You are here

Δεν επηρεάζουν την Κύπρο οι φορολογικές πιέσεις σε πολυεθνικές

22/06/2021 06:34

Η Κύπρος δεν αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά από την προτεινόμενη οδηγία της ΕΕ που αφορά τη δημοσιοποίηση φορολογικών πληροφοριών ανά κράτος από μεγάλες πολυεθνικές επιχειρήσεις, σύμφωνα με φορείς της αγοράς.

Οι εκπρόσωποι της πορτογαλικής Προεδρίας του Συμβουλίου κατέληξαν αρχές Ιουνίου σε προσωρινή πολιτική συμφωνία με τη διαπραγματευτική ομάδα του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου για την προτεινόμενη οδηγία σχετικά με την αποκάλυψη πληροφοριών φόρου εισοδήματος από ορισμένες επιχειρήσεις και υποκαταστήματα, που συνήθως αναφέρονται ως δημόσιες αναφορές ανά χώρα (Οδηγία CBCR).

Φορολογική διαφάνεια και δίκαιη φορολόγηση

Ο συνέταιρος της KPMG, αρμόδιος για φορολογικά θέματα Κώστα Μαρκίδης, σημειώνει στη StockWatch ότι η πολιτική συμφωνία που επιτεύχθηκε στις αρχές Ιουνίου ως προς την υποχρέωση μεγάλων πολυεθνικών εταιρειών με κύκλο εργασιών που ξεπερνά τα €750 εκατ. ετησίως να δημοσιοποιούν λειτουργικές και επιχειρηματικές πληροφορίες, αποτελεί τη συνέχεια προηγούμενης ευρωπαϊκής οδηγίας εμπνευσμένης από το σχέδιο δράσεων του ΟΟΣΑ, κατά της διάβρωσης της φορολογικής βάσης και υπέρ της φορολογικής διαφάνειας και της δίκαιης φορολόγησης. 

Αναφέρει ότι οι πληροφορίες που πρέπει να δημοσιοποιούνται στην βάση της πολιτικής συμφωνίας που επιτεύχθηκε, αφορούν την παγκόσμια κατανομή των εισοδημάτων τους, τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, τα αποτελέσματα προ φόρου εισοδήματος, τον καταβληθέντα φόρο εισοδήματος, τον οφειλόμενο φόρο εισοδήματος, τον αριθμό του απασχολούμενου προσωπικού, το εκδοθέν μετοχικό κεφάλαιο, τα συσσωρευμένα αδιανέμητα κέρδη και τα περιουσιακά στοιχεία ανά κράτος μέλος ή τρίτη χώρα στην οποία δραστηριοποιείται ο Όμιλος Πολυεθνικών Εταιρειών. 

«Πριν την επίτευξη της πολιτικής συμφωνίας η οποία θα απαιτεί τη δημοσιοποίηση των πληροφοριών, η υποχρέωση των πολυεθνικών αυτών εταιρειών περιοριζόταν στην απλή υποβολή των πληροφοριών στις αρμόδιες φορολογικές αρχές των Κρατών Μελών όπου δραστηριοποιούνται», σημειώνει. 

«O αντίκτυπος της συγκεκριμένης ευρωπαϊκής οδηγίας δεν αναμένεται να έχει αρνητικό αντίκτυπο στους ομίλους των πολυεθνικών εταιρειών που δραστηριοποιούνται στην Κύπρο αφού η οδηγία θα εφαρμόζεται σε όλα τα Κράτη Μέλη και επιπλέον υπάρχει πρόνοια ασφαλείας στην Οδηγία που επιτρέπει τη μη δημοσιοποίηση «ευαίσθητων πληροφοριών» για περίοδο πέντε χρόνων», τονίζει.

Δημοσιοποίηση πληροφοριών μέσω πλατφόρμας

Ο Συνέταιρος και Υπεύθυνος Υπηρεσιών Φορολογικής Συμμόρφωσης & Στρατηγικής της PwC Κύπρου Χρυσήλιος Πελεκάνος, σημειώνει στη StockWatch ότι το κείμενο που έχει συμφωνηθεί προβλέπει ότι οι όμιλοι πολυεθνικών εταιρειών και οι αυτόνομες επιχειρήσεις (με έδρα στην ΕΕ ή εκτός ΕΕ) με συνολικά ενοποιημένα έσοδα που υπερβαίνουν τα €750 εκατ. κατά τα τελευταία 2 έτη, θα πρέπει να δημοσιοποιούν τις φορολογικές τους πληροφορίες ανά κράτος στο οποίο δραστηριοποιούνται (στην ΕΕ καθώς και σε τρίτες χώρες που περιλαμβάνονται σε καταλόγους μη συνεργάσιμων για φορολογικούς σκοπούς περιοχών δικαιοδοσίας). 

«Η δημοσιοποίηση των πληροφοριών θα γίνεται μέσω μίας κοινής ηλεκτρονικής πλατφόρμας. Προκειμένου να αποφευχθεί η δυσανάλογη διοικητική επιβάρυνση των επηρεαζόμενων επιχειρήσεων και να περιοριστούν οι πληροφορίες που δημοσιοποιούνται σε αυτές που είναι απολύτως απαραίτητες προκειμένου να είναι δυνατός ο αποτελεσματικός δημόσιος έλεγχος, η οδηγία περιλαμβάνει έναν ολοκληρωμένο κατάλογο των πληροφοριών προς δημοσιοποίηση», σημειώνει.

Η οδηγία προωθείται στο πλαίσιο της ευρύτερης στρατηγικής της ΕΕ για ένα δικαιότερο και αποδοτικότερο σύστημα φορολόγησης των εταιρειών και έχει ως κύριο στόχο την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, τόσο σε επίπεδο ΕΕ όσο και σε παγκόσμιο.

«Κατά συνέπεια, με τη δημοσιοποίηση συγκεκριμένων φορολογικών πληροφοριών που αφορούν την κατανομή των εσόδων και τη φορολογική επιβάρυνση των πολυεθνικών επιχειρήσεων ανά κράτος, επιτυγχάνεται ο δημόσιος έλεγχος, ο οποίος μπορεί να συμβάλει ώστε να διασφαλιστεί ότι τα κέρδη φορολογούνται πράγματι εκεί όπου παράγονται. Ο δημόσιος έλεγχος μπορεί να συντελέσει στην αύξηση της εμπιστοσύνης του κοινού και παράλληλα να ενισχύσει την κοινωνική ευθύνη των επιχειρήσεων, οι οποίες συμβάλλουν στην ευημερία του τόπου μέσω της καταβολής φόρων στη χώρα στην οποία δραστηριοποιούνται», τονίζει.

«Οι πιο πάνω τροποποιήσεις είναι συμβατές με τις θέσεις της Κύπρου αναφορικά με τη βελτίωση της διαφάνειας, την καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και του επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού, τόσο σε ευρωπαϊκό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο. Η Κύπρος αναμένεται να παραμείνει ένα ελκυστικό επιχειρηματικό κέντρο λόγω των ευρύτερων πλεονεκτημάτων που προσφέρει», επισημαίνει.

Ο Επικεφαλής Φορολογικών και Νομικών Υπηρεσιών, της Deloitte Κύπρου Αντώνης Ταλιώτης, σημειώνει ότι «αυτή η εξέλιξη φέρνει την ΕΕ ένα βήμα πιο κοντά στο να ανταποκριθεί στην απαίτηση της κοινής γνώμης για μεγαλύτερη διαφάνεια από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες και έρχεται να συμπληρώσει τις διάφορες δράσεις που έχουν αναληφθεί τα τελευταία χρόνια για την καταπολέμηση της φοροαποφυγής μέσω επιθετικού φορολογικού σχεδιασμού. Παρόμοιες απαιτήσεις δημοσιοποίησης πληροφοριών έχουν ήδη εφαρμοστεί εδώ και αρκετά χρόνια στον τραπεζικό κλάδο, καθώς και στην εξορυκτική και τη δασική βιομηχανία».

«Είναι σαφές πως η πρόθεση αυτού του μέτρου είναι να αποτρέψει φορολογικούς σχεδιασμούς που να έχουν κύριο σκοπό την αποφυγή φορολόγησης, παρέχοντας πληροφορίες στο δημόσιο και ασκώντας πίεση απευθείας στις πολυεθνικές. Σημειώνεται πως παρόμοια πληροφόρηση υποβάλλεται ήδη από τις πολυεθνικές μέσω των υποχρεώσεων που έχουν για υποβολή εκθέσεων ανά χώρα στις φορολογικές αρχές», τονίζει.

«Εκφράζουμε κάποιο προβληματισμό σχετικά με τις πιθανές αρνητικές επιπτώσεις που μπορεί να επέλθουν στη φήμη των πολυεθνικών από την μη επαρκή ή/και λανθασμένη κατανόηση των φορολογικών τους δεδομένων από το κοινό, που δεν έχει την γνώση ή/και την εμπειρία να τα ερμηνεύσει», σημειώνει.

Όπως εκτιμάται, η εταιρική φοροαποφυγή και ο επιθετικός φορολογικός σχεδιασμός από μεγάλες πολυεθνικές εταιρείες στερούν τις χώρες της ΕΕ από έσοδα άνω των €50 δισ. ετησίως.

Της Γεωργίας Χαννή