τεχνολογίας.