You are here

Ακτινογραφία της αγοράς εργασίας κατά την πανδημία

19/06/2021 06:30

Η ανάκαμψη της αγοράς εργασίας θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από το μέγεθος και τη διάρκεια του πανδημικού σοκ και την ανθεκτικότητα της στην προσαρμογή σε νέους τομείς ανάπτυξης, σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.

Στην έκθεσή του για την Κύπρο, το ΔΝΤ σημειώνει ότι η ευπάθεια στο σοκ της πανδημίας  είναι πολύ υψηλή δεδομένου ότι σχεδόν το ένα τρίτο του εργατικού δυναμικού επικεντρώνεται σε τομείς που σχετίζονται με τον τουρισμό (στέγαση, υπηρεσίες τροφίμων, μεταφορές και εμπόριο).

Επισημαίνεται ότι όσο μεγαλύτερη είναι η περίοδος ανάκαμψης σε αυτούς τους τομείς – με τον τουρισμό να μην αναμένεται να ανακάμψει στα επίπεδα πριν από την πανδημία έως το 2024 - τόσο υψηλότερη είναι η πιθανότητα μόνιμων πληγών στην οικονομία.

Τονίζεται ότι για τον μετριασμό του πλήγματος, θα είναι απαραίτητη η ευελιξία της αγοράς εργασίας για την ανακατανομή πόρων σε διάφορους τομείς, ενώ προστίθεται πως οι θεσμικές ακαμψίες της αγοράς εργασίας στην Κύπρο είναι σχετικά χαμηλές.

Όπως σημειώνεται, ο Δείκτης Ευελιξίας στην Απασχόληση κατατάσσει την Κύπρο στην 16η θέση από τις 41 χώρες της ΕΕ και του ΟΟΣΑ και στην 11η στις 27 χώρες της ΕΕ. Η φορολογική επιβάρυνση στην εργασία είναι σχετικά χαμηλή, μειώνοντας τα αντικίνητρα στην εργασία.

Σημειώνεται πως η Κύπρος προς το παρόν δεν έχει νόμιμο ελάχιστο μισθό, αν και απαιτείται για ορισμένα επαγγέλματα.

Ο μηχανισμός καθορισμού μισθών είναι σχετικά πιο ευέλικτος, ενώ το μερίδιο των εργαζομένων μερικής απασχόλησης και των εποχιακών εργαζομένων είναι σχετικά χαμηλό, με ένα σημαντικό μερίδιο (23%) του εργατικού δυναμικού να περιλαμβάνει μετακινούμενους αλλοδαπούς και εποχιακούς εργαζόμενους.

Μέχρι το 2019, το μοναδιαίο κόστος εργασίας της Κύπρου παρέμεινε χαμηλό, το επίπεδο παραγωγικότητας της εργασίας και η ανάπτυξη ήταν σχετικά χαμηλά και οι μισθοί είχαν επίσης, περιοριστεί.

Οι μακροχρόνια άνεργοι μειώθηκαν ραγδαία, από την κορυφή του 7% μετά την οικονομική κρίση, σε περίπου 2% του ενεργού πληθυσμού το δεύτερο τρίμηνο του 2020, με ταχύτερο ρυθμό από τον μέσο όρο της ζώνης του ευρώ.

Χάσμα δεξιοτήτων

‘Οπως επισημαίνεται, η ικανότητα ανακατανομής των πόρων θα εξαρτηθεί καθοριστικά από την ικανότητα αντιμετώπισης του χάσματος δεξιοτήτων.

Με βάση τον Ευρωπαϊκό Δείκτη Δεξιοτήτων 2020 του CEDEFOP, η Κύπρος κατατάσσεται στην 28η θέση από τις 31 χώρες.

Αυτή η κατάταξη αποδίδεται σε χαμηλές επιδόσεις στην ανάπτυξη δεξιοτήτων, ιδιαίτερα στην επαγγελματική εκπαίδευση και κατάρτιση, στην πρόσφατη εκπαίδευση και στην ανάγνωση βαθμολογίας μαθηματικών και επιστημών.

Σημειώνεται πως οι δαπάνες για ενεργές πολιτικές για την αγορά εργασίας είναι χαμηλές, η αντιστοίχιση δεξιοτήτων είναι επίσης προβληματική, δεδομένης της υπεραξιολόγησης και των μερικώς απασχολούμενων με μειωμένο ωράριο.

Σύμφωνα με την έκθεση της EC Digital Economy and Society Index, η Κύπρος κατατάσσεται στην 23η θέση από τις 28 χώρες της ΕΕ σε ψηφιακές δεξιότητες, κάτι που αντικατοπτρίζει την αδυναμία τόσο των βασικών ψηφιακών δεξιοτήτων, όσο και των προηγμένων εξειδικευμένων δεξιοτήτων.

Ο κίνδυνος αύξησης της αναντιστοιχίας δεξιοτήτων είναι υψηλός, καθώς ξεκινά ο οικονομικός μετασχηματισμός, υποστηρίζει το ΔΝΤ.

Παθητικές πολιτικές στα εργασιακά

«Οι πολιτικές πρέπει να είναι προσανατολισμένες ώστε να εξασφαλίζεται ανάκαμψη χωρίς αποκλεισμούς, που μεταφέρεται από την προστασία των θέσεων εργασίας, στην προστασία των ανθρώπων και την προώθηση της ανακατανομής των πόρων», αναφέρει η έκθεση.

Τονίζεται πως ένα μεγάλο μερίδιο (σχεδόν 3/4) των παρεμβάσεων στην αγορά εργασίας κατευθύνεται προς παθητικές πολιτικές που υποστηρίζουν την αντικατάσταση εισοδήματος για τους ανέργους.

«Οι δαπάνες για ενεργητικές πολιτικές για την αγορά εργασίας όπως η κατάρτιση, τα κίνητρα απασχόλησης του ιδιωτικού τομέα και οι δημόσιες υπηρεσίες απασχόλησης είναι επί του παρόντος σχετικά περιορισμένες», σημειώνεται.

Επιπλέον, αναφέρεται, δεδομένου του μεταβαλλόμενου τοπίου των ευκαιριών εργασίας που προσανατολίζονται περισσότερο στον ψηφιακό κόσμο, οι ευκαιρίες για επαναπροσδιορισμό και αναβάθμιση της κατάρτισης για επανεκπαίδευση, αφορούν ολοένα περισσότερο τις ψηφιακές ή επαγγελματικές δεξιότητες.

Μέτρα για ανάκαμψη εργασίας

Σύμφωνα με το ΔΝΤ, θα απαιτηθούν πιο στοχευμένες πολιτικές για τους νέους που να στοχεύουν στη βοήθεια για αναζήτηση εργασίας, σε κίνητρα για εργασία μερικής απασχόλησης και επιδοτήσεις μισθοδοσίας για το πρόσφατα προσληφθέν προσωπικό.

«Η παροχή ευκαιριών για επιχειρηματικότητα, όπως μέσω κινήτρων εκκίνησης (επιχορηγήσεις και συμβουλευτική υποστήριξη) θα βοηθούσε. Για να διευκολυνθούν οι γυναίκες να επανέλθουν στο εργατικό δυναμικό, οι πολιτικές πρέπει να υποστηρίζουν τη φροντίδα των παιδιών και την ισορροπία στην εργασία και τις οικογενειακές ευθύνες» τονίζεται.

«Για να αποφευχθεί η παγίδα του χαμηλού μισθού και της χαμηλής ασφάλειας σε μια άτυπη οικονομία, οι πολιτικές πρέπει να διασφαλίζουν επαρκές δίχτυ ασφαλείας για τους ευάλωτους», αναφέρει το ΔΝΤ.

Ποσοστό ανεργίας

Μετά από μια πενταετή μείωση, το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε μετά το ξέσπασμα του COVID. Το ποσοστό ανεργίας με βάση την έρευνα εργατικού δυναμικού αυξήθηκε οριακά σε 6,8% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 από το χαμηλό 6,4% το τέταρτο τρίμηνο του 2019, λόγω της υιοθέτησης πολιτικών για διατήρηση της εργασίας.

Καθώς τα μέτρα αυτά καταργήθηκαν σταδιακά, το τρίτο και τέταρτο τρίμηνο του 2020 το ποσοστό ανεργίας αυξήθηκε κατά 1,5 ποσοστιαίες μονάδες και 1,7 εκατοστιαίες μονάδες σε σύγκριση με τα αντίστοιχα τρίμηνα του 2019, πάνω από τους μέσους όρους της ΕΕ και της ζώνης του ευρώ, φτάνοντας το 8,2% και το 8% , αντίστοιχα.

Ενώ οι απώλειες θέσεων εργασίας ήταν σχετικά μέτριες, οι συνολικές ώρες εργασίας το δεύτερο τρίμηνο του 2020, μειώθηκαν κατά 10,5%  λόγω των χαμηλότερων ωρών εργασίας ανά εργαζόμενο.

Ανισομερής ο αντίκτυπος της πανδημίας

Όσον αφορά τους διάφορους τομείς, ο αντίκτυπος ήταν ανισομερής

Οι περιορισμοί στα ταξίδια και στην κινητικότητα επηρέασαν δυσανάλογα την απασχόληση σε τομείς με μεγαλύτερη φυσική επαφή, όπως το εμπόριο και η φιλοξενία, ενώ ο κατασκευαστικός τομέας, όπου άρχισαν να αίρονται οι περιορισμοί, διατηρήθηκε.

Οι απώλειες θέσεων εργασίας επικεντρώθηκαν σε προσωρινά εργαζόμενους με πιο ευέλικτες συμβάσεις. Οι απώλειες θέσεων εργασίας ήταν πιο σημαντικές για τους νέους (15-24 ετών), σε γενικές γραμμές σύμφωνα με τους ευρωπαϊκούς μέσους όρους.

Αυτές οι μειώσεις συμβαδίζουν με τις διεθνείς τάσεις όπου οι νέοι και οι χαμηλότερης ειδίκευσης εργαζόμενοι συγκεντρώνονται σε τομείς έντασης επαφής.

Το ποσοστό ανεργίας για τις γυναίκες δεν έχει αλλάξει σημαντικά σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ωστόσο, παρατηρείται η τάση εγκατάλειψης του εργατικού δυναμικού, καθώς επωμίζονται ένα δυσανάλογα μεγαλύτερο φόρτο για το κλείσιμο του σχολείου και τη φροντίδα των παιδιών.

Παρά τη μέτρια ανάκαμψη, παραμένει σημαντική χαλάρωση στην αγορά εργασίας.

Οι κενές θέσεις εργασίας μειώθηκαν κατά 19% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 σε σύγκριση με την αντίστοιχη περσινή περίοδο. Οι απολαβές για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, μειώθηκαν επίσης, κατά 12% το δεύτερο τρίμηνο του 2020 και 8% το τέταρτο τρίμηνο του 2020.

Της Γεωργίας Χαννή