You are here

Γερμανική SZ: «Κάτι βρωμά» στη διάσωση ΣΚΤ

17/05/2018 14:40

Στη σημερινή έντυπη έκδοση της εφημερίδας Ζίντοιτσε Τσάιτουνγκ φιλοξενείται εκτενές ρεπορτάζ/ ανταπόκριση από Βρυξέλλες και Φρανκφούρτη, με τίτλο «Κάτι βρωμά στο βασίλειο της Κύπρου» και υπότιτλο «Η κυβέρνηση διασώζει από τη χρεοκοπία μία τράπεζα με δισεκατομμύρια – και αυτό χωρίς προηγούμενη συνεννόηση με τις Βρυξέλλες. Παραβίασε η χώρα το δίκαιο της ΕΕ; Και τι σημαίνει αυτό για το σχέδιο εγγύησης των ευρωπαϊκών καταθέσεων;».

Το δημοσίευμα ξεκινά με σύντομη αναφορά στα όσα έγιναν προ πενταετίας στην Κύπρο με την απόφαση της ΕΕ να παρέμβει για τη διάσωση της χώρας από τη χρεοκοπία. Όπως επισημαίνεται, μνήμες από εκείνη την περίοδο ξύπνησαν και πάλι στις αρχές της άνοιξης, λόγω της μαζικής απόσυρσης καταθέσεων από την Κυπριακή Συνεργατική Τράπεζα και την απόφαση της κυπριακής κυβέρνησης να παράσχει κεφαλαιακή ρευστότητα €2,5 δισ. προς παρεμπόδιση της γενίκευσης του τραπεζικού πανικού.

Η εφημερίδα επικαλείται πληροφορίες που έχει στη διάθεση της, σύμφωνα με τις οποίες, της απόφασης της κυπριακής κυβέρνησης να παρέμβει δεν προηγήθηκε συνεννόηση με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, αναφορικά με τα ζητήματα νομιμότητας σε περίπτωση παροχής κρατικής βοήθειας σε χρηματοπιστωτικό ίδρυμα.

Κατόπιν επισημαίνεται ότι σε αυτό το πλαίσιο, το ζήτημα πλέον αφορά το κατά πόσον η Κύπρος, με την εν λόγω ενέργειά της, παραβίασε το ευρωπαϊκό δίκαιο, και επιπλέον, ποια είναι η σημασία αυτού του γεγονότος για την Ευρωζώνη, ενόψει της Συνόδου του Ιουνίου στο πλαίσιο της οποίας θέλει να επεξεργαστεί το θέμα της τραπεζικής ένωσης, συμπεριλαμβανομένης και της διαδικασίας της από κοινού εγγύησης των ευρωπαϊκών καταθέσεων.

Και ενώ μαίνεται η μάχη μεταξύ Παρισιού, Βερολίνου και Βρυξελλών περί των μεταρρυθμίσεων της Ευρωζώνης, η περίπτωση της Κύπρου καθιστά ορατούς τους πάντα παρόντες κι ελλοχεύοντες κινδύνους για τους ισολογισμούς των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, αναφέρει το ρεπορτάζ.

Ακολουθεί αναλυτική, ειδική αναφορά στην περίπτωση της κυπριακής τράπεζας, με την επισήμανση ότι ο τραπεζικός τομέας της Κύπρου είναι τόσο μεγάλος, ώστε δεν είναι να απορεί κανείς για το ότι η κυπριακή κυβέρνηση θεώρησε αναγκαία την παρέμβαση της, όταν ανέκυψε το προαναφερθέν πρόβλημα.

Ωστόσο, επισημαίνεται, το έπραξε χωρίς να λάβει υπόψη το νομοθετικό πλαίσιο που έχει αναπτυχθεί από την εκδήλωση της χρηματοοικονομικής κρίσης και εξής, αναφορικά την εξυγίανση των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων.

Ειδικότερα, σύμφωνα με το δημοσίευμα, όταν ένα κράτος παρέχει κεφαλαιακή βοήθεια προς μία τράπεζα, θα έπρεπε το συγκεκριμένο χρηματοπιστωτικό ίδρυμα να τεθεί υπό εκκαθάριση - σε ακραία περίπτωση, ή τουλάχιστον, να εφαρμοστούν οι υφιστάμενοι όροι για την εξυγίανση του. Σε μια τέτοια περίπτωση, η ΕΚΤ θα καθίστατο ως επόπτρια αρχή της πτώχευσης, για να παραχωρήσει στη συνέχεια τη σκυτάλη στον Ενιαίο Μηχανισμό Εξυγίανσης στις Βρυξέλλες, που θα αναλάμβανε τη διαδικασία εκκαθάρισης ή αναδιάρθρωσης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος.

Ωστόσο, τονίζεται στο ρεπορτάζ, όλα τα παραπάνω δεν συνέβησαν στην περίπτωση της κυπριακής τράπεζας – και μάλιστα αυτό προφανώς συνέβη για πολιτικούς λόγους. Από πλευράς της η Κομισιόν δήλωσε κατόπιν ερωτήματος ότι η απόφαση για την παροχή κρατικής βοήθειας εμπίπτει στο πεδίο αρμοδιότητας της γενικής της Δ/νσης Ανταγωνισμού, ενώ η εν λόγω υπηρεσία με τη σειρά της δηλώνει ότι είναι σε επαφή με τις αρμόδιες κυπριακές αρχές.

Όπως επισημαίνεται, η εξέταση του ζητήματος βρίσκεται σε εξέλιξη, αλλά με βάση τα όσα ακούγονται, οι ευρωπαίοι αρμόδιοι παράγοντες είναι εκνευρισμένοι με την κυπριακή κυβέρνηση. Από την άλλη πλευρά, οι Βρυξέλλες θα ήθελαν να αποφύγουν μία νέα τραπεζική κρίση στην Κύπρο, καθώς σε τελική ανάλυση, η τελευταία είναι σχετικά πρόσφατη, επισημαίνεται στο δημοσίευμα.

Ακολουθεί συνοπτική αναφορά στα γεγονότα του 2013 με την απόφαση των κρατών – μελών της Ευρωζώνης να διασώσουν την Κύπρο από τη χρεοκοπία, καθώς και στις απώλειες που υπέστησαν οι καταθέτες στη συνέχεια λόγω του συνεπαγόμενου «κουρέματος» των καταθέσεων τους.

Όπως τονίζεται, ήταν η πρώτη φορά που στην Ευρώπη που πιστωτές συμπεριλήφθηκαν στην κατανομή των βαρών, ενώ στο μεταξύ έχει θεσπιστεί το ανάλογο νομικό πλαίσιο, προκειμένου στο μέλλον οι φορολογούμενοι να είναι προστατευμένοι έναντι των τραπεζικών πτωχεύσεων. Όμως οι πρόσφατες σχετικές εμπειρίες – πχ στην περίπτωση της Ιταλίας - καταδεικνύουν ότι οι κυβερνήσεις λόγω φόβου αποφεύγουν τέτοιου είδους διαδικασίες και προτιμούν να διοχετεύουν χρήματα των φορολογουμένων σε τραπεζικά ιδρύματα που βρίσκονται σε άθλια κατάσταση. Αυτό ακριβώς έκανε κι η κυπριακή κυβέρνηση στην περίπτωση της Κυπριακής Συνεργατικής Τράπεζας, προκειμένου να αποτρέψει μία εξάπλωση τυχόν αρνητικών επιπτώσεων στο σύνολο της οικονομίας της χώρας, σημειώνεται στο σημείο αυτό.

Όπως τονίζεται στη συνέχεια, μπορεί μεν να υφίστανται εγγυήσεις για τις ευρωπαϊκές καταθέσεις μέχρι του ύψους των €100.000, ωστόσο στην Κύπρο η εξασφάλιση των καταθέσεων στηρίζεται σε ένα πολύ ανεπαρκές απόθεμα για την περίπτωση που πρέπει να ενεργοποιηθεί ο μηχανισμός εγγυήσεων σε μία έκτακτη κατάσταση. Για το λόγο αυτό, χώρες όπως η Κύπρος, η Ελλάδα, η Μάλτα και η Ιταλία, με παρόμοια, υποχρηματοδοτούμενα συστήματα εξασφάλισης καταθέσεων, ευελπιστούν σε έναν ευρωπαϊκό μηχανισμό εγγυήσεων των αποταμιεύσεων.

Αυτό το θέμα θα αποτελέσει αντικείμενο διαβούλευσης μεταξύ των επικεφαλής κρατών και κυβερνήσεων στη Σύνοδο του Ιουνίου. Όμως, - εκτιμάται στο δημοσίευμα - εξαιτίας των αντιστάσεων από πλευράς της Γερμανίας και άλλων βορειοευρωπαϊκών χωρών, δεν αναμένεται να προκύψει τίποτα περισσότερο από ένα χρονοδιάγραμμα, σχετικά με τον χρονικό ορίζοντα καθιέρωσης μίας τέτοιας διαδικασίας κοινοτικοποίησης των βαρών και κυρίως υπό ποιες προϋποθέσεις θα συμβεί αυτό. Διότι, μπορεί μεν να καταγράφεται μία υποχώρηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά σε Ελλάδα, Κύπρο και Ιταλία εξακολουθούν να ανέρχονται σε ποσά δισεκατομμυρίων, σημειώνεται στο ρεπορτάζ.
           
Τέλος, στο δημοσίευμα περιλαμβάνεται μία εκτενής αναφορά στην ανάλογη με αυτή της Κυπριακής Συνεργατικής Τράπεζας, περίπτωση του τραπεζικού ιδρύματος στο ομοσπονδιακό κρατίδιο της K. Σαξονίας, Nord – LB, το οποίο χρειάζεται επειγόντως εισροή φρέσκου χρήματος. Όπως αναφέρεται καταληκτικά, η Κυπριακή Συνεργατική Τράπεζα αναζητά τώρα αγοραστή, αλλά ο δυνητικός επενδυτής θα αγοράσει μόνον το υγιές κομμάτι της, με τα κόστη των ληξιπρόθεσμων δανείων να παραμένουν στο μεγαλύτερο ιδιοκτήτη, το κυπριακό κράτος, και τελικά το βάρος να επιστρέφει και πάλι στους φορολογουμένους.