You are here

Πλήγμα σε αγορά και επενδύσεις η αύξηση επιτοκίων

07/11/2022 06:42

Σε απόγνωση βρίσκονται επιχειρήσεις και νοικοκυριά από τη νέα αύξηση των επιτοκίων που εκτινάσσει σε πρωτοφανή επίπεδα το κόστος δανεισμού.

Σύμφωνα με τους ειδικούς, βαρύτατο τίμημα θα πληρώσει και η ευρύτερη οικονομία και ιδιαίτερα η αγορά ακινήτων αλλά και οι νέες επενδύσεις, αφού αναμένεται να γίνει ακόμη πιο δύσκολη η παραχώρηση νέων δανείων.

Τονίζουν, ότι σε δύσκολη θέση θα βρεθούν οι υπερχρεωμένοι δανειολήπτες και τα νοικοκυριά, ειδικά τα χαμηλά εισοδηματικά στρώματα, διότι θα επιβαρυνθεί ακόμη περισσότερο ο οικογενειακός προϋπολογισμός, ο όποιος ήδη υποφέρει από την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια σε βασικά αγαθά.

Εκφράζουν επίσης την εκτίμηση ότι θα αυξηθούν περαιτέρω οι τιμές των αγαθών πρώτης ανάγκης και προμηνύουν για ένα πολύ δύσκολο χειμώνα.

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ προχώρησε σε νέα ιστορική αύξηση επιτοκίων στις 27 Οκτωβρίου, στην προσπάθεια της να τιθασεύσει τον πληθωρισμό που άγγιξε το 10% το Σεπτέμβριο. Προηγήθηκαν δύο άλλες αυξήσεις, τον Ιούλιο και το Σεπτέμβριο. Νέα αύξηση των επιτοκίων αναμένεται να αποφασιστεί στη νέα συνεδρία της ΕΚΤ στις 15 Δεκεμβρίου.

Η απόφαση της ΕΚΤ για αύξηση των επιτοκίων συνδέεται με τις προσπάθειες για συγκράτηση του πληθωρισμού. Ωστόσο, φέρνει και δραματικές επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία των κρατών-μελών της ευρωζώνης, περιλαμβανομένης και της Κύπρου.

Νοικοκυριά και επιχειρήσεις θα αναμετρηθούν με τα όρια τους

Ο οικονομολόγος, Στέλιος Πλατής, μιλώντας στη StockWatch, ανέφερε ότι «τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις θα κληθούν να πληρώσουν μεγαλύτερες μηνιαίες δόσεις για την εξυπηρέτηση του δανείου τους».

Σημείωσε ότι «το φετινό χειμώνα χιλιάδες νοικοκυριά αναμένεται να αναμετρηθούν με τα όρια των αντοχών τους, αφού το κόστος διαβίωσης εκτοξεύεται. Η αύξηση των επιτοκίων σημαίνει αύξηση του κόστους του χρήματος και μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος, είτε αυτό αφορά κατανάλωση ή πιθανές επενδύσεις από τις επιχειρήσεις».

Όσον αφορά τα νοικοκυριά, επεσήμανε ότι μειώνεται το διαθέσιμο εισόδημα, ενώ πλήττονται δυσανάλογα τα νοικοκυριά με τα χαμηλότερα εισοδήματα που είναι υπερχρεωμένα.

Στο σημείο αυτό ο κ. Πλατής, απηύθυνε συγκεκριμένες συστάσεις προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις.

«Για τα νοικοκυριά καθίσταται πλέον απαραίτητο να γίνεται συχνότερος οικογενειακός προϋπολογισμός και μείωση των αχρείαστων εξόδων. Για τις επιχειρήσεις είναι αναγκαίο όπως η κατάρτιση του προϋπολογισμού γίνεται με μεγάλη προσοχή ώστε κάποια ανοίγματα τα οποία βασίζονταν σε χρηματοδότηση να μελετηθούν πιο προσεκτικά μια και δύο φορές».

Παράλληλα, υπογράμμισε ότι ανεβαίνει και ο πήχης για επενδύσεις, συνεπώς ενδέχεται κάποια έργα που βρίσκονταν στα χαρτιά ή στη διαβούλευση να μην κλειδώσουν μέχρι να εξομαλυνθεί η κατάσταση ή ν’ ανασταλεί η έναρξη σε κάποια άλλα.

Ειδικότερα, εξήγησε ότι «όταν ανεβαίνει το κόστος του χρήματος η απαιτούμενη απόδοση μιας επένδυσης ανεβαίνει, άρα μειώνεται ο αριθμός των πιθανών επενδύσεων. Αφού στις πλείστες των περιπτώσεων ανεβάζει το απαιτούμενο ποσό σε απόδοση από μια επένδυση. Και αυτό περιορίζει το φάσμα των επενδύσεων».

Επιβάλλονται στοχευμένα μέτρα από την πολιτεία

Σύμφωνα με τον κ. Πλατή, επιβάλλονται στοχευμένα μέτρα στήριξης της ανάπτυξης από την πολιτεία, ιδιαίτερα όσο συνεχίζουμε να βιώνουμε σοκ προσφοράς σημαντικών πρώτων υλών οι οποίες δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο αναπτυξιακές και επενδυτικές πρωτοβουλίες».

Ειδικότερα στην Κύπρο, πρόσθεσε, «παρά το ότι δεν έχουμε δει ακόμη ουσιαστικά μέτρα στήριξης, θεωρώ πως επιβάλλονται και πως θα πρέπει ν’ αναμένονται. Τουλάχιστον ως μέρος μιας πανευρωπαϊκής στρατηγικής. Ιδιαίτερα προς τα χαμηλά και μεσαία εισοδηματικά στρώματα. Αλλά και προς την κατεύθυνση της υποστήριξης της ανάπτυξης».

Θα μετακυλήσουν τις αυξήσεις στα προϊόντα και υπηρεσίες 

Ο γενικός γραμματέας του ΚΕΒΕ, Μάριος Τσιακκής, ανέφερε στη StockWatch, ότι όσον αφορά τους δανειολήπτες, η αύξηση των επιτοκίων είναι μια πολύ αρνητική εξέλιξη διότι αυξάνεται το κόστος χρήματος και όσοι έχουν δάνεια ν’ αποπληρώσουν θα αυξηθεί η δόση τους.

Ανέφερε ότι «όσων τα δάνεια έγιναν μετά από σωστή και μελετημένη σύναψη συμφωνίας ενδεχομένως να καταφέρουν να ανταποκριθούν έστω και στην αυξημένη δόση. Για όσους όμως ήταν οριακές οι δυνατότητες αποπληρωμής των δόσεων τους, τότε θα έρθουν αντιμέτωποι με σοβαρά προβλήματα».

Ο κ. Τσιακκής, σχολίασε και τη δεύτερη, όπως είπε, πτυχή του προβλήματος από την αύξηση των επιτοκίων σημειώνοντας ότι «θα λειτουργήσει ανασταλτικά σε οποιεσδήποτε νέες επενδύσεις, νέα ανοίγματα και νέα δάνεια, διότι θα πρέπει κάποιος να συνυπολογίσει ότι θα έχει πλέον αυξημένο κόστος χρήματος και σε συνδυασμό με τη μείωση της καταναλωτικής και της οικονομικής ανάπτυξης, θα προβεί σε δεύτερες σκέψεις για επέκταση ή νέες επενδύσεις».

Παράλληλα, εξέφρασε την εκτίμηση ότι «θα είναι πολύ δύσκολο για τις επιχειρήσεις να απορροφήσουν τις νέες αυξήσεις όπως έγινε το προηγούμενο διάστημα που είχαν απορροφήσει μέρος των αυξήσεων, ως εκ τούτου θα αναγκαστούν να επιβάλουν το σύνολο των νέων αυξήσεων στα προϊόντα ή στις υπηρεσίες που πωλούν. Όσο παρατείνεται η κρίση, ο πληθωρισμός διατηρείται σε ψηλά επίπεδα και τα πράγματα ακριβαίνουν, γι’ αυτό οι επόμενοι μήνες αλλά και το 2023 προμηνύονται πολύ δύσκολοι», ανέφερε.

Θα καλύψουν οι επιχειρήσεις τις αυξήσεις

Ο διευθυντής του τμήματος επιχειρηματικής ανάπτυξης και οικονομίας της ΟΕΒ, Αντώνης Φραγκούδης, μιλώντας στη StockWatch, εξέφρασε την άποψη ότι ήταν αναπόφευκτη η αύξηση των επιτοκίων η οποία αποτελεί ένα από τα όπλα στη φαρέτρα της δημοσιονομικής πολιτικής της ΕΚΤ, για χαλιναγώγηση των πληθωριστικών πιέσεων και τάσεων.

Εξέφρασε ακόμη την εκτίμηση ότι θα έχει επιπτώσεις στην ανάπτυξη της οικονομίας και στους υφιστάμενους δανειολήπτες διότι θα αυξηθεί το κόστος της δόσης τους. Αντίστοιχα χαμένοι θα είναι και αυτοί που σκέφτονται σοβαρά να κάνουν ένα δάνειο διότι θα αυξηθεί και γι’ αυτούς το κόστος δανεισμού.

Ο κ. Φραγκούδης, εξέφρασε αντίθετη άποψη όσον αφορά τη μετακύληση των αυξήσεων από τις εταιρείες στα προϊόντα ή τις υπηρεσίες που προσφέρουν λέγοντας ότι οι επιχειρήσεις ενδεχομένως και αυτή τη φορά να απορροφήσουν μέρος της αύξησης.

Ενδεικτικά, είπε ότι «αν η αύξηση που θα επέλθει στη δόση δεν είναι μεγάλη, τότε η επιχείρηση θα την καλύψει μέσω των ημερήσιων εξόδων της.  Δεν συμφωνώ ότι θα κινηθούν οι τιμές προς τα πάνω, διότι αυτό θα τροφοδοτήσει περαιτέρω τον πληθωρισμό. Εάν όμως συνεχιστεί η αύξηση των επιτοκίων τότε σίγουρα οι επιχειρήσεις θα σκεφτούν άλλους τρόπους απορρόφησης των αυξήσεων».

Ο δείκτης τιμών καταναλωτή ανήλθε στο 8,8% τον Οκτώβριο από 8,7% το Σεπτέμβριο και 10,9% τον Ιούλιο που ήταν το ψηλότερο επίπεδο από τον Αύγουστο του 1981.

Της Ηρώς Ευθυμίου