You are here

PWC: Διευκρινίσεις για έρευνα StockWatch

25/08/2003 09:02
Έντονη συζήτηση στους ελεγκτικούς κύκλους προκάλεσε η έρευνα που δημοσίευσε την περασμένη βδομάδα η StockWatch για τα μερίδια και τα εισοδήματα των ελεγκτών από εισηγμένες εταιρείες τα δύο τελευταία χρόνια. Χαρακτηριστική των αντιδράσεων που προκάλεσε η έρευνα ήταν η επιστολή του Διευθύνοντος Συνεταίρου των PricewaterhouseCoopers (PWC), Φειδία Πηλείδη, στη StockWatch με την οποία ο οίκος παρέχει επιπρόσθετες πληροφορίες για τις χρεώσεις της Libra και παραθέτει τις δικές του εκτιμήσεις για τα μερίδια των τεσσάρων μεγαλύτερων οίκων στον έλεγχο εταιρειών του ΧΑΚ.

Η επιστολή, την οποία παραθέτουμε πιο κάτω αυτούσια μαζί με την απαντητική επιστολή της StockWatch, εξηγεί ότι από τις χρεώσεις ύψους £451 χιλιάδων που αναγράφονται στους λογαριασμούς της Libra, η αμοιβή των PWC είναι £95 χιλιάδες για τη Libra και £35 χιλιάδες για τη θυγατρική της D.H. Cyprotels, ενώ οι υπόλοιπες £321 χιλιάδες αφορούν τον έλεγχο εταιρειών του συγκροτήματος από άλλους οίκους κυρίως στο Ηνωμένο Βασίλειο. Το 2001 τα ελεγκτικά δικαιώματα που πλήρωσε η Libra ανήλθαν στις £176 χιλιάδες.

Με βάση αυτά τα επιπρόσθετα στοιχεία – τα οποία δεν αναφέρονται στους λογαριασμούς της εταιρείας – το μερίδιο της Libra στο χαρτοφυλάκιο των δημοσίων εταιρειών που ελέγχουν οι PWC ανέρχεται στο 8% και της Λαϊκής στο 18%. Δεν διευκρινίζεται πιο είναι το ποσοστό της Libra και της Λαϊκής στο συνολικό χαρτοφυλάκιο των PWC.

Οι PWC αναφέρουν επίσης ότι η αύξηση των χρεώσεων του οίκου μετά την αφαίρεση της αμοιβής τους από τον έλεγχο της Λαϊκής, τον οποίο διεκδίκησαν επιτυχώς το 2002, είναι 5%. Το στοιχείο αυτό είναι ενισχυτικό της γενικής διαπίστωσης της έρευνας της StockWatch ότι παρά την ευρύτερη οικονομική ύφεση τα ελεγκτικά γραφεία κατάφεραν να αυξήσουν τις χρεώσεις τους. Το 2002 η «πίττα» των ελεγκτών ανήλθε στα £4 εκ. έναντι £3,4 εκατομμυρίων που ήταν το 2001. Εντούτοις, με βάση τις διευκρινίσεις των PWC η αύξηση των δικών τους χρεώσεων φαίνεται να είναι μικρότερη από την γενική αύξηση 15% που υπήρξε στα ελεγκτικά εισοδήματα.

Τέλος, οι PWC παραθέτουν τις δικές τους εκτιμήσεις για τον διαμοιρασμό της «πίττας» των εισηγμένων, με βάση την κεφαλαιοποίηση των εισηγμένων εταιρειών, αντί με βάση τα ελεγκτικά δικαιώματα ή τον αριθμό εταιρειών. Με βάση τις εκτιμήσεις των PWC, τα μερίδια έχουν ως εξής:

Ελεγκτικός οίκος

PricewaterhouseCoopers: 35%
Ernst & Young: 27%
KPMG: 26%
Deloitte & Touche: 4%
Άλλοι οίκοι: 8%


Παραθέτουμε την επιστολή των PWC:

Αγαπητέ Κύριε

Διαβάσαμε με μεγάλο ενδιαφέρον στην ιστοσελίδα σας τις δημοσιεύσεις με τίτλο “Ελεγκτές: Μάχη για τα 4 εκ. των εισηγμένων” και “Η πίττα των ελεγκτών”, ημερομηνίας 21 και 20 Αυγούστου. Θα θέλαμε να σας συγχαρούμε γι’ αυτή σας την πρωτοβουλία που πιστεύουμε πως συνεισφέρει στην προσπάθεια για ολοκληρωμένη και ορθή ενημέρωση. Ακριβώς για να ενισχύσουμε αυτή την προσπάθεια θα θέλαμε να αναφερθούμε σε ορισμένα σημεία της ανάλυσης σας που πιστεύουμε πως πρέπει να διευκρινιστούν.

Στις ενοποιημένες οικονομικές καταστάσεις παρουσιάζεται το άθροισμα της αμοιβής όλων των ελεγκτών των εταιρειών του συγκροτήματος. Γι’ αυτό, όταν εμπλέκονται στον έλεγχο πέραν του ενός ελεγκτικού οίκου, η συνολική αμοιβή που παρουσιάζεται στις οικονομικές καταστάσεις δεν αφορά μόνο τον ελεγκτή του συγκροτήματος. Συγκεκριμένα, η αμοιβή μας για τον έλεγχο του συγκροτήματος Libra για το 2002 ήταν £95.000 και της θυγατρικής της, επίσης εισηγμένης, D.H. Cyprotels £35.000. Οι άλλες £321.000 αφορούσαν τον έλεγχο εταιρειών του συγκροτήματος από άλλους ελεγκτικούς οίκους, κατά κύριο λόγο στο Ηνωμένο Βασίλειο.

Επομένως όσον αφορά τη ‘διασπορά του χαρτοφυλακίου’ η αμοιβή μας από το συγκρότημα Libra αντιπροσωπεύει το 8% και ο Όμιλος Λαϊκής το 18% των συνολικών ελεγκτικών εισοδημάτων μας από δημόσιες εταιρείες. Εάν τα ποσοστά αυτά υπολογιστούν με βάση τα συνολικά ελεγκτικά εισοδήματα του Οίκου μας, όπως θα ήταν ορθότερο, τα ποσοστά που προκύπτουν είναι κατά πολύ μικρότερα.

Λαμβάνοντας υπόψη το πιο πάνω η συνολική αμοιβή μας από εισηγμένες εταιρείες το 2002 ήταν £1.188.000. Επειδή διοριστήκαμε ελεγκτές του Ομίλου Λαϊκής για το 2002, για σκοπούς σύγκρισης με το 2001 θα πρέπει να αφαιρεθεί αυτή η αμοιβή από τα εισοδήματα του 2002. Επομένως με βάση τη δική σας ανάλυση η αύξηση των χρεώσεων μας για ελεγκτικές υπηρεσίες προς εισηγμένες εταιρείες το 2002 ήταν 5%.

Επιπρόσθετα πιστεύουμε πως είναι πιο ενδεικτικό να υπολογίζεται το μερίδιο αγοράς με βάση την κεφαλαιοποίηση των εταιρειών που ελέγχει ο κάθε οίκος παρά με τον αριθμό των Εταιρειών. H κεφαλαιοποίηση εμπεριέχει το στοιχείο του μεγέθους των εταιρειών. Παραθέτουμε πιο κάτω τα μερίδια αγοράς για τους ελέγχους του 2002 με βάση τη σημερινή κεφαλαιοποίηση των εταιρειών:

Ελεγκτικός οίκος

PricewaterhouseCoopers: 35%
Ernst & Young: 27%
KPMG: 26%
Deloitte & Touche: 4%
Άλλοι οίκοι: 8%

Η αμοιβή μας βασίζεται στο βαθμό της ευθύνης και ικανότητας που απαιτείται και το χρόνο που χρειάζεται για να διεκπεραιωθεί η ελεγκτική εργασία. Πρώτιστο μέλημα μας είναι η ποιότητα και η παροχή υψηλού επιπέδου υπηρεσιών με αίσθημα ευθύνης που πηγάζει από την ηγετική μας θέση στην Κύπρο αλλά και διεθνώς.

Με εκτίμηση


Φειδίας Πηλείδης
Διευθύνων Συνέταιρος


Παραθέτουμε την απαντητική επιστολή της StockWatch:

Αξιότιμε κύριε Πηλείδη,

Σας ευχαριστούμε για τα ευγενικά σας σχόλια και για τις ενδιαφέρουσες διευκρινίσεις σας.

Η έρευνα βασίστηκε στα επίσημα στοιχεία που δημοσιεύουν οι εισηγμένες εταιρείες στις ετήσιες τους εκθέσεις. Ευελπιστούμε ότι την καλή σας πρόθεση να δημοσιοποιήσετε αναλυτικά στοιχεία για τον έλεγχο της Libra θα επιδείξουν και άλλοι οίκοι σε ανάλογες περιπτώσεις, ούτως ώστε σε μελλοντικές δημοσιεύσεις μας επί του θέματος, να έχουμε πιο ολοκληρωμένη εικόνα για τις συνολικές χρεώσεις και για τη διασπορά χαρτοφυλακίου του κάθε ελεγκτικού γραφείου.

Συμφωνούμε μαζί σας ότι τα ποσοστά που αφορούν τη διασπορά κεφαλαίου είναι πολύ μικρότερα για την PWC – και για τους άλλους οίκους – εάν συγκριθούν με το συνολικό πελατολόγιο αντί με το πελατολόγιο των εισηγμένων εταιρειών. Η έρευνα μας βασίστηκε στις εισηγμένες εταιρείες λόγω διαθεσιμότητας των στοιχείων. Ίσως μια μελλοντική μελέτη να έπρεπε να ερευνήσει και την διασπορά του συνολικού πελατολογίου των ελεγκτών, εάν και εφόσον τα στοιχεία αυτά γίνουν διαθέσιμα.

Αναφορικά με τα εισοδήματα της Λαϊκής, παρακαλούμε όπως σημειώσετε ότι η αναφορά μας είναι σε αύξηση εισοδημάτων και όχι σε «αύξηση χρεώσεων». Στην περίπτωση, δε, της PWC αποδίδουμε την αύξηση των εισοδημάτων και «στην επιτυχή διεκδίκηση του ελέγχου του Ομίλου Λαϊκής από τους Deloitte and Touche».

Είναι όντως πιο ενδεικτικό να υπολογίζεται το μερίδιο αγορά ς με βάση την κεφαλαιοποίηση της κάθε εταιρείας. Η απόφαση να βασιστούμε στις ελεγκτικές χρεώσεις βασίστηκε στο ότι (1) οι χρεώσεις αυτές ήδη λαμβάνουν υπόψη σε κάποιο βαθμό την κεφαλαιοποίηση και στο ότι (2) η χαμηλή εμπορευσιμότητα πολλών εισηγμένων εταιρειών επιφέρει ουσιώδεις στρεβλώσεις σε μετρήσεις που βασίζονται στην τρέχουσα ή την ιστορική αξία της μετοχής τους.

Με εκτίμηση,



Αντώνης Α. Έλληνας
Διευθύνων Συντάκτης
StockWatch Ltd