You are here

Μεγάλο χάσμα μεταξύ τραπεζών και υπαλλήλων

07/06/2019 06:15

Μεγάλο είναι το χάσμα που χωρίζει τις τράπεζες και την συντεχνία των υπαλλήλων τους ΕΤΥΚ σε ότι αφορά την ανανέωση των συλλογικών συμβάσεων στο χρηματοπιστωτικό τομέα.

Οι περίπου 9 χιλ. τραπεζικοί υπάλληλοι διεκδικούν σταδιακή αποκατάσταση μισθών που είχαν αποκοπεί λόγω της τραπεζικής κρίσης το 2013, την καταβολή προσαυξήσεων και ΑΤΑ.

Οι τράπεζες εκτιμούν ότι τυχόν ικανοποίηση των αιτημάτων που έχει υποβάλει η συντεχνία, θα κλονίσει, όπως ισχυρίζονται, τη βιωσιμότητα τους, καθώς θα επωμιστούν ένα επιπρόσθετο κόστος πέραν του 5% πάνω στο σύνολο του υφιστάμενου μισθολογίου.

Η συζήτηση γίνεται υπό το βάρος στοιχείων που δείχνουν ότι στις κυπριακές τράπεζες μειώνεται ο αριθμός των υπαλλήλων αλλά παραμένει στα επίπεδα χωρών με διπλάσιο και τριπλάσιο πληθυσμό.

Γίνεται επίσης στη σκιά των απανωτών αυξήσεων που λαμβάνουν τα τελευταία χρόνια οι δημόσιοι υπάλληλοι και των δικαστικών αποφάσεων για αποκατάσταση των μισθών στα επίπεδα πριν την κρίση.

Η ΕΤΥΚ υποστηρίζει ότι στις δύο συστημικές τράπεζες, δηλαδή στην Τράπεζα Κύπρου και στην Ελληνική, το ύψος των αποκοπών από το 2013 μέχρι το 2016 υπολογίζεται στο 15% ενώ το αντίστοιχο ύψος των αποκοπών στις υπόλοιπες τράπεζες κυμαίνεται μεταξύ 10% και 12%.

Η υποβόσκουσα από τις αρχές του έτους εργατική κρίση στις τράπεζες παρατείνεται χωρίς να υπάρχουν θετικές ενδείξεις ότι οι δύο πλευρές θα τα βρουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.

Οι συλλογικές συμβάσεις στις τράπεζες έληξαν στις 31 περασμένου Δεκεμβρίου, πλην αυτής της Τράπεζας Κύπρου η ανανέωση της οποίας εκκρεμεί από τον Δεκέμβριο του 2017.

Έξι μήνες μετά τη λήξη των συμβάσεων, τα δύο μέρη δεν έχουν καθίσει ακόμη σε ουσιαστικές διαπραγματεύσεις.

Σύμφωνα με πληροφορίες που έχει συγκεντρώσει η StockWatch, τόσο από εργοδοτικής, όσο και από εργατικής πλευράς, το επίμαχο ζήτημα της ανανέωσης των συλλογικών συμβάσεων στον τραπεζικό τομέα, ανέλαβε και το χειρίζεται η υπουργός εργασίας Ζέτα Αιμιλιανίδου, στο πλαίσιο άτυπων διαβουλεύσεων.

Η κ. Αιμιλιανίδου εδώ και λίγους μήνες βλέπει είτε χωριστά, είτε από κοινού, τις ηγεσίες των τραπεζών Κύπρου και Ελληνικής καθώς και την ηγεσία της ΕΤΥΚ.

Παρά το εμπάργκο δηλώσεων που έχει επιβάλει η υπουργός εργασίας για να προστατεύσει τη διαδικασία των διαπραγματεύσεων, έχει διαρρεύσει ότι οι διαφορές των δύο πλευρών είναι μέχρι αυτής της στιγμής αγεφύρωτες.

 H κ. Αιμιλιανίδου δεν προτίθεται να κηρύξει αδιέξοδο, παρά το αρνητικό αυτό δεδομένο, καθώς θεωρεί ότι μία τέτοια κατάληξη θα οδηγήσει τα δύο μέρη σε μετωπική σύγκρουση.

Η ΕΤΥΚ εμμένει στη διεκδίκηση της σταδιακής αποκατάστασης των μισθών που έχουν αποκοπεί μεταξύ 2013- 2016 και προς το σκοπό αυτό έχει αποστείλει τον περασμένο Απρίλη επιστολή προς τις διοικήσεις των τραπεζών επικαλούμενη τη σχετική απόφαση του διοικητικού δικαστηρίου, το οποίο έχει κρίνει ως αντισυνταγματική την αποκοπή μισθών και άλλων ωφελημάτων στο δημόσιο και ευρύτερο δημόσιο τομέα.

Επιπρόσθετα η ΕΤΥΚ ζητά την καταβολή των προσαυξήσεων και της ΑΤΑ.

Καμία τράπεζα δεν ανταποκρίθηκε στην επιστολή της ΕΤΥΚ.

Αντίθετα, όλες οι τράπεζες, όπως πληροφορείται η StockWatch, βρίσκονται σήμερα στην ίδια γραμμή διεκδικητικής πολιτικής, που προωθεί η Τράπεζα Κύπρου από το 2016.

Βασικά αξιώνουν κατάργηση της πρακτικής που απορρέει από τις συλλογικές συμβάσεις για αυτόματες αυξήσεις μισθών (προσαυξήσεις και ΑΤΑ) και υποστηρίζουν την κατανομή πρόσθετων αυξήσεων στη βάση παραγωγικότητας των υπαλλήλων.

Παράλληλα διεκδικούν αλλαγή και εκσυγχρονισμό των διαδικασιών αξιολόγησης, προαγωγών και αμοιβών του προσωπικού, με βάση την αποδοτικότητα και όχι σύμφωνα με τα χρόνια υπηρεσίας.

Παράλληλα, επιδιώκουν μακροχρόνιες σε ισχύ συλλογικές συμβάσεις, με κύριο μέλημα τη συγκράτηση του εργατικού κόστους.

Οι τράπεζες στην επιχειρηματολογία τους προς την υπουργό εργασίας έθεσαν τον ισχυρισμό ότι το 75% του κάθε ευρώ που κερδίζουν, αποδίδεται στο εργατικό κόστος, χαρακτηρίζοντας αυτή την αναλογία ως τη μεγαλύτερη σε σχέση με το τι επικρατεί στον τραπεζικό τομέα παγκοσμίως.

Υποστηρίζουν ακόμη ότι το εργατικό κόστος στον τραπεζικό τομέα συνεχίζει να είναι αχαλίνωτο, κατά την έκφραση τους, σημειώνοντας ότι πέραν των μισθολογικών αυξήσεων, της ΑΤΑ και των ετήσιων προσαυξήσεων που παραχωρούν στο προσωπικό, οι τράπεζες καταβάλλουν 9% στο ταμείο προνοίας, 8,3% στα ταμεία κοινωνικής συνοχής και στο ΤΚΑ ενώ από τον περασμένο Μάρτιο η εργοδοτική πλευρά έχει επωμιστεί ένα ακόμη επιπρόσθετο κόστος ύψους 1,8% που αφορά στις εισφορές του ΓεΣΥ.

Παροχή μόνο του 50% της προσαύξησης

Πληροφορίες της StockWatch αναφέρουν ότι κάποιες τράπεζες για να αποφύγουν το ενδεχόμενο μετωπικής σύγκρουσης με τη συντεχνία, άφησαν να διαρρεύσει ότι ως ύστατη υποχώρηση θα μπορούσαν να ικανοποιήσουν το αίτημα για την παραχώρηση μόνο του 50% της ετήσιας προσαύξησης.

Οι τράπεζες κοστολογούν την παραχώρηση των ετήσιων προσαυξήσεων γύρω στο 3 με 4%.

Έχουν προτείνει όπως το υπόλοιπο του 50% της προσαύξησης παραχωρηθεί στοχευμένα σε υπαλλήλους τους οποίους η διεύθυνση θεωρεί, με βάση δικά της κριτήρια, παραγωγικούς και αποδοτικούς.

Η ΕΤΥΚ, παρά το γεγονός ότι διαφωνεί με τις εν λόγω προθέσεις των τραπεζών, ξεκαθαρίζει ότι μία ενδεχόμενη  αξιολόγηση της απόδοσης του προσωπικού, θα πρέπει να γίνεται από κοινού μέσω μίας θεσμοθετημένης επιτροπής, για να διασφαλίζεται η διαφάνεια και η αξιοκρατία.

Απέτυχε προσπάθεια κοινής διαπραγματευτικής ομάδας

Έχει διαρρεύσει ότι τις τελευταίες βδομάδες καταβλήθηκε προσπάθεια από πλευράς των δύο συστημικών τραπεζών Κύπρου και Ελληνικής καθώς και από άλλες τράπεζες όπως είναι η Alpha Bank  και η AstroBank, για να καθορίσουν μία κοινή διαπραγματευτική ομάδα για τη διαχείριση των σοβαρών διεκδικήσεων της ΕΤΥΚ.

Ορίστηκε και σχετική συνάντηση στην οποία τελικά δεν παρέστη εκπρόσωπος της Τράπεζας Κύπρου.

Η BOCH άφησε να νοηθεί ότι θα διαχειριστεί από μόνη της τα αιτήματα της ΕΤΥΚ στο πλαίσιο που η διεύθυνση έχει καθορίσει με επιστολής της προς της συντεχνία τον Μάρτιο του 2016.

Όπως προαναφέρθηκε, η Τράπεζα Κύπρου κατέστησε τότε σαφές προς τη συντεχνία ότι αξιώνει κατάργηση των αυτόματων αυξήσεων και αλλαγή του συστήματος αξιολόγησης και αμοιβών των υπαλλήλων.

Του Λεύκου Χρίστου