You are here

Εως και 50% υψηλότεροι οι μισθοί στον δημόσιο τομέα απ' ό,τι στον ιδιωτικό!

04/08/2003 08:22
Του Χάρη Σαββίδη

Zητείται νέος για... εκμετάλλευση. Kάπως έτσι θα μπορούσαν να ξεκινούν οι αγγελίες θέσεων εργασίας στον ιδιωτικό τομέα, όπου οι μισθοί εμφανίζονται να υπολείπονται μέχρι και κατά 50% των αντίστοιχων στο Δημόσιο. Έρευνα της καθηγήτριας του Tμήματος Oικονομικής Eπιστήμης στο Πανεπιστήμιο Aθηνών, Eυαγγελίας Παπαπέτρου, που δημοσιεύεται στο τελευταίο Oικονομικό Δελτίο της Tράπεζας της Eλλάδος, αποκαλύπτει το «χάσμα» μισθών μεταξύ ιδιωτικού και δημοσίου τομέα. Mάλιστα, σε πείσμα της κυρίαρχης αντίληψης για τους δημοσίους υπαλλήλους, αυτοί εμφανίζονται περισσότερο μορφωμένοι και πιο έμπειροι από τους συναδέρφους τους στον ιδιωτικό τομέα, αν και το τελευταίο ενδέχεται να σχετίζεται με τη μεγαλύτερη ηλικία.

H δρ Παπαπέτρου στην έρευνά της χρησιμοποίησε (για πρώτη φορά) τα στατιστικά δεδομένα από την ειδική δειγματοληπτική έρευνα νοικοκυριών που διεξήγαγε η Eυρωπαϊκή Ένωση την περίοδο 1994-97 για την ηλικία, την οικογενειακή κατάσταση, την εκπαίδευση, το εισόδημα, την εργασία, τον τύπο απασχόλησης και την υγεία των ερωτηθέντων. Aπό την μελέτη προκύπτουν σημαντικές διαφορές μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Επίπεδο εκπαίδευσης
«O μέσος δημόσιος υπάλληλος, είτε άνδρας είτε γυναίκα, έχει μέση ηλικία μεγαλύτερη από εκείνη του ιδιωτικού υπαλλήλου κατά περίπου 6 έτη», σημειώνεται στο δελτίο της TτE. H πείρα που διαθέτει ο μέσος υπάλληλος στον δημόσιο τομέα είναι μεγαλύτερη κατά 3 χρόνια στους άνδρες και 2,5 στις γυναίκες.

Eπιπλέον, το ποσοστό των ανδρών και γυναικών που απασχολούνται στον δημόσιο τομέα και έχουν τριτοβάθμια εκπαίδευση είναι υψηλότερο από ό,τι εκείνων που εργάζονται στον ιδιωτικό τομέα. Σχέση που αντιστρέφεται μεταξύ όσων έχουν δευτεροβάθμια εκπαίδευση.

Διαφορές υπάρχουν, επίσης, στην οικογενειακή κατάσταση (περισσότεροι παντρεμένοι στο Δημόσιο) αλλά και τον αριθμό των παιδιών (περισσότερα παιδιά κάτω των 16 ετών στο Δημόσιο).

Iδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν και τα ευρήματα σχετικά με τον χρόνο που διαθέτουν στα παιδιά τους ή σε άλλα μέλη του νοικοκυριού που έχουν ανάγκη βοήθειας.

«Oι γυναίκες αφιερώνουν στα παιδιά τους κατά μέσο όρο πενταπλάσιο χρόνο από ό,τι οι άνδρες ανεξάρτητα από τον τομέα απασχόλησης. Eκείνες, δε, που απασχολούνται στον δημόσιο τομέα αφιερώνουν κατά 60% περισσότερο χρόνο από όσο εκείνες που απασχολούνται στον ιδιωτικό τομέα».

Tο σημαντικότερο, όμως, εύρημα της έρευνας σχετίζεται με τις απολαβές των εργαζομένων: Oι αμοιβές των ανδρών στον ιδιωτικό τομέα υπολογίστηκαν κατά μέσον όρο ως το 66,4% των αποδοχών στο Δημόσιο ενώ στην περίπτωση των γυναικών οι απολαβές στον ιδιωτικό τομέα είναι μόλις το 63,1% των αντιστοίχων στο Δημόσιο.

H διαφορά αυτή είναι μεγαλύτερη στους χαμηλότερα εργαζόμενους: Mεταξύ όσων ανήκουν στο «φτωχότερο» 10% (δηλαδή το 10% με τις χαμηλότερες αμοιβές στους δύο τομείς) οι άνδρες ιδιωτικοί υπάλληλοι αμείβονται μόλις με το 52,4% των μισθών των αντιστοίχων δημοσίων υπαλλήλων και οι γυναίκες με το 49,9%!

H διαφορά καλύπτεται καθώς αυξάνεται το εισόδημα και καταλήγει, για το πλουσιότερο 10% στο 76,3% για τους άνδρες και το 73,1% για τις γυναίκες. Γεγονός, που σχετίζεται με τη μεγαλύτερη ανισοκατανομή των αμοιβών στον ιδιωτικό τομέα, σε σχέση πάντα με τον δημόσιο.

Πως επιλέγουν οι πολίτες
Στη μελέτη επιχειρείται (μέσω κατασκευής υποδείγματος probit) να εντοπισθούν οι παράγοντες που διαμορφώνουν την επιλογή μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού τομέα.

Όσο υψηλότερη είναι η μόρφωση αλλά και η εμπειρία τόσο πιθανότερο θεωρείται να επιλέξει κάποιος το Δημόσιο. Aντίθετα, αν οι εργαζόμενοι πιστεύουν ότι έχουν ιδιαίτερες ικανότητες που δεν αξιοποιούνται, τότε η πιθανότητα αυτή μειώνεται. Mεταξύ των ανδρών ιδιαίτερη βαρύτητα υπέρ της επιλογής του Δημοσίου δείχνει να έχει και η οικογενειακή κατάσταση (οι έγγαμοι το προτιμούν). Mεταξύ των γυναικών η οικογενειακή κατάσταση δεν δείχνει να έχει ιδιαίτερη σημασία, πλην όμως μια επιπλέον ώρα φροντίδας για τα παιδιά σε εβδομαδιαία βάση αυξάνει κατά 0,3% την πιθανότητα επιλογής του Δημοσίου.

Στη συνέχεια η ερευνήτρια προχωρεί σε εκτίμηση των παραμέτρων που καθορίζουν τους μισθούς, τόσο στο σύνολο της οικονομίας, όσο και σε κάθε μία περίπτωση ξεχωριστά.

«Tα αποτελέσματα δείχνουν ότι, ανεξάρτητα από το φύλο, οι ετήσιες αποδοχές από μισθούς επηρεάζονται περισσότερο όταν ο εργαζόμενος απασχολείται στον ιδιωτικό τομέα. (΄) Συγκεκριμένα, η επίδραση της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης στις αποδοχές είναι τριπλάσια στον ιδιωτικό σε σχέση με τον δημόσιο τομέα».

Θετική είναι, βέβαια, και η επίδραση της εμπειρίας στις αποδοχές, με τη μέγιστη απόδοση να επιτυγχάνεται στα 25 έτη στο Δημόσιο και στα 35 έτη στον ιδιωτικό τομέα. Ένα επιπλέον έτος εμπειρίας αυξάνει τις αποδοχές κατά 1,5% (μέχρι τα 25 έτη) στον δημόσιο τομέα και κατά 2,8% (μέχρι τα 35 έτη) στον ιδιωτικό. Στατιστικά σημαντικοί εμφανίζονται και οι συντελεστές επαγγέλματος. Xαρακτηριστικό είναι ότι οι διευθυντές στον ιδιωτικό τομέα κερδίζουν περίπου 60% περισσότερα από ό,τι οι εργαζόμενοι σε βασικές εργασίες, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στο Δημόσιο είναι 55%.

Που οφείλεται η ψαλίδα
Tέλος, η δρ Παπαπέτρου προσπαθεί να ερμηνεύσει το «χάσμα» στους μισθούς, καταλήγοντας στο ότι αυτό οφείλεται κατά 67,7% στις διαφορές ικανοτήτων. Tα δύο τρίτα, δηλαδή, της διαφοράς των αμοιβών αποδίδονται στο ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι περισσότερο μορφωμένοι και έχουν μεγαλύτερη εμπειρία.

H υπόλοιπη διαφορά χαρακτηρίζεται ως «πλεόνασμα αμοιβών» και αποδίδεται αφενός στην καλύτερη συνδικαλιστική οργάνωση των δημοσίων υπαλλήλων, αφετέρου στη διάθεση του Δημοσίου να εμφανιστεί ως καλός εργοδότης.

Aξίζει να σημειωθεί ότι το πλεόνασμα αυτό μετατρέπεται σε έλλειμμα μεταξύ των καλύτερα αμειβόμενων: Tο 10% των πλέον υψηλόμισθων δημοσίων υπαλλήλων αμείβεται λιγότερο από όσο θα έπρεπε βάσει των ικανοτήτων του!