You are here

Το Ανώτατο απέρριψε προσφυγές της ASP

20/05/2011 11:26
Το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε δύο προσφυγές της Aspis Holdings κατά αποφάσεων της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς που αφορούσαν επιβολές προστίμων, όπως αναφέρεται σε ανακοίνωση της ΕΚ.

Η πρώτη προσφυγή αφορούσε πρόστιμο ύψους €30 χιλ. το οποίο επιβλήθηκε στην Aspis Holdings Public Company Ltd για παράβαση του άρθρου 19 όπως εξειδικεύεται από το άρθρο 20(1)(γ) του Νόμου Κατάχρησης της Αγοράς λόγω του ότι προέβηκαν σε παραπλανητική δήλωση προς το επενδυτικό κοινό.

Οι λόγοι της προσφυγής ήταν κυρίως ότι υπήρξε πλάνη καθότι δεν λήφθηκε υπόψη ολόκληρη η ανακοίνωση της εταιρείας, δεν δόθηκε δικαίωμα ακρόασης, δεν καταγράφηκαν οι απόψεις των δύο ερευνώντων λειτουργών και η σύνθεση έπασχε, λόγω παράτυπης κλήτευσης μέλους της Επιτροπής.

Στις 20.12.2010 το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της Εταιρείας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό παράτυπης κλήτευσης μέλους της Επιτροπής, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι αυτό που έχει σημασία είναι ότι το μέλος κλήθηκε να παραστεί στη συνεδρία έγκαιρα, ανεξάρτητα αν το μέλος απέστειλε την απάντηση του στην πρόσκληση σε μεταγενέστερο χρόνο της επίδικης συνεδρίας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε το δικαίωμα ακρόασης για το ύψος της ποινής, το Δικαστήριο επανέλαβε το σκεπτικό της απόφασης στην υπόθεση ΕΚ vs Εξέλιξη Επενδυτική Λτδ, ότι δηλαδή ο κατατεμαχισμός της διαδικασίας και η διεξαγωγή της σε πολλά στάδια δεν θα εξυπηρετούσε κανένα σκοπό.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν λήφθηκε υπόψη ολόκληρη η ανακοίνωση της Εταιρείας, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι το περιεχόμενο ολόκληρης της ανακοίνωσης θα πρέπει να λαμβάνεται υπόψη. Όμως αρκεί, όταν ένα μέρος της περιέχει πληροφόρηση η οποία έχει σκοπό να δώσει ψευδή ή παραπλανητική ένδειξη σχετικά με χρηματοοικονομικά μέσα. Η παράβαση συντελείται από το γεγονός και μόνο της διάδοσης πληροφοριών από πρόσωπο που γνωρίζει ότι πρόκειται για ψευδείς ή παραπλανητικές πληροφορίες.

Αναφορικά με τη μη καταγραφή της άποψης των δύο ερευνώντων λειτουργών, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η Επιτροπή δεν ήταν υποχρεωμένη να καταγράψει αυτούσιες τις απόψεις των λειτουργών της, αφού ο ρόλος τους ήταν καθαρά ενημερωτικός.

Η δεύτερη προσφυγή αφορούσε πρόστιμο ύψους €20 χιλ. το οποίο επιβλήθηκε στην Aspis Holdings Public Company Ltd για παράβαση των άρθρων 5(στ), 6 και 17(1) του περί Δημοσίων Προτάσεων Εξαγοράς Νόμου (υπέβαλαν πρόταση εξαγοράς προς άλλη εταιρεία χωρίς να υποβληθεί η νενομισμένη βεβαίωση για το χρηματικό ποσό της αντιπαροχής και τη διαθεσιμότητα του).

Οι λόγοι της προσφυγής ήταν κυρίως ότι λήφθηκε υπόψη προηγούμενη συμπεριφορά της Εταιρείας σε παρόμοια περίπτωση, δεν δόθηκε δικαίωμα ακρόασης και η απόφαση ήταν προϊόν εσφαλμένης ερμηνείας του Νόμου.

Στις 22.03.2011 το Ανώτατο Δικαστήριο απέρριψε την προσφυγή της εταιρείας.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι λήφθηκε υπόψη προηγούμενη συμπεριφορά της Εταιρείας σε παρόμοια περίπτωση, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι η συμπεριφορά αυτή λήφθηκε υπόψη κατά τον καθορισμό του ύψους του προστίμου και όχι για να συντελεστεί η παράβαση, κάτι που είναι απολύτως επιτρεπτό.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι δεν δόθηκε το δικαίωμα ακρόασης για το ύψος της ποινής, το Δικαστήριο αποφάσισε ότι από τη στιγμή που η διαδικασία που ακολουθείται έχει καθοριστεί από τη νομολογία ως διοικητική, δεν επιβάλλεται υποχρέωση να ακουστούν οι αιτητές πριν την επιβολή προστίμου.

Αναφορικά με τον ισχυρισμό ότι η απόφαση ήταν προϊόν εσφαλμένης ερμηνείας του Νόμου, οι αιτητές ισχυρίστηκαν ότι το έγγραφο που κατέθεσαν ήταν «προσχέδιο» και όχι η επίσημη πρόταση, επομένως δεν επιβαλλόταν να συμπεριληφθεί η τραπεζική βεβαίωση. Το Δικαστήριο αποφάσισε ότι στο Νόμο δεν αναφέρεται πουθενά η δυνατότητα υποβολής προσχεδίου εγγράφου δημόσιας πρότασης. Επομένως ο χαρακτηρισμός του εγγράφου ως «προσχεδίου» δεν αλλοιώνει τη νομική υπόσταση του εγγράφου.