You are here

Αυξήσεις μέχρι 96% στις ταρίφες λιμανιού Λεμεσού

19/01/2022 14:17

Επιστολή στο γενικό διευθυντή του υπουργείου Μεταφορών Σταύρο Μιχαήλ, απέστειλε ο γενικός γραμματέας του ΚΕΒΕ Μάριος Τσιακκής, αναφερόμενος σε επικείμενες αυξήσεις στις ταρίφες που επιβάλλονται στο λιμάνι Λεμεσού, οι οποίες φτάνουν μέχρι και στο 96%.

Ο κ. Τσιακκής αναφέρεται σε πληροφορίες εκ μέρους μελών του ΚΕΒΕ, με βάση τις οποίες «μια από τις διαχειρίστριες εταιρείες στο λιμάνι Λεμεσού, η DP World Limassol έχει ενημερώσει τους πελάτες της για αυξήσεις που θα εφαρμοστούν από το Φεβρουάριο 2022 στις διάφορες ταρίφες».

«Στην περίπτωση της DP World οι αυξήσεις αυτές ποικίλουν και θα κυμαίνονται από 4% μέχρι και 96% στις ήδη υφιστάμενες χρεώσεις», όπως σημειώνεται.

Ταυτόχρονα αναφέρεται σε ενημέρωση με βάση την οποία, ο Δείκτης Τιμών Παραγωγού στην εγχώρια αγορά της Eurostat, από τον Νοέμβριο του 2021 παρουσιάζει αύξηση 25 μονάδων συγκριτικά με το έτος βάσης (2015). 

Εξηγεί ότι «το γεγονός  αυτό  δίνει τη δυνατότητα στις διαχειρίστριες εταιρείες του λιμανιού με βάση τη Σύμβαση που έχουν με το κράτος, να επιβάλουν τις σχετικές αυξήσεις στις ταρίφες τους, κάτι που όπως πληροφορούμαστε είναι μέσα στις προθέσεις τους».

«Όπως αντιλαμβάνεστε, εκτός του ότι οι αυξήσεις που προκύπτουν βάσει του Δείκτη είναι υπερβολικά ψηλές, θεωρούμε ότι είναι εντελώς άκαιρο να τίθεται  θέμα  αυξήσεων την παρούσα περίοδο, τη στιγμή που όλοι αναγνωρίζουμε την κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει το εμπόριο και η επιχειρηματική δραστηριότητα από την αρχή της πανδημίας μέχρι και σήμερα, με τις συνεχόμενες αυξήσεις στο κόστος της ενέργειας και  όχι μόνο», επισημαίνει ο κ. Τσιακκής.

Η πιο πάνω εξέλιξη, όπως αναφέρει, «επιβεβαιώνει περίτρανα την ορθότητα της θέσης του ΚΕΒΕ, όπως αυτή επεξηγήθηκε κατ’ επανάληψη αλλά και μέσω της νομικής γνωμάτευσης που καταθέσαμε, ότι η συμπερίληψη στο Δείκτη μόνο των τιμών παραγωγού για την εγχώρια αγορά αγνοώντας τις τιμές παραγωγού για την εξαγωγική αγορά είναι εντελώς λανθασμένη». 

Προσθέτει πως «με εξαίρεση το κόστος ενέργειας που μπορεί να έχει επηρεάσει τους διαχειριστές, όλη η υπόλοιπη αύξηση του Δείκτη οφείλεται κατά κύριο λόγο σε εισαγόμενο πληθωρισμό (αυξήσεις πρώτων υλών, ενδιάμεσων προϊόντων και μεταφορικών από το εξωτερικό), την οποία θα επιβαρυνθούν για δεύτερη φορά, αν τελικά επιβληθεί, οι κυπριακές επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά, μειώνοντας περαιτέρω την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας».

Επιπρόσθετα σημειώνεται ότι, «δεν μπορεί τη στιγμή που η αύξηση του Δείκτη Τιμών καταναλωτή για σκοπούς ΑΤΑ και αφορά στους μισθούς να έχει καθοριστεί το 1.27%, η αύξηση του Δείκτη που αφορά τα λιμάνια να αγγίζει το 15%».

Ο κ. Τσιακκής ζητά όπως λόγω της σοβαρότητας του θέματος, «διευθετηθεί άμεσα συνάντηση για συζήτηση και λήψη απόφασης για  μη επιβολή αυτών των αυξήσεων».