You are here

Τράπεζες: «Ισχνές αγελάδες» τέλος

25/11/2004 10:49

Το τέλος της πιο δύσκολης ίσως τριετίας από το 1974 και την αρχή μιας καλύτερης περιόδου σηματοδοτούν τα εννιαμηνιαία αποτελέσματα των τραπεζών. Μετά την κατρακύλα του ΧΑΚ, την επιβράδυνση της οικονομίας αλλά και τη δύσκολη προσαρμογή στους αυστηρότερους κανονισμούς της Κεντρικής Τράπεζας, οι τράπεζες μπορούν πλέον να βλέπουν το μέλλον με αισιοδοξία. Ο νέος κύκλος των τριμηνιαίων τραπεζικών αποτελεσμάτων, που ολοκληρώθηκε προχθές με τα εννιαμηνιαία της Ελληνικής, ενισχύει την εικόνα των δύο προηγούμενων: μεγάλη αύξηση εσόδων, συγκράτηση των επισφαλειών αλλά και διόγκωση του μισθολογίου παρά το «πάγωμα» των προσλήψεων. Τα τελικά κέρδη των τριών τραπεζών παρουσιάζουν σημαντική ανάκαμψη. Φθάνουν τα £31 εκ. για την Τράπεζα Κύπρου, τα £16 εκ. για τη Λαϊκή και τα £4 εκ. για την Ελληνική.

Η αλλαγή του σκηνικού στον τραπεζικό κλάδο προήλθε κυρίως από την πλευρά των εσόδων. Οι απανωτές αυξήσεις των επιτοκιακών περιθωρίων, η βελτίωση του εγχώριου οικονομικού κλίματος αλλά και η ταχύρυθμη επέκταση στην Ελλάδα κατάφεραν να αναστρέψουν τη ζημιογόνα πορεία των προηγούμενων ετών. Παρά τους αυστηρότερους κανονισμούς για αναγνώριση κερδών, και οι τρεις μεγάλες τράπεζες πέτυχαν μεγάλες αυξήσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους. Η αύξηση πλησίασε το 30% στην περίπτωση της Τράπεζας Κύπρου και έφθασε το 16% στις άλλες δύο τράπεζες (βλέπε πίνακα). Οι μεγάλες αυξήσεις στα καθαρά έσοδα από τόκους αύξησαν τα συνολικά έσοδα της Τράπεζας Κύπρου κατά 22% (£269 εκ.), της Λαϊκής κατά 15% (£164 εκ.) και της Ελληνικής κατά 14% (£78 εκ.).

Σημαντική συμβολή στην ανάκαμψη της κερδοφορίας των τραπεζών είχε και η συγκράτηση των επισφαλειών. Η εικόνα όμως είναι ανάμεικτη: η Λαϊκή κατάφερε να μειώσει τις επισφάλειές της κατά 5% (το 2003 επίσης τις είχε μειώσει), η Ελληνική συγκράτησε την αύξηση στο 2% ενώ οι επισφάλειες της Τράπεζας Κύπρου είχαν αύξηση 14%. Το τελικό ύψος των επισφαλειών είναι πάντως δύσκολο να προβλεφθεί, καθώς τα τελευταία χρόνια οι προβλέψεις αυξάνονται κατακόρυφα το τέταρτο τρίμηνο.

Η βελτίωση των τραπεζικών αποτελεσμάτων επιτυγχάνεται χωρίς να έχει επιτευχθεί το απαιτούμενο – με βάση τις δηλώσεις τραπεζικών αξιωματούχων – «νοικοκύρεμα» του εξοδολογίου. Οι αυξήσεις των λειτουργικών δαπανών στις τρεις μεγάλες τράπεζες διαφέρουν αναλόγως του βαθμού επέκτασής τους στην ελλαδική αγορά, όπου το κόστος ανά υπάλληλο φαίνεται να είναι μικρότερο. Τα λειτουργικά έξοδα της Τράπεζας Κύπρου αυξήθηκαν κατά 10%, της Λαϊκής κατά 11% και της Ελληνικής κατά 12% (στα έξοδα των δύο τελευταίων περιλαμβάνεται και το πρόστιμο της Επιτροπής Ανταγωνισμού). Οι τρεις τράπεζες κατάφεραν μεν να μειώσουν την αναλογία εξόδων προς έσοδα (βλέπε πίνακα) όχι όμως λόγω περιορισμού των δαπανών. Όπως καταδεικνύει η σταδιακή αύξηση του επιτοκιακού περιθωρίου, οι τράπεζες απλά μετακύλυσαν το αυξανόμενο λειτουργικό τους κόστος στους δανειζόμενους.

Η σημαντική βελτίωση της κερδοφορίας των τραπεζών, πάντως, περιόρισε την αναλογία τιμής προς κέρδους (εννιαμήνου) στις 22 φορές. Είναι αξιοσημείωτο ότι και οι τρεις τράπεζες έχουν την ίδια περίπου αναλογία. Από την αρχή του έτους η μετοχή της Τράπεζας Κύπρου κέρδισε 13%, η μετοχή της Λαϊκής 2% ενώ η Ελληνική έχασε πέραν του ενός τρίτου της κεφαλαιουχικής της αξίας.

Α.Ε.