You are here

Ένρια: Σε κύκλο αβεβαιότητας οι κυπριακές τράπεζες

19/01/2023 12:58

Οι κυπριακές τράπεζες εισέρχονται στον κύκλο αβεβαιότητας που προκαλεί ο πόλεμος στην Ουκρανία από ισχυρή θέση, τόνισε ο Πρόεδρος του Εποπτικού Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ), Αντρέα Ένρια, καλώντας σε εγρήγορση σχετικά με τον πιστωτικό κίνδυνο, προκειμένου να αποφευχθεί ένα κύμα νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων εν μέσω φόβων για ύφεση στην Ευρωζώνη.

Σε συνέντευξή του στο ΚΥΠΕ, ο κ. Ένρια τόνισε ακόμη ότι η συνεχιζόμενη αναστολή των εκποιήσεων, επηρεάζει την ικανότητα των τραπεζών να διαχειριστούν τα ΜΕΔ και κατά συνέπεια την ικανότητά τους να παρέχουν πίστωση στην οικονομία.

Ο κ. Ένρια είπε επίσης ότι οι τράπεζες θα μπορούσαν να προχωρήσουν σε διανομή μερίσματος, για πρώτη φορά έπειτα από δέκα και πλέον χρόνια, εφόσον αποδείξουν ότι τα κεφαλαιακά τους επίπεδα δεν υποχωρήσουν κάτω από τα εποπτικά επίπεδα τόσο στο βασικό όσο και στο δυσμενές μακροοικονομικό σενάριο.

Ο επικεφαλής του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού (ΕΕΜ) βρέθηκε χθες στην Κύπρο για συναντήσεις με τις κυπριακές τράπεζες.

«Οι κυπριακές τράπεζες έχουν κάνει πολλή πρόοδο τα τελευταία χρόνια και συνεπώς, ναι, πιστεύω ότι εισέρχονται σε αυτή τη δύσκολη και αβέβαιη φάση από ισχυρότερη θέση», είπε ο κ. Ένρια απαντώντας σε ερώτηση, προσθέτοντας πως υπάρχουν βέβαια διαφορές μεταξύ των τραπεζών.

«Αλλά γενικότερα, ο τομέας είναι πολύ πιο ανθεκτικός και εύρωστος απ’ ότι ήταν μερικά χρόνια πριν. Έγιναν πολλά σε σχέση με τη μείωση των ΜΕΔ», πρόσθεσε.

Σε αυτό το σημείο, ο κ. Ένρια εξήρε τη συνεργασία μεταξύ του Ενιαίου Εποπτικού Μηχανισμού και της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, τόσο στο επίπεδο των κοινών εποπτικών ομάδων (JSTs) και σε επίπεδο διεύθυνσης, λέγοντας μάλιστα πως το «ότι αποστέλλονται μηνύματα στις τράπεζες με ενιαία φωνή, ήταν ένας από τους βασικούς παράγοντες που έγινε τόση πρόοδος στην ενίσχυση των κυπριακών τραπεζών».

«Έγινε αρκετή πρόοδος από τις κυπριακές τράπεζες, είναι αρκετά μπροστά στη διαδικασία ομαλοποίησης και αυτό τις θέτει στο ίδιο καράβι με τις άλλες ευρωπαϊκές τράπεζες», είπε.

Ωστόσο, ο επικεφαλής της ευρωπαϊκής εποπτείας είπε πως οι τράπεζες λειτουργούν σε περιβάλλον «που δεν είναι εύκολο» λόγω των συνεχόμενων αναστολών του πλαισίου των εκποιήσεων, κάτι που, όπως πρόσθεσε, έχει αυξήσει την αβεβαιότητα στις προσπάθειες των τραπεζών να ανακτήσουν τα ΜΕΔ.

«Χρειάζεσαι ένα σταθερό και υποστηρικτικό περιβάλλον για να διασφαλίσεις ότι οι τράπεζες μπορούν να διαχειριστούν τα χαρτοφυλάκια των ΜΕΔ και να καθαρίσουν τους ισολογισμούς με ένα γρήγορο τρόπο, αν η κρίση κτυπήσει», επεσήμανε ο κ. Ένρια και συμπλήρωσε: «Αν δεν το πράξουν, υπάρχει αντίκτυπος στην οικονομία στο σύνολο, διότι δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι όταν έχεις έναν ισολογισμό γεμάτο με ΜΕΔ, η ικανότητα μιας τράπεζας για παραχώρηση δανείων περιορίζεται και συνεπώς η ικανότητα στήριξης των νοικοκυριών, των επιχειρήσεων, της στήριξης της ανάκαμψης είναι μειωμένη».

Παράλληλα, καθώς η ΕΚΤ αυξάνει τα βασικά της επιτόκια σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης του αυξανόμενου πληθωρισμού, οι κυπριακές τράπεζες εμφανίζονται αισιόδοξες ότι μπορούν να κεφαλαιοποιήσουν την ισχυρή τους ρευστότητα, που βρίσκεται κατατεθειμένη στην ΕΚΤ, η οποία σε συνδυασμό με τα αυξανόμενα δανειστικά επιτόκια, θα ενισχύσει το καθαρό επιτοκιακό τους περιθώριο.

«Είναι όντως ορθό ότι τα αυξανόμενα επιτόκια, η έξοδος από την πολιτική των αρνητικών επιτοκίων έχει ένα θετικό αντίτυπο στην κερδοφορία των τραπεζών. Αυτό είναι ένα γεγονός και θα συνεχίζει να διαδραματίζει ένα θετικό ρόλο για κάποιο διάστημα», σχολίασε ο κ. Ένρια, για να προσθέσει ωστόσο, ότι «δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι σε κάποιο στάδιο θα αρχίσουν να αυξάνονται και τα καταθετικά επιτόκια και ως εκ τούτου, ο θετικός αντίκτυπος στα περιθώρια θα μειωθεί αναλόγως».

Ερωτηθείς για το ενδεχόμενο οι τράπεζες να προχωρήσουν σε διανομή μερίσματος φέτος και για τις προϋποθέσεις που θέτει ο Μηχανισμός για να δώσει το πράσινο φως, ο κ. Ένρια είπε πως ο επόπτης έχει ζητήσει από τις κυπριακές τράπεζες, όπως και ισχύει και για τις υπόλοιπες τράπεζες υπό την εποπτεία του, να δώσουν τις εκτιμήσεις τους για την πορεία του κεφαλαίου τους στο βασικό σενάριο, που προνοεί ήπια και μικρής διάρκειας ύφεση, αλλά και στο αρνητικό σενάριο, το οποίο προνοεί πιο αρνητικές παραδοχές για την ανάπτυξη και τα επιτόκια.

«Αν οι τράπεζες μπορέσουν να αποδείξουν ότι θα παραμένουν πάνω από τις εποπτικές απαιτήσεις, ακόμη και σε ένα αρνητικό σενάριο, δεν θα υπάρξει αρνητική απάντηση από την πλευρά μας. Το ίδιο ισχύει για όλες τις ευρωπαϊκές τράπεζες», πρόσθεσε.

Παράλληλα, ο κ. Ένρια απέφυγε να σχολιάσει τις κινήσεις της ελληνικής Eurobank, η οποία απέκτησε ένα σημαντικό μερίδιο στο μετοχικό κεφάλαιο της Ελληνικής Τράπεζας, λέγοντας ότι δεν σχολιάζει μεμονωμένες τράπεζες, ενώ η διαδικασία των εποπτικών εγκρίσεων είναι σε εξέλιξη.

Σημείωσε ωστόσο, πως ο ίδιος είναι υπέρ των διασυνοριακών συγχωνεύσεων.

«Για μένα», συνέχισε, «οι συγχωνεύσεις είναι ένα σημαντικό εργαλείο που μπορούν οι ευρωπαϊκές τράπεζες να χρησιμοποιήσουν διότι είναι η πιο σημαντική ευκαιρία μετασχηματισμού των επιχειρηματικών μοντέλων, για να καταστήσουμε τα επιχειρηματικά μοντέλα πιο κερδοφόρα, να δημιουργήσουμε περισσότερο κεφάλαιο και να θέσουμε τις τράπεζες σε μια πιο σταθερή πορεία στο μέλλον, είναι ένας τρόπος να επανεξετάσεις τις στρατηγικές, να επανεξετάσεις την ψηφιοποίηση και να υιοθετήσεις τις αλλαγές που είναι αναγκαίες».

Πρέπει να καταστήσουμε τις τράπεζες ισχυρότερες

Εξάλλου, ο κ. Έρνια επεσήμανε ότι το 2022 ήταν μια καλή χρονιά για τις ευρωπαϊκές τράπεζες, με την αύξηση των επιτοκίων να παίζει ένα θετικό ρόλο στην κερδοφορία, ενώ η κεφαλαιακή θέση των τραπεζών είναι ισχυρή και η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού βελτιώθηκε κατά τη διάρκεια του έτους, καθώς και κατά την πανδημία της Covid-19 με πωλήσεις ή και τιτλοποιήσεις ΜΕΔ.

Ωστόσο, επεσήμανε ότι «υπάρχουν κίνδυνοι ενώπιον μας και πολλή αβεβαιότητα».

«Η ύφεση η οποία τώρα εκτιμάται ότι θα είναι ήπια και μικρής διάρκειας, μπορεί να αποδειχθεί βαθύτερη και με μεγαλύτερη διάρκεια απ’ ότι προβλέπουμε τώρα ή οι αυξήσεις των επιτοκίων μπορεί να είναι ταχύτερες, πιο ισχυρές και για μεγαλύτερη διάρκεια προκειμένου ο πληθωρισμός να τεθεί υπό έλεγχο», πρόσθεσε.

Συνεπώς, συνέχισε, «πρέπει να είμαστε συνετοί, να εξετάσουμε όλα τα πιθανά σενάρια και να είμαστε προετοιμασμένοι να αντιμετωπίσουμε αυτές τις αρνητικές εξελίξεις».

Ο κ. Ενρια σημείωσε, πάντως, ότι στο βασικό σενάριο, οι τράπεζες θα δουν κατά μέσο όρο την κερδοφορία τους να αυξάνεται και την κεφαλαιακή τους θέση να είναι στέρεη.

«Βέβαια, μπορεί να υπάρξουν επιπτώσεις διαφορετικής κατανομής ανά τράπεζα και μπορεί να υπάρξουν νικητές και χαμένοι. Και για αυτό, δίνουμε πολλή έμφαση στην ανάγκη ενίσχυσης των εσωτερικών ελέγχων», συνέχισε.

Ερωτηθείς για τις εποπτικές προτεραιότητες το 2023, ο κ. Ένρια είπε πως ο Εποπτικός Μηχανισμός επικεντρώνεται στο «να καταστήσει τις τράπεζες ισχυρότερες και να ενισχύσει τους ελέγχους τους, την προληπτική διαχείριση του πιστωτικού κινδύνου, να είναι προετοιμασμένες για να αποφύγουν ένα κύμα ΜΕΔ».

Οι τράπεζες, πρόσθεσε, πρέπει να διαχειριστούν προληπτικά τον κίνδυνο των επιτοκίων, να είναι προσεκτικές με την έκθεσή τους σε τομείς που είναι ευάλωτοι στις αυξήσεις επιτοκίων, στο ενεργειακό σοκ και για παράδειγμα, στους τομείς που είναι ευάλωτοι στην ενέργεια.

Σημείωσε ακόμη ότι, ενώ εξετάζουμε τις άμεσες προκλήσεις, δεν πρέπει να χάνουμε την εικόνα των μακροπρόθεσμων διαρθρωτικών προκλήσεων για τον τραπεζικό τομέα, που είναι κυρίως ο ψηφιακός μετασχηματισμός και η κλιματική αλλαγή.

Απαντώντας σε ερώτηση αν ανησυχεί για ένα κύμα νέων ΜΕΔ, την ώρα που οι φόβοι αυτοί δεν πραγματοποιήθηκαν κατά τη διάρκεια της πανδημίας, ο κ. Ένρια είπε πως κατά την υγειονομική κρίση υπήρξε μια τεράστια κρατική στήριξη προς τα νοικοκυριά, στις μικρομεσαίες και τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, η οποία προστάτεψε τις τράπεζες από τον δυνητικά αρνητικό αντίκτυπο της απότομης ύφεσης.

Σημείωσε ωστόσο, ότι δεν αναμένεται τέτοια μεγάλη στήριξη τώρα διότι οι κρατικοί προϋπολογισμοί επιβαρύνονται με υψηλά επίπεδα χρέους.

«Συνεπώς πιστεύω ότι οι τράπεζες ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν μια πιο δύσκολη κατάσταση, αλλά ειλικρινά πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στην ισχύ των εσωτερικών ελέγχων και να διασφαλίσουμε ότι έχουμε μια έγκαιρη αναγνώριση και διαχείρισης της όποιας πιστωτικής επιδείνωσης», συμπλήρωσε.

Αυτό δεν συνέβη την προηγούμενη φορά, που σήμαινε ότι είχαμε μια συσσώρευση ΜΕΔ. Αυτή τη φορά είμαστε πιο προετοιμασμένοι και πιστεύω ότι μπορούμε να το αποφύγουμε, εφόσον οι τράπεζες επικεντρωθούν στο θέμα, κατέληξε ο επικεφαλής του ΕΕΜ.