Στις εξελίξεις στον τομέα της τεχνολογίας και το πώς επηρεάζουν την αγορά εργασίας, αναφέρθηκε ο νομπελίστας, Χριστόφορος Πισσαρίδης στο πλαίσιο της ετήσιας διάλεξής του στο Πανεπιστήμιο Κύπρου.
Ο κ. Πισσαρίδης, σημειώσε ότι η εργασία στο μέλλον θα κυριαρχείται από τις ψηφιακές τεχνολογίες, τονίζοντας ότι απαιτείται η ορθή αντιμετώπιση από τις κυβερνήσεις και τις επιχειρήσεις, «διαφορετικά θα οδηγηθούμε σε μη-βιώσιμα αποτελέσματα».
Πρόσθεσε ότι απαιτείται η έμπρακτη συμμετοχή των εργαζομένων στις πολιτικές των επιχειρήσεων και πως οι επιχειρήσεις πρέπει να επικεντρωθούν στην ποιότητα των θέσεων εργασίας και όχι απλά στην προσφερόμενη αμοιβή.
Σύμφωνα με τον κ. Πισσαρίδη, θα υπάρξουν σοβαρές ελλείψεις εργατικού δυναμικού, ειδικότερα των καλά καταρτισμένων εργαζομένων, ενώ προσοχή πρέπει να δοθεί στα πρότυπα υγείας και το περιβαλλοντικό αποτύπωμα.
«Οι επιχειρήσεις πρέπει να ανταποκριθούν στις εξελίξεις, ώστε να προσελκύσουν εταιρείες, ειδικότερα στην τουριστική βιομηχανία», τόνισε.
Μεγάλες καινοτομίες
Στο πλαίσιο της ομιλίας του, ο κ. Πισσαρίδης έκανε αναφορά στις μεγάλες καινοτομίες που έχουν φέρει μια σειρά από βιομηχανικές επαναστάσεις.
«Είναι περίοδοι εντατικών αλλαγών στην τεχνολογία, νέων κοινωνικών θεσμών, επιστημονικής ανάπτυξης, καταπολέμησης της φτώχιας και προόδου στην ποιότητα ζωής», τόνισε.
Πρόσθεσε ότι κάθε βιομηχανική επανάσταση χαρακτηρίζεται από μια νέα σημαντική καινοτομία, που συνήθως έχει να κάνει με ενέργεια (1η επανάσταση), ηλεκτρισμό (2η επανάσταση), ηλεκτρονικούς υπολογιστές (3η επανάσταση), τεχνητή νοημοσύνη (4η επανάσταση).
Η τελευταία, είπε, σχετίζεται με τη χρήση της ηλεκτρικής ενέργειας για την επεξεργασία στατιστικών δεδομένων και ανάπτυξη νέων δεξιοτήτων.
Σύμφωνα με τον κ. Πισσαρίδη, η οικονομική ανάπτυξη μπορεί να ωφελήσει την κοινωνία στο σύνολό της, μόνο αν είναι βιώσιμη και συμπεριληπτική.
«Οι νέες ψηφιακές τεχνολογίες έχουν την δυνατότητα να το πετύχουν, αλλά μόνο αν αναπτυχθούν και εφαρμοστούν σωστά», τόνισε.
Δυσοίωνα μηνύματα
«Δυστυχώς οι οιωνοί δεν είναι ενθαρρυντικοί. Η ανισότητα αυξάνεται, πολλές ομάδες πληθυσμού δεν έχουν ωφεληθεί από την ανάπτυξη των τελευταίων 20 χρόνων, οι περισσότερες θέσεις εργασίας που ανοίγουν για τους ανειδίκευτους δεν είναι ικανοποιητικές. Βλέπουμε μεγάλη χρήση ψηφιακών τεχνολογιών για πολιτικούς ή στρατιωτικούς σκοπούς», υπογράμμισε ο νομπελίστας ακαδημαϊκός.
Ο κ. Πισσαρίδης, ανέφερε ότι η εισαγωγή των υπολογιστών τις δεκαετίες 1980-90 προκάλεσε την «πόλωση» (polarization) της αγοράς εργασίας, σημειώνοντας ότι οι υπολογιστές βοήθησαν κυρίως τα επαγγέλματα υψηλών εισοδημάτων, επηρέασαν αρνητικά κυρίως τα εισοδήματα της μεσαίας τάξης, ενώ δεν βοήθησαν τα κατώτερα εισοδηματικά στρώματα.
Αναφερόμενος στη ρομποτική τεχνολογία, είπε ότι τα ρομπότ επηρεάζουν θετικά την παραγωγικότητα και την ανταγωνιστικότητα, αλλά, όπως και οι υπολογιστές, ωφέλησαν κυρίως προσωπικό υψηλών εισοδημάτων, επιδρώντας αρνητικά στο εργατικό προσωπικό χαμηλών εισοδημάτων.
Όσον αφορά την τεχνητή νοημοσύνη, παρατήρησε ότι είναι πολύ πιο πρόσφατη τεχνολογία με πολύ πιο εκτεταμένες επιπτώσεις.
Η βάση της τεχνητής νοημοσύνης είναι τα «μεγάλα δεδομένα» (big data) και οι προγραμματιστές που γράφουν τα προγράμματα για την επεξεργασία τους.
«Το ‘πρόβλημα’ που αντιμετωπίζουμε με την τεχνητή νοημοσύνη είναι ότι με την ανάπτυξη όλο και πιο περίπλοκων προγραμμάτων γίνεται δυσκολότερη η κατανόηση των δυνατοτήτων των υπολογιστών», επεσήμανε.
Αναφερόμενος στις επιπτώσεις της τεχνολογίας τεχνητής νοημοσύνης, σημείωσε ότι πολλοί θεωρούν πως πλησιάζουμε στο «τέλος της εργασίας», κάτι το οποίο δεν συμμερίζεται ο ίδιος, ενώ άλλοι θεωρούν πως μόνο μικρά ποσοστά θέσεων εργασίας θα επηρεαστούν αρνητικά.
«Οπωσδήποτε η τεχνητή νοημοσύνη θα προωθήσει δυναμικό με δεξιότητες STEM (επιστήμη, τεχνολογία, μηχανική, μαθηματικά) ή STEAM (τέχνες ή σχέδιο, art and design)», τόνισε.
Μεγέθυνση των ανισοτήτων
Δυσοίωνες χαρακτήρισε παράλληλα, τις προοπτικές σε ότι αφορά το ενδεχόμενο πρόκλησης ακόμα μεγαλύτερων ανισοτήτων.
«Από τις αρχές της ψηφιοποίησης, και κυρίως της ρομποτικής, πολλοί υποστήριξαν πως θα χαθούν πολλές θέσεις εργασίας. Αν και μπορούμε να χαρακτηρίσουμε υπερβολικές τις απόψεις αυτές, ο φόβος μιας τέτοιας εξέλιξης εξακολουθεί να υφίσταται», ανέφερε.
Σύμφωνα με την πιο πρόσφατη στατιστική έρευνα της ΕΕ (CEDEFOP), οι εργαζόμενοι θεωρούν υψηλότερη την πιθανότητα να χάσουν τις θέσεις εργασίας που κατέχουν, από ότι μπορεί να δικαιολογηθεί με αυτά που γνωρίζουμε για τις νέες τεχνολογίες.
Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΟΟΣΑ, του McKinsey Global Institute και άλλων οργανισμών/ινστιτούτων, είναι πιθανό την επόμενη δεκαετία, το ποσοστό θέσεων εργασίας που θα χαθεί να είναι περίπου 20%, με τη διαδικασία να επιταχύνεται από την πανδημία.
Ωστόσο, αναμένεται ότι ένας αντίστοιχος αριθμός θέσεων εργασίας θα τις αναπληρώσει.
Τομείς στους οποίους χάνονται θέσεις εργασίας
Ο κ. Πισσαρίδης αναφέρθηκε στους τομείς όπου χάνονται θέσεις εργασίας που είναι η βιομηχανία, το λιανικό εμπόριο, η παροχή υπηρεσιών τροφίμων και οποιαδήποτε δραστηριότητα μπορεί να αυτοματοποιηθεί.
Σημείωσε ωστόσο, ότι η αναγκαιότητα των ψηφιακών δεξιοτήτων αναμένεται και σε μη-τεχνικούς τομείς.
«Το εργατικό δυναμικό στο σύνολο του θα πρέπει να αποκτήσει ψηφιακές δεξιότητες, με την ίδια λογική που δύο γενιές νωρίτερα έπρεπε να αποκτήσει σχολική μόρφωση», είπε.
Την ίδια στιγμή, ανέφερε ότι νέες θέσεις εργασίας αναμένεται να ανοίξουν στην παροχή υπηρεσιών φιλοξενίας, υγείας και φροντίδας, αλλά και στην παροχή προσωπικών υπηρεσιών.
Πρόκληση η προετοιμασία για νέα καθήκοντα
«Υπό το πρίσμα της μετακίνησης των εργαζομένων, η πρόκληση που αντιμετωπίζει η αγορά εργασίας είναι η παροχή των κατάλληλων μέσων, ώστε να διασφαλίζεται η προετοιμασία των εργαζομένων για την ανάληψη νέων καθηκόντων», σημείωσε ο κ. Πισσαρίδης.
Πρόσθεσε ότι τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι κυβερνήσεις μπορούν να διαδραματίσουν ενεργό ρόλο στην ομαλοποίηση της μετακίνησης των εργαζομένων.
Σημείωσε ότι οι επιχειρήσεις πρέπει να αναπτύξουν προγράμματα κατάρτισης και ευκαιρίες για αλλαγή ρόλων εντός των οργανισμών τους, προκειμένου να βελτιωθεί η αντιστοίχιση μεταξύ εργαζομένων και θέσεων εργασίας, ενώ οι εργαζόμενοι πρέπει να αντιληφθούν ότι η μετακίνηση δεν τους επιβάλλεται, αλλά θα πρέπει να επιδιώκεται.
«O καλύτερος τρόπος για να επιτευχθεί η ομαλή μετάβαση είναι η εγκατάλειψη της παλαιάς μορφής διαχείρισης (management) και η αναδιάρθρωση των θέσεων εργασίας».
Αναφερόμενος στις προκλήσεις, σημείωσε ότι η τυπική εκπαίδευση δεν είναι αρκετή τονίζοντας ότι τα αποτελέσματα είναι καλύτερα όταν υπάρχει συνεργασία μεταξύ επιχειρήσεων, πανεπιστημίων και δημοσίου τομέα, τόσο στην έρευνα, όσο και στην κατάρτιση.
«Απαιτείται περισσότερη και καλύτερα σχεδιασμένη εκπαίδευση σε όλα τα επίπεδα, εκσυγχρονισμένη και ευέλικτη διδασκαλία, διδασκαλία δεξιοτήτων STEM αλλά και διαχειριστικών (management) και κοινωνικών δεξιοτήτων, διοργάνωση προγραμμάτων κατάρτισης σε επίπεδο επιχείρησης, παροχή καλών υποδομών, κυρίως ψηφιακών υποδομών και παροχή βοήθειας στις νεοσύστατες (start-ups) επιχειρήσεις, π.χ. διευκόλυνση του ξεκινήματος τους, γρήγορη επίλυση πιθανών διαφορών και όχι στιγματισμό για τις αποτυχίες τους».
Κοινωνικές δεξιότητες
Σύμφωνα με τον κ. Πισσαρίδη, πολλές από τις θέσεις εργασίας του μέλλοντος θα απαιτούν κοινωνικές δεξιότητες.
Αυτές αφορούν τον τομέα της φιλοξενίας, της φροντίδας παιδιών και ηλικιωμένων, αρρώστων κλπ.
Η εκπαίδευση και η κατάρτιση για αυτές τις δεξιότητες δεν είναι ακόμα αρκετά διαδεδομένη, επεσήμανε.
Επίσης, αναγκαίες θα είναι όπως ανέφερε, δεξιότητες σε σχέση με την εξ’ αποστάσεως εργασία, όπου απαιτείται η χρήση υπολογιστών, περισσότερη αυτονομία και αυτοπειθαρχία.