You are here

Μήνυμα επιμήκυνσης των χαλαρώσεων από Φρανκφούρτη

18/09/2020 07:17

Μήνυμα μικρής επιμήκυνσης των εποπτικών χαλαρώσεων στον τραπεζικό τομέα έστειλε χθες η Φρανκφούρτη, με απόφαση που επιτρέπει στις τράπεζες να αυξήσουν τον δείκτη μόχλευσης τους μέχρι τον Ιούνιο του 2021.

Η απόφαση, που ανακοινώθηκε χθες, σηματοδοτεί την πρόθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να διατηρήσει την εποπτική ευελιξία για όσο καιρό χρειάζεται, ώστε να ανακάμψουν οι ευρωπαϊκές οικονομίες από την πανδημική κρίση.

Η απόφαση συνάδει με πρόσφατες δηλώσεις της Κριστίν Λαγκάρντ για διατήρηση των υπόλοιπων χαλαρώσεων που έκανε τον Μάρτιο η ΕΚΤ μέχρι τον Μάρτιο του 2021.

Η ανακοίνωση έγινε δεκτή με ικανοποίηση στις εγχώριες τράπεζες που ζητούσαν περισσότερη σαφήνεια προθέσεων από τον εγχώριο επόπτη, όταν συναντήθηκαν μαζί του την Τρίτη, χωρίς όμως να τη λάβουν.

Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα ανακοίνωσε χθες ότι οι τράπεζες της ευρωζώνης ενδέχεται να αποκλείσουν ορισμένα ανοίγματα από το δείκτη μόχλευσης. Η κίνηση αποσκοπεί στη διευκόλυνση της εφαρμογής της νομισματικής πολιτικής.

Η επίδραση της χαλάρωσης είναι σχετικά μικρή – μόλις 30 μονάδες βάσης στο δείκτη μόχλευσης 3% που πρέπει να διατηρούν οι τράπεζες.  Η διάρκεια της χαλάρωσης είναι μέχρι το τέλος Ιουνίου 2021, που είναι επίσης σχετικά μικρή, αν και η ΕΚΤ διατηρεί την ευχέρεια να επιμηκύνει την περίοδο.

Το διοικητικό συμβούλιο της ΕΚΤ, επιβεβαίωσε ότι υπάρχουν εξαιρετικές περιστάσεις λόγω της πανδημίας του κορωνοϊού.

Ο οικονομολόγος και συνέταιρος της KPMG Τάσος Γιασεμίδης αναφέρει στη StockWatch ότι πρόσφατα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα διατήρησε αμετάβλητη τη νομισματική της πολιτική κρατώντας τα επιτόκια της στα ιστορικά τους χαμηλά και το έκτακτο πρόγραμμα αγορών ομολόγων για την πανδημία στα €1,35 τρισ., ενώ επιτρέπει στα τραπεζικά ιδρύματα να αποκλείσουν ορισμένα ανοίγματα από το δείκτη μόχλευσης. 

«Οι αποφάσεις δίνουν τη δυνατότητα στα τραπεζικά ιδρύματα να ανταπεξέλθουν στις δυσκολίες που δημιουργήθηκαν λόγω του ιού και είναι προσωρινές. Όπως ο νόμος για την αναστολή των δόσεων και αυτά τα μέτρα έχουν ημερομηνία λήξης», σημειώνει.

Ο κ. Γιασεμίδης επισημαίνει ότι το περιβάλλον των χαμηλών επιτοκίων από τη μια βοηθά στην ευνοϊκότερη χρηματοδότηση έργων από την άλλη επηρεάζει αρνητικά την κερδοφορία των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων καθώς και τις αποδόσεις των επενδύσεων των ασφαλιστικών και συνταξιοδοτικών ταμείων.

«Σίγουρα τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης είναι έκτακτα και η διατήρηση τους για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν είναι βιώσιμη. Ούτε όμως και η απότομη απόσυρση τους ενδείκνυται εφόσον θα δημιουργήσει κραδασμούς στις αγορές και αλυσιδωτά προβλήματα σε αρκετές οικονομίες, όπως οι αναδυόμενες», τονίζει.

Την ίδια στιγμή, προσθέτει, οι εμπορικές τράπεζες ενδεχομένως να αντιμετωπίσουν ένα νέο κύκλο μη εξυπηρετούμενων δανείων (ΜΕΔ), κάτι που αποτελεί πανευρωπαϊκό φαινόμενο.

Οι εποπτικές αρχές προχώρησαν σε χαλαρώσεις σε ό,τι αφορά τους δείκτες κεφαλαίων λόγω των επιπτώσεων του κορωνοϊού, όμως αυτές είναι προσωρινές και σιγά σιγά θα απαιτηθεί η επαναφορά των δεικτών.

Προσωρινή είναι και η ρύθμιση για αναστολή των δόσεων και ήδη τα τραπεζικά ιδρύματα προχωρούν σε επαναξιολόγηση των δανείων (ζητούν για παράδειγμα τις αναθεωρημένες απολαβές για τους ιδιώτες και μελέτη αντικτύπου από τις επιχειρήσεις), ώστε να είναι έτοιμες για κάθε ενδεχόμενο.

«Είναι σημαντικό να περιοριστεί στον μεγαλύτερο δυνατό βαθμό οποιαδήποτε αύξηση στα ΜΕΔ λόγω της πανδημίας, κυρίως μετά τη λήξη των μέτρων στήριξης από την κυβέρνηση και του μέτρου αναστολής των δόσεων των δανείων. Ένα επιπλέον στοίχημα είναι η διασφάλιση των θέσεων εργασίας, εφόσον η αύξηση στην ανεργία σημαίνει αυτόματα μείωση του οικογενειακού εισοδήματος και δυσκολία στην αποπληρωμή των δόσεων των δανείων», υπογραμμίζει.

Τον Μάρτιο ανακοινώθηκε η θέσπιση του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (PEPP) ύψους €750 δισ.

Επίσης, τoν Μάρτιο, η KT αποφάσισε απελευθέρωση αποθεμάτων κεφαλαίου €1,4 δισ., μέσω εποπτικών χαλαρώσεων από την ΕΚΤ (€1,3 δισ.) και, σε μικρότερο βαθμό (€0,1 δισ.), από την εγχώρια εποπτική αρχή.

Τον Απρίλιο, το Διοικητικό Συμβούλιο της ΕΚΤ ενέκρινε ένα πακέτο μέτρων προσωρινής εξασφάλισης για να διευκολύνει τη διαθεσιμότητα επιλέξιμης ασφάλειας για αντισυμβαλλόμενους του Ευρωσυστήματος για συμμετοχή σε πράξεις παροχής ρευστότητας, όπως οι στοχευμένες πράξεις μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO-III).

Τον Ιούνιο η ΕΚΤ ανακοίνωσε ότι το συνολικό ποσό του έκτακτου προγράμματος αγοράς στοιχείων ενεργητικού λόγω πανδημίας (pandemic emergency purchase programme – PEPP) θα αυξηθεί κατά €600 δισ. σε €1.350 δισ.

Της Γεωργίας Χαννή