You are here

ΚΤ: Κίνδυνοι από χαμηλά επιτόκια

21/04/2016 06:01
Κινδύνους από τα χαμηλά επιτόκια διαβλέπει σε έκθεση της για τον χρηματοοικονομικό τομέα η Κεντρική Τράπεζα, συνδέοντας το επιτοκιακό περιβάλλον με μειωμένες προοπτικές κερδοφορίας τόσο για τις τράπεζες όσο και για τις ασφαλιστικές.

Σε έκθεση της προς το κοινοβούλιο για την κατάσταση του χρηματοοικονομικού τομέα, η ΚΤ εντοπίζει σειρά κινδύνων για το σύστημα, οι πλείστοι εκ των οποίων σταθεροποιούνται ή μετριάζονται.

Ένας εκ των έξι κινδύνων ωστόσο, κινείται σε αντίθετη κατεύθυνση παρουσιάζοντας αυξανόμενη ευπάθεια, σύμφωνα με την Κεντρική Τράπεζα.

Η ΚΤ αναφέρεται σε μειωμένες προοπτικές κερδοφορίας για τις τράπεζες και τις ασφαλιστικές εταιρείες σε περιβάλλον χαμηλών επιτοκίων και μικρότερης ανάπτυξης.

Στην αξιολόγησή της, η ΚΤ κάνει αναφορά στις συνεχείς πιέσεις στην κερδοφορία, ιδιαίτερα για τις ασφαλιστικές εταιρείες του κλάδου ζωής.

Σε αυτό τον κλάδο οι χαμηλές αποδόσεις οδηγούν σε υψηλά τεχνικά αποθέματα, σημειώνει η ΚΤ, επισημαίνοντας ότι στον ασφαλιστικό τομέα, η κερδοφορία περιορίζεται λόγω του χαμηλού ρυθμού ανάπτυξης των ασφαλίστρων.

Η ΚΤ συνέβαλε καθοριστικά στη μείωση των δανειστικών επιτοκίων στις αρχές του 2015, επιβάλλοντας κεφαλαιακό πέναλτι στα υψηλά καταθετικά επιτόκια που πρόσφεραν οι τράπεζες.

Έκτοτε τα δανειστικά επιτόκια μειώθηκαν κατά περίπου 100 μονάδες βάσης, με αποτέλεσμα όμως να συρρικνωθεί σημαντικά η εισοδηματική βάση των τραπεζών.

Αναμένεται βελτίωση

Πέραν των χαμηλών επιτοκίων, η ΚΤ αναφέρεται σε σειρά άλλων κινδύνων οι οποίοι παρουσιάζουν σταθεροποίηση εκτιμώντας ότι σε κάποιες περιπτώσεις η κατάσταση θα βελτιωθεί περαιτέρω.

Βελτίωση αναμένεται σχετικά με τις ανησυχίες για την ποιότητα των δανειακών χαρτοφυλακίων που οφείλονται στην υπερβολική έκθεση του τραπεζικού τομέα σε μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Η ΚΤ εκτιμά ότι η αποφασιστική και αποτελεσματική εφαρμογή του νέου πλαισίου αφερεγγυότητας θα βοηθήσει στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Σε σχέση με τον υπερδανεισμό των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών, η ΚΤ να αναφέρει ότι το υψηλό επίπεδο δανεισμού των νοικοκυριών και των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων είναι πιθανό να δημιουργήσει δυσκολίες στην αποπληρωμή εάν υπάρξει απότομη μείωση των εισοδημάτων τους.

Ωστόσο, επικαλείται και σε αυτή την περίπτωση την εφαρμογή του νέου πλαισίου αφερεγγυότητας σημειώνοντας ότι η αποφασιστική εφαρμογή του μπορεί να μειώσει το συνολικό επίπεδο του δανεισμού και μπορεί να επιφέρει επιτάχυνση της αναδιάρθρωσης του χρέους στον ιδιωτικό τομέα. Η ΚΤ σημειώνει ότι αυτός ο κίνδυνος έχει σταθεροποιηθεί και αναμένεται να βελτιωθεί.

Ανάμεσα στους κινδύνους σημειώνεται ο περιορισμός της ρευστότητας και η παρατεταμένη περίοδος στενότητας των πιστωτικών συνθηκών λόγω της ασθενούς οικονομικής κατάστασης των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών. Η ΚΤ βλέπει σταθεροποίηση και βελτίωση σε αυτό το σημείο επισημαίνοντας ότι η εμπιστοσύνη των καταθετών εξακολουθεί να είναι ευάλωτη, παρόλο που οι εκροές καταθέσεων περιορίστηκαν σημαντικά.
Στις κύριες πηγές κινδύνων που εντοπίζει η ΚΤ για το χρηματοοικονομικό σύστημα, περιλαμβάνονται οι κίνδυνοι στον τομέα των ακινήτων και οι κίνδυνοι χρηματοδότησης.

Όσον αφορά στους κινδύνους στον τομέα ακινήτων σημειώνεται ότι οι τιμές φαίνεται να έχουν φτάσει στο κατώτατο επίπεδο και εκτιμάται ότι πιθανόν, να υπάρξει ανάκαμψη μεσοπρόθεσμα, δεδομένων των ενδείξεων αυξημένης ζήτησης τόσο από ξένους, όσο και από το εσωτερικό.

Ωστόσο, η ΚΤ επισημαίνει ότι είναι δύσκολο να εκτιμηθούν με βεβαιότητα οι προοπτικές για ανάκαμψη της αγοράς ακινήτων, τονίζοντας την ανάγκη για στενή παρακολούθηση του τομέα λόγω της σημασίας του, τόσο για τα περιουσιακά στοιχεία των νοικοκυριών όσο και για τα δανειακά χαρτοφυλάκια των τραπεζών.

Σε σχέση με τους κινδύνους χρηματοδότησης, η ΚΤ κάνει λόγο για αύξησή τους μετά τα μέτρα διάσωσης με ίδια μέσα, δηλαδή του bail-in των ανασφάλιστων πιστωτών και τον κλονισμό της εμπιστοσύνης.

Η πρόσβαση σε βιώσιμη μεσοπρόθεσμη και μακροπρόθεσμη χρηματοδότηση εξακολουθεί να αποτελεί πρόκληση για τις τράπεζες, καθώς η χρηματοδότηση από την ΚΤ εξακολουθεί να αποτελεί σημαντικό μέρος της χρηματοδοτικής βάσης, όπως σημειώνεται.

Αναγνωρίζεται ότι οι τράπεζες έχουν καταφέρει να μειώσουν την εξάρτηση τους από την παροχή χρηματοδότησης από την ΚΤ και οι καταθέσεις τους έχουν αυξηθεί, ενώ οι απαιτήσεις της ΚΤ έναντι πιστωτικών ιδρυμάτων της ευρωζώνης έχουν μειωθεί από το μέγιστο ποσό των €11,4 δισ. τον Μάρτιο του 2013 σε €3,8 δισ. τον Δεκέμβριο του 2015.

Η ΚΤ υπογραμμίζει ότι η διατήρηση της εμπιστοσύνης είναι ουσιαστικής σημασίας για τη χρηματοοικονομική σταθερότητα.

Για τους δύο τελευταίους παράγοντες κινδύνου που αφορούν στον τομέα ακινήτων και την χρηματοδότηση, η ΚΤ εντοπίζει σταθεροποίηση χωρίς να αναφέρεται σε προοπτική βελτίωσης.

Της Μαρίας Χαμπή

Επισυνάπτεται η έκθεση της Κεντρικής Τράπεζας.