You are here

Διαδικτυακές πλατφόρμες για διάθεση γεωργικών προϊόντων

27/10/2020 08:38

Διαδικτυακές πλατφόρμες για διάθεση των γεωργικών προϊόντων έθεσε σε εφαρμογή τους τελευταίους μήνες το υπουργείο γεωργίας.

Σύμφωνα με το υπουργείο, η προσπάθεια που ξεκίνησε σε μια δύσκολη για τους καταναλωτές και τους παραγωγούς περίοδο, αυτή της καραντίνας λόγω του κορωνοϊού, μπορεί να ενισχυθεί, να εξελιχθεί και να αποτελέσει ένα σημαντικό κομμάτι της αγοράς για εξασφάλιση των αγαθών πρώτης ανάγκης.

Έχει διαπιστωθεί, επίσης, πως είναι αναγκαίο οι πλατφόρμες να είναι προσιτές για τους καταναλωτές και να μην αντιμετωπίζουν οποιεσδήποτε δυσκολίες κατά τη διαδικασία της παραγγελίας. Γι’ αυτόν τον λόγο, κάποιες πλατφόρμες έχουν ήδη προχωρήσει σε αναβαθμίσεις των σελίδων τους για να γίνουν πιο εύχρηστες.

Παράλληλα, καταβάλλουν προσπάθειες να αυξήσουν τα είδη των προϊόντων που διατίθενται στους πάγκους των διαδικτυακών λαϊκών αγορών, έτσι ώστε να καλύπτονται στο μέγιστο δυνατό βαθμό οι ανάγκες των καταναλωτών, οι οποίοι σήμερα μπορούν να εξασφαλίσουν διαδικτυακά οπωροκηπευτικά, φρούτα, γαλακτοκομικά, κρασιά, μεταποιημένα προϊόντα, παραδοσιακά προϊόντα και άλλα. 

Επιπλέον, γίνονται προσπάθειες να διατηρηθούν οι προσωπικές σχέσεις των παραγωγών με τους καταναλωτές, αφού οι τελευταίοι ενδιαφέρονται να μαθαίνουν από ποια περιοχή προέρχονται τα προϊόντα και από ποιον παραγωγό, ενώ ασφαλώς επικεντρώνονται σε θέματα ποιότητας, τιμής αλλά και αμεσότητας στην παράδοση των προϊόντων.

Πρόσθετα, μέσω των πλατφόρμων έχει αναδειχτεί η αναγκαιότητα της μείωσης της ψαλίδας τιμών μεταξύ παραγωγών και καταναλωτών, ώστε να μπορεί αφενός να λαμβάνει ο παραγωγός δίκαιες τιμές για τα προϊόντα του και αφετέρου ο καταναλωτής λογικές τιμές γι’ αυτό που αγοράζει.

«Ένα από τα πιο σημαντικά διδάγματα της προσπάθειας αυτής είναι η συνέργεια μεταξύ ιδιωτικού και δημόσιου τομέα, μέσω της τεχνολογίας και της ψηφιοποίησης, μία άσκηση η οποία κάτω από τις συνθήκες που δημιουργήθηκε ήταν πολύ επιτυχής και φαίνεται να έχει προοπτικές συνέχειας σε βάθος χρόνου», επισημαίνει το υπουργείο. 

Ανάδειξη τοπικών προϊόντων

Ένα σημαντικό μέρος αυτής της προσπάθειας είναι και η ανάδειξη των τοπικών και παραδοσιακών προϊόντων. Είναι μια ευκαιρία για τους μικρούς παραγωγούς να διαθέσουν τα προϊόντα τους στην αγορά.  Ωστόσο είναι αναγκαίο και οι παραγωγοί μας να ενημερωθούν για τις δυνατότητες της τεχνολογίας, αφού ένα από τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι πλατφόρμες είναι η δυσκολία συνεργασίας με κάποιους παραγωγούς.

«Είναι ξεκάθαρο πως υπάρχουν μεγάλα περιθώρια ενίσχυσης των διαδικτυακών πλατφόρμων, τόσο προς το συμφέρον των καταναλωτών όσο και των παραγωγών. Διότι, η πρωτοβουλία αυτή καθιστά πιο δίκαιη την προώθηση προϊόντων απευθείας από τον παραγωγό στον καταναλωτή, αφού με αυτό τον τρόπο, ουσιαστικά, δεν παρεμβάλλονται μεσάζοντες, αποφεύγονται οι αθέμιτες πρακτικές και βελτιώνεται το εισόδημα του παραγωγού», επισημαίνει το υπουργείο.

Να υπενθυμίσουμε πως η προσπάθεια ξεκίνησε από ιδιωτική πρωτοβουλία, ωστόσο στηρίχθηκε από το Υπουργείο Γεωργίας, Αγροτικής Ανάπτυξης και Περιβάλλοντος και το Υφυπουργείο Έρευνας Καινοτομίας και Ψηφιακής Πολιτικής.

Ως ένα πρώτο βήμα για μείωση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών στη λιανική αγορά, χαρακτηρίζει τις διαδικτυακές πλατφόρμες το συμβούλιο οικονομίας.

«Χρειάζεται όμως περεταίρω προώθηση στους καταναλωτές και τους παραγωγούς για να δουλέψει. Το επόμενο βήμα είναι η διεκπεραίωση των χονδρικών συναλλαγών μέσω ηλεκτρονικής πλατφόρμας για να υπάρχει διαφάνεια και έλεγχος. Στην χονδρική αγορά υπάρχει σοβαρό πρόβλημα με την χειραγώγηση των τιμών και εκμετάλλευση των παραγωγών από τους εμπόρους και αυτή η εισήγηση μπορεί να διορθώσει αυτές τις στρεβλώσεις αν λειτουργήσει σωστά», τονίζει το συμβούλιο.

Η εισήγηση του συμβουλίου αποσκοπεί στη μείωση των αθέμιτων εμπορικών πρακτικών από τους εμπόρους της χονδρικής αγοράς και τη βελτίωση της θέσης των παραγωγών στην αλυσίδα αξίας (δηλαδή την αύξηση του μεριδίου τους στην τελική τιμή πώλησης με βάση το βαθμό ποιότητας). Με αυτό τον τρόπο δίνεται το κίνητρο στους παραγωγούς να παραμείνουν στον τομέα και να επενδύσουν στην ποιότητα των προϊόντων τους. 

Το συμβούλιο κατέθεσε πρόσφατα την πρόταση του για τη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας στον τομέα της γεωργίας τονίζοντας παράλληλα ότι παρά την φθίνουσα πορεία του τομέα της γεωργίας τις τελευταίες δεκαετίες, «οι επιπτώσεις της πανδημίας που αντιμετωπίζουμε σήμερα προσφέρουν μια πρώτης τάξης ευκαιρία για επαναπροσδιορισμό του».

Σύμφωνα με το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας, οι εισηγήσεις του «προσβλέπουν στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα, κυρίως μέσω της μείωσης των τιμών, της αύξησης της αξίας παραγωγής και της βελτίωσης της ποιότητας των γεωργικών προϊόντων, παράλληλα με την ενίσχυση του εισοδήματος των παραγωγών».
 
Αναφέρει ότι γενικός στόχος για τον τομέα της γεωργίας στην Κύπρο «θα πρέπει να είναι η αύξηση της παραγωγικότητάς του, μέσω ελαχιστοποίησης του κόστους, μεγιστοποίησης της αξίας παραγωγής, και παράλληλα βελτιστοποίησης της ποιότητας γεωργικών και κτηνοτροφικών προϊόντων στο πλαίσιο της αποτελεσματικότερης κατανομής των περιορισμένων πόρων στην ευρύτερη οικονομία.
  
Επισημαίνει ορισμένες από τις μεγαλύτερες αδυναμίες για τη μειωμένη ανταγωνιστικότητα του τομέα, οι οποίες είναι το χαμηλό επίπεδο διαφοροποίησης της γεωργικής παραγωγής και η έλλειψη τυποποίησης, το μικρό βαθμό ενσωμάτωσης των παραγωγών στην αγορά και τη περιορισμένη διαπραγματευτική θέση τους στην αλυσίδα αξίας του αγροδιατροφικού τομέα, τα χαμηλά επίπεδα εκσυγχρονισμού και υιοθέτησης σύγχρονων ή και καινοτόμων συστημάτων τόσο κατά την παραγωγή όσο και κατά την μεταποίηση γεωργικών προϊόντων και η γήρανση των απασχολούμενων.
 
Συγκεκριμένα, το Συμβούλιο προβαίνει σε εισηγήσεις για την παραγωγή και προώθηση διαφοροποιημένων προϊόντων, σημειώνοντας ότι παρατηρείται μία στροφή προς την κατανάλωση ποιοτικότερων και πιο υγιεινών τροφίμων, εξέλιξη η οποία δίνει τη δυνατότητα σε μικρές μεσογειακές χώρες, όπως η Κύπρος, να προωθήσουν τοπικά και διαφοροποιημένα προϊόντα, όπως βιολογικά, με υψηλότερη προστιθέμενη αξία.
 
Επίσης, εισηγείται την βελτιστοποίηση κόστους παραγωγής και εφοδιαστικής αλυσίδας μέσω του εκσυγχρονισμού και την αντιμετώπιση της γήρανσης του γεωργικού πληθυσμού και αξιοποίηση της ανεκμετάλλευτης γης.
 
Αναφορικά με την αξιοποίηση της γνώσης και της τεχνολογίας, το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας εισηγείται μελέτη και υιοθέτηση καλών πρακτικών άλλων χωρών στον τομέα (π.χ. μέθοδοι παραγωγής σε μη αρόσιμη γη, βελτίωση άρδευσης), αξιοποίηση νέας τεχνολογίας στην παραγωγή και διάθεση των προϊόντων για μείωση των λειτουργικών εξόδων (κυρίως του κόστους παραγωγής) και του αντίκτυπου της κλιματικής αλλαγής στην απόδοση της παραγωγής, επένδυση σε έρευνα και καινοτομία με σκοπό την βελτιστοποίηση της παραγωγικότητας και βελτίωση της ανταγωνιστικότητας του τομέα και προώθηση της εμπλοκής των ακαδημαϊκών ιδρυμάτων και ερευνητικών κέντρων για αξιοποίηση της εμπειρογνωμοσύνης του επιστημονικού προσωπικού καθώς και της υπάρχουσας τεχνογνωσίας από όλους τους εμπλεκόμενους φορείς στον τομέα.
 
Επιπλέον, εισηγείται την εστίαση σε εξειδικευμένα προϊόντα (niche), όπως βιολογικά και τοπικά, και παράλληλη βελτίωση της ποιότητας τους, την εγγραφή περισσότερων τοπικών προϊόντων ως ΠΟΠ (Προστατευόμενη Ονομασία Προέλευσης) και ΠΓΕ (Προστατευόμενη Γεωγραφική Ένδειξη), τη συλλογική προσπάθεια δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για προβολή και προώθησή τους στις διεθνείς αγορές και στις τοπικές τουριστικές επιχειρήσεις (branding) και την ευαισθητοποίηση των ντόπιων καταναλωτών για αγορά κυπριακών τροφίμων.

Επίσης, το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας εισηγείται τον σχεδιασμό και προώθηση κατάλληλων μέτρων πολιτικής για σταδιακή μεταβίβαση γεωργικών εκμεταλλεύσεων από γηραιότερους σε νέους επαγγελματίες παραγωγούς, την άρδευση με πλεόνασμα επεξεργασμένου νερού από μονάδες επεξεργασίας αποχετευτικών και την συνεργασία ομάδων παραγωγών για κοινή αγορά και χρήση μηχανημάτων.

Της Γεωργίας Χαννή