You are here

Περασμένα μεγαλεία για τραπεζικούς υπαλλήλους

06/11/2019 06:03

Ένας στους τρεις τραπεζικούς υπαλλήλους αποχώρησε από την εργασία του την τελευταία δεκαετία λαμβάνοντας αδρή αποζημίωση και αφήνοντας πίσω ένα επάγγελμα που πριν λίγα χρόνια ήταν από τα πιο σταθερά και υψηλά αμειβόμενα στην Κύπρο.

Η τραπεζική κρίση και το κλείσιμο δύο μεγάλων τραπεζών σε συνδυασμό με τη δραστική μείωση των παραδοσιακών δραστηριοτήτων των εγχώριων τραπεζών έχουν αλλάξει άρδην το προφίλ του επαγγέλματος για χιλιάδες υπαλλήλους. 

Η ψηφιακή μεταμόρφωση των τραπεζών που προχωρεί, έστω καθυστερημένα και με ανισοσκελή, μεταξύ των τραπεζών, βήματα, είναι η πιο μεγάλη πρόκληση για το επάγγελμα, που έπαψε να απολαμβάνει μεγάλες και αυτόματες αυξήσεις μισθών και σχετικά συχνές προαγωγές και ανελίξεις.

Λόγω του μεγάλου κόστους συμμόρφωσης με εποπτικές απαιτήσεις και της χαμηλής κερδοφορίας, οι τράπεζες εστιάζουν πλέον την προσοχή τους στη μείωση του λειτουργικού κόστους και αύξησης της λειτουργικής τους κερδοφορίας μέσω σχεδίων πρόωρης αφυπηρέτησης.  Το αρχικό κόστος των σχεδίων αφυπηρέτησης είναι μεγάλο και επηρεάζει δυσμενώς τα κεφάλαια τους.  Συνήθως όμως αποσβένεται εντός 3 με 4 ετών, δίνοντας στις τράπεζες την ανάσα στο λειτουργικό κόστος που χρειάζονται για να ενισχύσουν την οργανική κερδοφορία τους.

Στην Κύπρο η μείωση στον αριθμό των τραπεζικών υπαλλήλων ήταν ιδιαίτερα αισθητή, όπου τα λουκέτα της Λαϊκής το 2013 και του Συνεργατισμού το 2018 έχουν συρρικνώσει σημαντικά τόσο το δίκτυο των καταστημάτων όσο και τον αριθμό των τραπεζικών υπαλλήλων.

Σύμφωνα με στοιχεία του συνδέσμου τραπεζών, το 2018 ο αριθμός των τραπεζικών υπαλλήλων μειώθηκε σε 8.940 από 12.815 το 2012.

Από το 2012, ο αριθμός των τραπεζικών υπαλλήλων έχει μειωθεί κατά 30,2%, που σημαίνει ότι περίπου ένας στους τρεις τραπεζικούς υπαλλήλους έφυγαν.

Το 2019 ο αριθμός των υπαλλήλων μειώνεται σε κάτω των 8500 μετά την αποχώρηση των 470 εργαζομένων της Τρ. Κύπρου – τη μεγαλύτερη μετά τη μαζική έξοδο 1400 υπαλλήλων το 2013 με τη συγχώνευση της Τρ. Κύπρου με τη Λαϊκή.

Η μείωση των τραπεζικών υπαλλήλων επιτεύχθηκε μέσω των σχεδίων πρόωρης αφυπηρέτησης που εξαγγέλθηκαν.

Τα σχέδια που προσφέρουν οι τράπεζες διαφέρουν αναλόγως των ετών υπηρεσίας των υπαλλήλων αλλά και του προφίλ των εργαζομένων των διαφόρων τραπεζών.

Η BOCH είχε προχωρήσει μετά την τραπεζική κρίση του 2013 και την απορρόφηση του προσωπικού της πρώην Λαϊκής Τράπεζας, σε τέσσερα σχέδια εθελούσιας εξόδου. Με το τελευταίο σχέδιο θα αποχωρήσουν από την τράπεζα 470 άτομα με μέγιστη αποζημίωση €200 χιλ., όση ήταν και στο σχέδιο του 2016. Η μέση αποζημίωση ανέρχεται σε €168 χιλ.

Τον Ιούνιο του 2016 είχαν φύγει γύρω στα 360 άτομα με μέση αποζημίωση €160 χιλ.

Το τελευταίο σχέδιο της Ελληνικής Τράπεζας προέβλεπε μέση αποζημίωση €191 χιλ. ενώ της Alpha Bank το 2016 €127 χιλ.

Παρά τη μείωση του αριθμού των υπαλλήλων μέσω σχεδίων πρόωρης αφυπηρέτησης, η πίεση για συρρίκνωση του εργατικού κόστους αναμένεται να ενταθεί, τόσο με εποπτικές πιέσεις όσο και με τις τεχνολογικές εξελίξεις.

Οι Moody’s φρόντισαν να στείλουν χθες το μήνυμα σημειώνοντας ότι παρά τη μείωση του αριθμού του προσωπικού της Τρ. Κύπρου από 38 άτομα ανά υποκατάσταση (κατά 11%, σε περίπου 34), ο μέσος αριθμός υπαλλήλων ανά υποκατάστημα στην Ευρώπη είναι μόλις 14 άτομα.

Σχέδιο πρόωρης αφυπηρέτησης φέρεται να εξετάζει και η Astrobank μετά την απορρόφηση 237 εργαζομένων και 13 καταστημάτων της USB Bank.

Εντός του 2020 η Alpha Bank αναμένεται να προχωρήσει σε δεύτερο σχέδιο εθελούσιας εξόδου μετά την ολοκλήρωση της συμφωνίας με την Αλταμίρα, για τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου των μη εξυπηρετούμενων χορηγήσεων, ύψους €3,8 δισ.

Πολλά θα εξαρτηθούν, βέβαια, από την ικανότητα των τραπεζών να αλλάξουν τη δομή του μισθολογίου τους, αποφεύγοντας την αυτοματοποίηση των αυξήσεων που κυριαρχεί σήμερα.  Το ερώτημα είναι αν θα πετύχουν την αποσύνδεση των ετών υπηρεσίας και των μισθολογικών αυξήσεων, χωρίς να συγκρουστούν με τη συντεχνία, που βρίσκεται ήδη σε οξεία αντιπαράθεση με την Ελληνική Τράπεζα.

Αναφορικά με τους τραπεζικούς υπαλλήλους που αποχωρούν πρόωρα από την εργασία τους, σύμφωνα με γνώστες του θέματος, απασχολούνται στον ασφαλιστικό κλάδο και σε οικογενειακές επιχειρήσεις ενώ ορισμένοι παρέχουν συμβουλευτικές υπηρεσίες σε εταιρείες.

Της Γεωργίας Χαννή