You are here

Τεντώνουν το σχοινί πολέμου, «γκρεμίζουν» επιχειρήσεις

07/12/2022 09:45

Οι συνεχείς ανατροπές και αρνητικές εξελίξεις στο μέτωπο του πολέμου, φέρνουν τις επιχειρήσεις οι οποίες μέχρι στιγμής επέδειξαν ανθεκτικότητα, αντιμέτωπες με νέες προκλήσεις, με τους εργοδότες να δηλώνουν ότι πλέον ελπίζουν μόνο σε ένα θαύμα.

Πιο βαρύ όμως είναι το τίμημα που πληρώνουν οι εργαζόμενοι οι οποίοι βλέπουν το μισθό τους να συρρικνώνεται γύρω στο 9% και τα συνδικάτα να προειδοποιούν ότι μια μερίδα εργαζομένων οδηγείται στη φτωχοποίηση.

Οι νέες προκλήσεις εστιάζονται στον κίνδυνο νέας εκτόξευσης της τιμής των καυσίμων και κατά συνέπεια νέο κύμα ανατιμήσεων βασικών προϊόντων, αλλά και στην αύξηση των επιτοκίων με τα νοικοκυριά να αδυνατούν να ανταποκριθούν στις δανειακές τους υποχρεώσεις.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του συνδέσμου καταναλωτών, η βενζίνη 95 οκτανίων την 1η Ιανουαρίου 2022 ήταν €1,32 το λίτρο, ενώ χθες το μεσημέρι που έγινε η τελευταία καταγραφή ήταν €1, 49 το λίτρο, το πετρέλαιο κίνησης την αρχή του χρόνου ήταν €1,42 το λίτρο και χθες €1,74 το λίτρο και το πετρέλαιο θέρμανσης ήταν 99 σεντ και χθες ήταν €1,29 το λίτρο.

Ορατός ο κίνδυνος επιχειρήσεις να αναστείλουν τις εργασίες τους

Ο γενικός γραμματέας του ΚΕΒΕ, Μάριος Τσιακκής, σε δηλώσεις στη StockWatch, εξέφρασε την άποψη ότι η επιβολή του πλαφόν στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου ενδεχομένως να δημιουργήσει ελλείψεις στην παράδοση ικανοποιητικών ποσοτήτων πρώτων υλών. Συνεπώς επεσήμανε ότι, «όταν οι ποσότητες μειώνονται οι τιμές αυξάνονται».

Αναφέρθηκε στο ψηλό ενεργειακό κόστος το οποίο, όπως είπε, επηρεάζει τις επιχειρήσεις, ειδικά αυτές που εξαρτώνται σε μεγάλο βαθμό από την κατανάλωση της ενέργειας για την παραγωγή των προϊόντων τους και ως εκ τούτου, τονίζει, μια νέα εκτόξευση των τιμών των καυσίμων θα σήμαινε επιστροφή στις έντονες πληθωριστικές πιέσεις με ορατό τον κίνδυνο οι επιχειρήσεις να αναγκαστούν να μειώσουν ή ακόμη να αναστείλουν την παραγωγή τους.

Ειδικά όπως επεσήμανε, πιο μεγάλο πλήγμα ενδέχεται να δεχθούν «οι πιο ενεργοβόρες επιχειρήσεις όπως είναι η μεταλλοβιομηχανία, τα αλουμίνια, οι επιχειρήσεις παραγωγής τροφίμων και άλλες».

Αναμένεται επιβράδυνση της οικονομίας

Ο διευθυντής Επιχειρηματικής Ανάπτυξης και Οικονομίας της ΟΕΒ, Αντώνης Φραγκούδης, μιλώντας στη StockWatch, είπε ότι «αν και οι επιχειρήσεις από την αρχή του χρόνου επέδειξαν σημάδια ανθεκτικότητας, εντούτοις εντείνεται η ανησυχία ότι το 2023 θα σημειωθεί επιβράδυνση της οικονομίας με τις ανάλογες επιπτώσεις σε όλους τους τομείς και δραστηριότητες».

Σημείωσε ότι «η παραγωγή ενδιάμεσων ή τελικών προϊόντων από τις κυπριακές βιομηχανίες εξαρτάται εξ’ ολοκλήρου από τις εισαγωγές καυσίμων και τις εισαγωγές πρώτων υλών, ως εκ τούτου δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε ποιες θα είναι οι επιπτώσεις από τις νέες εξελίξεις και το πλαφόν που επέβαλε η ΕΕ στην τιμή του ρωσικού πετρελαίου».

Τόνισε ότι, «δυστυχώς μόνο ένα θαύμα μπορεί να μας σώσει διότι κανένας δεν μπορεί να προβλέψει πως θα καταλήξουν τα ενεργειακά θέματα εκτός και αν σταματήσει ο πόλεμος και αρθούν όλα τα μέτρα και αρχίσουμε σταδιακά να εισερχόμαστε στην κανονικότητα».

Τα επιτόκια θα αυξήσουν τα μη εξυπηρετούμε δάνεια

Ο γενικός γραμματέας της ΣΕΚ, Ανδρέας Μάτσας, μιλώντας στη StockWatch, αναφερόμενος στην ακρίβεια των αγαθών πρώτης ανάγκης είπε ότι «εξαρχής προειδοποιούσαμε ότι θα πρέπει να αυξηθούν οι έλεγχοι διότι εκεί που ανεβαίνουν οι τιμές δύσκολα κατεβαίνουν, γι’ αυτό υπάρχει ο κίνδυνος αισχροκέρδειας και εκμετάλλευσης της υφιστάμενης κατάστασης».

Τόνισε ότι «ο πληθωρισμός στο σύνολο του για το 2022 θα είναι σε πρωτόγνωρα ψηλά επίπεδα, ανεξάρτητα από τη μείωση που κατέγραψε τους τελευταίους μήνες.

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Στατιστικής Υπηρεσίας, ο γενικός δείκτης τιμών το Νοέμβριο ήταν 8,7%, από 8,8% τον Οκτώβριο, 8,7% το Σεπτέμβριο και 8,9% τον Αύγουστο.

Ο κ. Μάτσας, υποστήριξε επίσης ότι «κάποιος θα πρέπει να συνυπολογίσει και την αυξητική τάση των επιτοκίων η οποία δημιουργεί ακόμη μια δυσκολία στο μέσο νοικοκυριό να αντεπεξέλθει στις βασικές καταναλωτικές του ανάγκες και στην προσπάθεια του να συνεχίσει να είναι συνεπής στις δανειοληπτικές του υποχρεώσεις. Εάν αυτή η τάση κρατήσει χρονικά, τότε θα δούμε αύξηση και στα μη εξυπηρετούμε δάνεια».

Που κυμαίνονται τα επιτόκια

Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας, το επιτόκιο που αφορά καταναλωτικά δάνεια τον Οκτώβριο ήταν στο 3,57%, ενώ το επιτόκιο που αφορά δάνεια για αγορά κατοικίας ήταν στο 2,93%, σε σύγκριση με 3,06% τον προηγούμενο μήνα.

Το επιτόκιο που αφορά δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες για ποσά μέχρι €1 εκατ. παρουσίασε αύξηση στο 4,17%, σε σύγκριση με 4,13% τον προηγούμενο μήνα. Το επιτόκιο που αφορά δάνεια προς μη χρηματοδοτικές εταιρείες για ποσά άνω του €1 εκατ. κατέγραψε μείωση στο 3,43%, σε σύγκριση με 3,69% τον προηγούμενο μήνα.

Σύμφωνα με τον κ. Μάτσα, υπάρχει μια ομάδα εργαζομένων που δεν μπορεί να καλύψει τις καταναλωτικές της ανάγκες, υπάρχει όμως και μια άλλη κατηγορία που βρίσκεται στα όρια της φτωχοποίησης διότι, όπως διευκρίνισε, «εάν κάποιος μπορεί να καλύψει τις βασικές καταναλωτικές του ανάγκες, δεν σημαίνει ότι ζει καλά. Εάν ένας εργαζόμενος στο τέλος του χρόνου χάσει το 8% της αξίας του μισθού του σημαίνει ότι για κάθε €1000 χάνει τα €80, ενώ στις €2.000 χάνει €16. Τα ποσά αυτά έχουν τη δική τους σημασία και βαρύτητα εάν συνδυαστούν με την ακρίβεια, την αύξηση των επίτοκων και την αύξηση της τιμής των καυσίμων».

Επανέλαβε ότι «η πλειοψηφία των εργαζομένων αδυνατεί να καλύψει τις βασικές της ανάγκες, διότι οι βασικές ανάγκες δεν έχουν να κάνουν μόνο με το γάλα και το ψωμί, αλλά και με το πως έκτισε ένα εργαζόμενος τις υποχρεώσεις του ώστε να πληρώνει το δάνειο του σπιτιού του».

Αύξηση του πληθωρισμού στο 8,8% μέχρι τέλος του χρόνου

Η γενική γραμματέας της ΠΕΟ, Σωτηρούλα Χαραλάμπους, μιλώντας στη StockWatch, είπε ότι «από τις αρχές του χρόνου μέχρι τέλος του 2022 υπολογίζεται ότι θα έχουμε αύξηση του πληθωρισμού περίπου κατά 8,8%. Αυτό στην πράξη σημαίνει μείωση του εισοδήματος των μισθωτών γύρω στο 9%».

Τόνισε ότι «οι πληθωριστικές πιέσεις είναι πιο έντονες στα μεσαία και χαμηλά στρώματα, δηλαδή σε αυτούς που καταναλώνουν όλο το εισόδημα τους για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες».

Αναφέρθηκε και στην αύξηση των επιτοκίων λέγοντας ότι «εάν συνυπολογίσεις και την αύξηση των επιτοκίων τότε απαιτείται να χρησιμοποιήσουν πόρους από εισοδήματα που προηγουμένως ίσως να τα χρησιμοποιούσαν για λόγους αναψυχής ή για κάποιο ταξίδι, συνεπώς το βιοτικό επίπεδο αυτών των εργαζομένων πλήττεται καίρια γι’ αυτό εμείς λέμε ότι θα πρέπει να ληφθούν πιο δραστικά μέτρα για στήριξη των νοικοκυριών».

Της Ηρώς Ευθυμίου