You are here

Υποτιμάται η εργασία με όχημα τον πληθωρισμό

12/12/2022 14:11

Υποτίμηση της εργασίας είναι το κύριο συμπέρασμα της έκθεσης για την οικονομία και απασχόληση του Ινστιτούτου Εργασίας Κύπρου (ΙΝΕΚ-ΠΕΟ), για το 2022, οδηγούμενη από τον πληθωρισμό.

Η έκθεση παρουσιάστηκε σήμερα, με τον Παύλο Καλοσυνάτο, διευθυντή του ΙΝΕΚ να αναφέρει στον χαιρετισμό του ότι ενώ υπάρχει επενδυτική ικανότητα, δεν αξιοποιείται στο βαθμό που θα έπρεπε, ώστε να αυξηθεί το επιχειρηματικό δυναμικό της χώρας.

Σημείωσε ότι, επικρατεί υποτίμηση της εργασίας. Σύμφωνα με την έκθεση, υπάρχει μείωση στο μέσο πραγματικό μισθό κατά 3%, ενώ το μερίδιο των κερδών αυξήθηκε κατά 7,5 ποσοστιαίες μονάδες του ΑΕΠ.

Η Σωτηρούλα Χαραλάμπους, γενική γραμματέας της ΠΕΟ, ανέφερε στον χαιρετισμό της ότι οι αυξήσεις των τιμών λόγω του ουκρανικού πολέμου, η εκτόξευση του πληθωρισμού και οι αποφάσεις των κυβερνήσεων για μείωση της κατανάλωσης μέσω της αύξησης των επιτοκίων, οδήγησαν στην περαιτέρω υποτίμηση της εργασίας.

Η κ. Χαραλάμπους τόνισε την ανάγκη και τη μεγάλη σημασία να αξιοποιηθούν τα ευρήματα της έκθεσης.

Βασικό συμπέρασμα, πρόσθεσε, είναι η επιβεβαίωση της μεγάλης υποτίμησης της εργασίας την τελευταία δεκαετία, ενώ προστίθεται επιπλέον υποτίμηση «με όχημα τον πληθωρισμό».

Ακόμη, επεσήμανε τη φθηνή εργασία που επικρατεί και την απουσία πολιτικής από τους κυβερνώντες, ενώ αναφέρθηκε και στην ΑΤΑ εξηγώντας ότι θα πρέπει να λειτουργήσει στη βάση του ρόλου και της φιλοσοφίας της, με τη πλήρη αποκατάσταση της πλήρους απώλειας του μισθού λόγω του πληθωρισμού.

«Δεν ξεχάσαμε την ΑΤΑ», ξεκαθάρισε, τονίζοντας ακόμη την ανάγκη δημιουργίας ενός μηχανισμού για τον εθνικό κατώτατο μισθό.

Επιπλέον, έθεσε το ζήτημα βελτίωσης της σχέσης μεταξύ των μισθών και κερδών αφού όπως αναφέρθηκε στην παρουσίαση της έκθεσης, το μερίδιο των κερδών αυξάνεται ασταμάτητα σε άνω των €2,500 εκατ. ανά τρίμηνο, ενώ οι μισθοί μειώνονται.

Σχετικά με το ζήτημα παραγωγικότητας εργασίας, η κ. Χαραλάμπους είπε πως αφέθηκε εκτός του πεδίου των συζητήσεων γεγονός καθόλου άσχετο, αφού όπως είπε το κεφάλαιο ενίσχυσε την κερδοφορία.

Η έκθεση, παρουσιάζει την πραγματική χαρτογράφηση της σχέσης κεφαλαίου και εργασίας, πρόσθεσε, ενώ ο Ηλίας Ιωακείμογλου, επιστημονικός συνεργάτης του ΙΝΕΚ, ανέφερε ότι βρισκόμαστε στο μέσο μια κρίσης που δεν διαφαίνεται το τέλος της.

Συγκεκριμένα, αναφερόμενος στη διεθνή οικονομία, είπε πως η υφιστάμενη κρίση είναι η τέταρτη μεγάλη του καπιταλισμού σημειώνοντας, ότι είναι διαφορετική από τις προηγούμενες, καθώς είναι μια γενική κρίση.

Αναφερόμενος στις προβλέψεις των κυβερνώντων, τις χαρακτήρισε μετριοπαθείς, εξηγώντας ότι δεν υπάρχει σχέδιο εξόδου όπως με τις προηγούμενες κρίσεις. Τόνισε ακόμη, ότι δεν υπάρχει ούτε και το ενδεχόμενο μιας τεχνολογικής επανάστασης.

Στάσιμη η παραγωγικότητα

Σχετικά με την έκθεση, ο κ. Ιωακείμογλου ανέφερε πως η παραγωγικότητα εργασίας γίνεται πλέον στάσιμη με μοναδική διέξοδο την εκμετάλλευση της εργασίας και αλλαγή των μισθών για ψηλή και αυξανόμενη κερδοφορία.

Ο μέσος πραγματικός μισθός εμφανίζεται μειωμένος κατά 7,0% το 2022, με τον κ. Ιωακείμογλου να τονίζει ότι δεν είμαστε μακριά από το 11,0% του 2014, το χαμηλότερο σημείο.

Αναφορικά με την παραγωγικότητα εργασίας και το μερίδιο της εργασίας στο ΑΕΠ, εμφανίζεται κάτω από 50% το 2022, με απώλεια περίπου 10 ποσοστιαίων μονάδων, πρόσθεσε, από το 2009, μια τάση που επαληθεύεται σε όλες τις χώρες.

Η παραγωγικότητα εργασίας είναι στάσιμη, σημειώνοντας ωστόσο, ότι θα μειωθεί σε επίπεδα 2017-18 αφού δεν αναμένεται κάποια μεγάλη τεχνολογική πρόοδος.

Επιπλέον, ο δείκτης παραγωγικότητας εργασίας επανήλθε στη μακροχρόνια στασιμότητα που επικρατούσε πριν την πανδημία.

Όσον αφορά την υποαπασχόληση, βρίσκεται σε ανοδική πορεία σύμφωνα με την έκθεση καθιστώντας την φαινόμενο το οποίο επεκτείνεται αυξάνοντας τον αριθμό των μισθωτών σε συνθήκες μερικής απασχόλησης.

Διαρθρωτικό χαρακτήρα απέκτησε και η μακροχρόνια ανεργία, η οποία υποχώρησε αλλά δεν επανήλθε στο επίπεδο των 2008-10.

Ακόμη, όπως αναφέρεται στην έκθεση, ο πληθωρισμός δεν θα επιστρέψει στα επίπεδα που ήταν ούτε και μετά την επιβράδυνση ή ύφεση της οικονομίας το 2023. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πληθωρισμό περίπου 3%, ο οποίος μπορεί να επιφέρει μικρές επιπλέον μειώσεις στην αγοραστική δύναμη των μισθών, σημειώνεται.

Μ.Κ.