You are here

Κεντρική: Ιδιαίτερη προσοχή στις shell companies

11/04/2019 06:26

Ιδιαίτερη προσοχή συστήνει η Κεντρική Τράπεζα στις τράπεζες σε ότι αφορά τη συνεργασία με εταιρείες κέλυφος (shell companies) στη νέα της οδηγία για την παρεμπόδιση νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας.

Οι εταιρείες κέλυφος συνεπάγονται αυξημένα ρίσκα για τις τράπεζες σε ότι αφορά το ξέπλυμα χρήματος τα οποία θα πρέπει να αξιολογήσουν οι ίδιες οι τράπεζες λαμβάνοντας υπόψιν διάφορες παραμέτρους.

Η νέα οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας έρχεται μετά από σχετική εγκύκλιο που εξέδωσε το 2018 και η οποία όρισε τις εταιρείες κέλυφος με αρκετά αυστηρό τρόπο, αποθαρρύνοντας τους διάφορους φορείς της αγοράς και κυρίως τις τράπεζες να έχουν σχέση με αυτές.  Η έμφαση στις εταιρείες κέλυφος δίνεται εν μέσω συνεχόμενων πιέσεων από το εξωτερικό, και κυρίως από τις ΗΠΑ, για το ξέπλυμα χρήματος.  Στην τελευταία έκθεση των ΗΠΑ για το ξέπλυμα χρήματος η Κύπρος θεωρείται χώρα υψηλού κινδύνου.

Εταιρείες κέλυφος και ξέπλυμα

Όπως αναφέρεται στην οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας για το ξέπλυμα, κατά τον καθορισμό της πολιτικής ανάληψης κινδύνου του πιστωτικού ιδρύματος και της πολιτικής αποδοχής πελατών θα πρέπει να δίνεται η δέουσα προσοχή στις εταιρείες κέλυφος, στις πολύπλοκες επιχειρηματικές δομές και στους κινδύνους που ενδεχομένως να συσσωρεύουν αυτές οι οντότητες και να απαιτείται η λήψη ενισχυμένων μέτρων για την αποτελεσματική παρακολούθηση και περιορισμό των εν λόγω κινδύνων, νοουμένου ότι το πιστωτικό ίδρυμα είναι σε θέση να αναλάβει και να παρακολουθεί αυτόν τον κίνδυνο.

Τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να αναπτύξουν και εφαρμόσουν μια ξεκάθαρη πολιτική καθώς και διαδικασίες αποδοχής νέων πελατών. Η σχετική πολιτική θα πρέπει να ετοιμαστεί μετά από ενδελεχή αξιολόγηση των κινδύνων που αντιμετωπίζει το κάθε πιστωτικό ίδρυμα από τους πελάτες του ή και τις συναλλαγές τους ή και τις χώρες προέλευσης ή διεξαγωγής των εργασιών τους.

Η πολιτική αποδοχής πελατών ετοιμάζεται από το λειτουργό συμμόρφωσης και υποβάλλεται μέσω της ανώτατης εκτελεστικής διεύθυνσης του πιστωτικού ιδρύματος στο διοικητικό συμβούλιο για μελέτη και έγκριση. Αφού τύχει έγκρισης, η εν λόγω πολιτική κοινοποιείται στο αρμόδιο προσωπικό του πιστωτικού ιδρύματος.

Η πολιτική θα πρέπει να θέτει με σαφή τρόπο τα κριτήρια αποδοχής πελατών, τους τύπους πελατών οι οποίοι δεν θα γίνονται αποδεκτοί για σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων και θα καθορίζει τις κατηγορίες πελατών που θεωρούνται υψηλού κινδύνου.

Επίσης, θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη η γνώση και η κατανόηση από το προσωπικό του ιδρύματος σχετικά με τις δραστηριότητες του πελάτη. Η εν λόγω πολιτική θα πρέπει επίσης να προσδιορίσει τις συνθήκες και τις σχετικές διαδικασίες υπό τις οποίες θα πρέπει να τερματίζεται η σχέση με τον πελάτη.

Ο καθορισμός τύπων πελατών που δεν θα γίνονται αποδεκτοί για σύναψη επιχειρηματικών σχέσεων και κατηγοριών πελατών υψηλού κινδύνου θα πρέπει να λαμβάνει υπόψη παράγοντες όπως το περιεχόμενο και τη φύση εργασιών του πελάτη, τη χώρα καταγωγής ή και διαμονής, το προβλεπόμενο ύψος και τη φύση των επιχειρηματικών συναλλαγών, καθώς και την αναμενόμενη πηγή και προέλευση των χρημάτων.

Η πολιτική αποδοχής πελατών και οι συναφείς διαδικασίες θα πρέπει να προνοούν για την επίδειξη αυξημένης δέουσας επιμέλειας για τους πελάτες υψηλού κινδύνου, καθώς επίσης και για όσους πελάτες το ίδιο πιστωτικό ίδρυμα έχει κατατάξει ως υψηλού κινδύνου στη βάση της πολιτικής που έχει αναπτύξει.

Το άρθρο 66(1)(α) του νόμου απαγορεύει σε πιστωτικά ιδρύματα να συνάπτουν ή να συνεχίζουν σχέση τραπεζικής ανταπόκρισης με εικονική τράπεζα. Περαιτέρω απαιτείται από τα πιστωτικά ιδρύματα (άρθρο 66(1)(β)) όπως λαμβάνουν τα απαραίτητα μέτρα ώστε να εξασφαλίζουν ότι δεν συνάπτουν ή δεν συνεχίζουν σχέσεις τραπεζικής ανταπόκρισης με πιστωτικό ίδρυμα ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό, ο οποίος είναι γνωστό ότι επιτρέπει να χρησιμοποιούνται οι λογαριασμοί του από εικονική τράπεζα.

Σύμφωνα με το άρθρο (2) του νόμου, «εικονική τράπεζα» σημαίνει πιστωτικό ή χρηματοπιστωτικό ίδρυμα ή ίδρυμα ασχολούμενο με δραστηριότητες ανάλογες με αυτές που διενεργούνται από πιστωτικά ιδρύματα και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς, το οποίο έχει συσταθεί εντός ζώνης δικαιοδοσίας στην οποία δεν έχει φυσική παρουσία, και άρα ουσιαστική διεύθυνση και διαχείριση, και το οποίο δεν συνδέεται με ρυθμιζόμενο χρηματοπιστωτικό όμιλο.

Δημοφιλή μέσα

Όπως αναφέρεται, λόγω των ιδιαίτερων δυσκολιών που αντιμετωπίζονται για τη διαπίστωση των πραγματικών μετόχων / ιδιοκτητών λογαριασμών στο όνομα οργανισμών προσώπων με νομική προσωπικότητα (εταιρειών), αυτοί αποτελούν ένα από τα πιο «δημοφιλή» μέσα για νομιμοποίηση εσόδων από παράνομες δραστηριότητες και χρηματοδότησης της τρομοκρατίας, ιδιαίτερα όταν πρόκειται για εταιρείες οι οποίες δεν έχουν φυσική παρουσία και δραστηριότητες στη χώρα σύστασης (shell companies).

Τα πιστωτικά ιδρύματα θα πρέπει να λαμβάνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα για την πλήρη διαπίστωση της δομής ελέγχου και του ιδιοκτησιακού καθεστώτος των εταιρειών και την εξακρίβωση της ταυτότητας των πραγματικών δικαιούχων φυσικών προσώπων και των φυσικών προσώπων που ασκούν πραγματικό έλεγχο στην εταιρεία.

Ο όρος «shell company/entity» («εταιρείες κέλυφος») αναφέρεται σε εταιρεία περιορισμένης ευθύνης ή σε οποιαδήποτε άλλη νομική/επιχειρηματική οντότητα που φέρει τα ακόλουθα χαρακτηριστικά:

α) Δεν έχει καμία φυσική παρουσία ή δραστηριότητα στη χώρα της ίδρυσης/εγγραφής (εκτός από μια ταχυδρομική διεύθυνση).

β) Δεν έχει καμία εδραιωμένη επιχειρηματική δραστηριότητα, ελάχιστη ή καθόλου ανεξάρτητη οικονομική αξία και κανένα αποδεικτικό στοιχείο για το αντίθετο.

Παρά ταύτα, οι ακόλουθες περιστάσεις θα μπορούσαν να υποδηλώνουν επιχειρηματική δραστηριότητα:

i. η εταιρεία/οντότητα συστάθηκε/ιδρύθηκε με σκοπό την κατοχή μετοχικού κεφαλαίου ή μετοχών ή συμμετοχικών τίτλων άλλης επιχειρηματικής οντότητας ή οντοτήτων που ασχολούνται με νόμιμες επιχειρήσεις με αναγνωρίσιμο(ους) τελικό(ούς) δικαιούχο(ους)·

ii. η εταιρεία/οντότητα συστάθηκε/ιδρύθηκε με σκοπό την κατοχή άυλων ή άλλων περιουσιακών στοιχείων, συμπεριλαμβανομένων ακίνητης περιουσίας, πλοίων, αεροσκαφών, χαρτοφυλακίου επενδύσεων, χρέους και χρηματοπιστωτικών μέσων·

iii. η εταιρεία/οντότητα συστάθηκε/ιδρύθηκε για τη διευκόλυνση νομισματικών συναλλαγών και μεταβιβάσεων περιουσιακών στοιχείων, εταιρικών συγχωνεύσεων, καθώς και την εκτέλεση δραστηριοτήτων διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων και τη διαπραγμάτευση μετοχών

iv. η εταιρεία/οντότητα ενεργεί ως ταμίας για εταιρείες που αναγνωρίζονται ως όμιλος ή διαχειρίζεται τις δραστηριότητες του ομίλου.

Σε όλες τις περιπτώσεις εταιρειών/οντοτήτων, το ίδρυμα πρέπει να αποφασίζει αν θα συνάψει ή θα διατηρήσει μια επιχειρηματική σχέση εφαρμόζοντας μια προσέγγιση βασισμένη στον κίνδυνο σύμφωνα με το νομικό και κανονιστικό πλαίσιο και παρέχοντας πλήρως τεκμηριωμένη αιτιολόγηση μιας τέτοιας απόφασης η οποία θα πρέπει να τεκμηριώνεται/στοιχειοθετείται και να καταγράφεται δεόντως.

Ως επιπρόσθετο μέτρο επιμέλειας και στη βάση του υπολογιζόμενου κινδύνου από την επιχειρηματική σχέση με συγκεκριμένη εταιρεία, τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να διεξάγουν έρευνα και να παίρνουν πληροφορίες από το αρχείο που τηρείται στο γραφείο του Εφόρου Εταιρειών στην Κύπρο (για εγχώριες εταιρείες) ή αντίστοιχης αρχής στη χώρα σύστασης της εταιρείας στο εξωτερικό (για μη- κυπριακές εταιρείες) ή και να ζητούν πληροφορίες από άλλες πηγές ούτως ώστε να βεβαιώνονται ότι η αιτήτρια εταιρεία δεν έχει, ούτε βρίσκεται στο στάδιο της διάλυσης ή εκκαθάρισης ή διαγραφής από το μητρώο του Εφόρου Εταιρειών και βρίσκεται κανονικά εγγεγραμμένη ως λειτουργούσα επιχείρηση στο σχετικό μητρώο της αρμόδιας αρχής στην Κύπρο ή στο εξωτερικό.

Τονίζεται ότι εάν σε οποιοδήποτε μεταγενέστερο χρόνο υπάρξουν διαφοροποιήσεις στη δομή ή το ιδιοκτησιακό καθεστώς της εταιρείας ή εγερθούν υποψίες από αλλαγές που παρατηρήθηκαν στη φύση, οικονομικό και εμπορικό σκοπό των συναλλαγών που η εταιρεία διεξάγει μέσω του λογαριασμού της, τότε επιβάλλεται όπως διενεργηθεί περαιτέρω έλεγχος για διαπίστωση της φύσης και των τυχόν επιπτώσεων αυτών των αλλαγών στα έγγραφα και πληροφορίες που κατέχει το πιστωτικό ίδρυμα για την εταιρεία και συλλεγούν όλες οι απαραίτητες επιπρόσθετες πληροφορίες και στοιχεία για τη συμπλήρωση και επικαιροποίηση του οικονομικού προφίλ της εταιρείας.

Σύμφωνα με το άρθρο 61Α του νόμου, οι εταιρείες και οι άλλες νομικές οντότητες που έχουν συσταθεί στη Δημοκρατία, οφείλουν να αποκτούν και να φυλάσσουν επαρκείς, ακριβείς και επικαιροποιημένες πληροφορίες σχετικά με τους πραγματικούς δικαιούχους τους, συμπεριλαμβανομένων των λεπτομερειών σχετικά με τα δικαιώματα που κατέχουν οι πραγματικοί δικαιούχοι.

Οι εταιρείες και οι νομικές οντότητες που αναφέρονται πιο πάνω, οφείλουν να παρέχουν στις υπόχρεες οντότητες εκτός από τις πληροφορίες σχετικά με το νόμιμο δικαιούχο, πληροφορίες σχετικά με τον πραγματικό δικαιούχο, όταν οι υπόχρεες οντότητες λαμβάνουν μέτρα δέουσας επιμέλειας και προσδιορισμού ταυτότητας.

Το άρθρο 61A(4) του νόμου προνοεί ότι οι πληροφορίες αυτές φυλάσσονται σε κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων εταιρειών και άλλων νομικών οντοτήτων, το οποίο τηρείται στο γραφείο του Εφόρου Εταιρειών στην Κύπρο (για εγχώριες εταιρείες) το οποίο είναι προσβάσιμο στις υπόχρεες οντότητες για σκοπούς λήψης μέτρων δέουσας επιμέλειας και προσδιορισμού ταυτότητας ως προς τον πελάτη.

Νοείται ότι τα πιστωτικά ιδρύματα μπορούν να χρησιμοποιούν τις πληροφορίες από το κεντρικό μητρώο πραγματικών δικαιούχων μόνο ως επιπρόσθετο μέτρο προσδιορισμού ταυτότητας του πελάτη και δέουσας επιμέλειας, σύμφωνα πάντα και με τον υπολογιζόμενο κίνδυνο.

Σε περίπτωση όπου οι πληροφορίες που διαβιβάστηκαν από τον πελάτη διαφέρουν με αυτές που κρατούνται στις επίσημες αρχές να γίνει διερεύνηση από το πιστωτικό ίδρυμα και όπου απαιτείται να υποβάλλεται αναφορά υποψίας στη ΜΟΚΑΣ.

Στην περίπτωση που ο πελάτης που αιτείται άνοιγμα λογαριασμού είναι εταιρεία της οποίας ο άμεσα αποκλειστικός ή κύριος μέτοχος είναι άλλη εταιρεία (μητρική/ιθύνουσα) εγγεγραμμένη στην Κύπρο ή στο εξωτερικό, τότε τα πιστωτικά ιδρύματα οφείλουν όπως, προτού ανοίξουν το λογαριασμό, διαπιστώνουν τη δομή ιδιοκτησίας και να εξακριβώνουν την ταυτότητα των φυσικών προσώπων που είναι οι πραγματικοί δικαιούχοι ή/και που ελέγχουν τη μητρική/ιθύνουσα εταιρεία.

Επισυνάπτεται η οδηγία της Κεντρικής Τράπεζας.

Της Γεωργίας Χαννή