You are here

Τσιμπανούλης: Φυσιολογικά τα "υπαρξιακά" προβλήματα του ΧΑΚ.

28/04/2001 16:57
"Το θεσμικό πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης στον τομέα της κεφαλαιαγοράς προχωρεί πολύ αργά, είναι πολύπλοκο, δύσκαμπτο, και μη κατάλληλα προσαρμοσμένο στους ραγδαίους ρυθμούς των αλλαγών των διεθνών χρηματοπιστωτικών αγορών. Είναι, λοιπόν, απολύτως φυσιολογικό μία νεαρά αναδυόμενη κεφαλαιαγορά, όπως η κυπριακή, να αντιμετωπίζει έντονα "υπαρξιακά" προβλήματα".

Αυτά δήλωσε μεταξύ άλλων ο εμπειρογνώμονας Δρ Τσιμπανούλης παρουσιάζοντας τα ευρήματα της 740-σέλιδης μελέτης που εκπόνησε για το Κυπριακή κεφαλαιαγορά.

Η Μελέτη, είπε, προβαίνει σε σφαιρική θεώρηση και ειδική ανάλυση του θεσμικού πλαισίου της κεφαλαιαγοράς, λαμβάνοντας υπόψη ιδίως τις εξελίξεις του παράγωγου κοινοτικού δικαίου, καθώς και το θεσμικό πλαίσιο της Μεγάλης Βρετανίας, της Γερμανίας, της Γαλλίας, των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ελλάδας. Εντοπίζει και εξετάζει, πρόσθεσε, τα ζητήματα που καλείται να αντιμετωπίσει ο κύπριος νομοθέτης και διατυπώνει προτάσεις για τη λήψη μεσοπρόθεσμων μέτρων για τη βελτίωση του ισχύοντος θεσμικού πλαισίου.

Σε άλλα σημεία της παρέμβασής του ο Δρ. Τσιμπανούλης υπογράμμισε ότι για την αναμόρφωση της κυπριακή κεφαλαιαγοράς, πλην της βελτίωσης του θεσμικού πλαισίου, απαιτείται και εμπέδωση των θεσμικών αλλαγών από τις εποπτεύουσες αρχές, τους επαγγελματίες του χώρου, χρηματιστές και τράπεζες, τις εκδότριες εισηγμένες εταιρίες και τους επενδυτές.

Η εκπαίδευση και επιμόρφωση όλων αυτών, τόνισε εμφαντικά, αποτελεί βασικό παράγοντα, από τον οποίο θα εξαρτηθεί η επιτυχής έκβαση οποιουδήποτε αναδιαρθρωτικού εγχειρήματος. Παράλληλα, πρόσθεσε, πρέπει να παρακολουθούνται συστηματικά οι διεθνείς εξελίξεις, ιδίως στο χώρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ούτως ώστε έγκαιρα να λαμβάνονται τα αναγκαία μέτρα προσαρμογής.

Στη συνέχεια ο Δρ. Τσιμπανούλης αναφέρθηκε σε τρία κομβικά σημεία που πραγματεύεται η Μελέτη του και επισήμανε ότι πρέπει να θεσπισθεί άμεσα το νομικό πλαίσιο που θα απαγορεύει την άτυπη και από μη εποπτευόμενους φορείς παροχή επενδυτικών υπηρεσιών στην Κύπρο. Παράλληλα, παρατήρησε, θα πρέπει να προσαρμοσθούν οι διατάξεις του χρηματιστηριακού δικαίου στο παράγωγο κοινοτικό δίκαιο για την παροχή επενδυτικών υπηρεσιών από τις ΕΠΕΥ και την επάρκεια των ιδίων των κεφαλαίων τους, τηρουμένου του Κώδικα Επαγγελματικής Συμπεριφοράς τους.

Δεύτερη ενότητα, συνέχισε, αποτελούν τα θέματα πρωτογενούς αγοράς κεφαλαίων. Επιβάλλεται να θεσπισθεί πλαίσιο για την ευθύνη των αναδόχων ως προς την ακρίβεια του ενημερωτικού δελτίου, για τις υποχρεώσεις των εισηγμένων εταιριών και την εταιρική διακυβέρνηση, καθώς και για την πρόσκληση προς το κοινό, που πρέπει να οριοθετηθεί σαφώς από την ιδιωτική τοποθέτηση. Η διασφάλιση της ουσιαστικής διαφάνειας των εισηγμένων εταιρειών, τόνισε, αποτελεί αναγκαία προϋπόθεση για την ανάπτυξη του Χρηματιστηρίου.

Ο Δρ. Τσιμπανούλης υπογράμμισε, επίσης, την ανάγκη περιορισμού σε ανεκτά πλαίσια του συστημικού κινδύνου στο σύστημα εκκαθάρισης των χρηματιστηριακών συναλλαγών, ιδίως με την εφαρμογή της αρχής Delivery versus Payment.

Στη συνέχεια τόνισε ότι η αποϋλοποίηση των τίτλων αποτελεί σημαντικό βήμα, που θα αναβαθμίσει αισθητά τη λειτουργία του ΧΑΚ, εξέφρασε όμως την άποψη ότι, και πριν από την ολοκλήρωσή της, πρέπει να ληφθούν μέτρα για την αντιμετώπιση θεμάτων εκπλήρωσης υποχρεώσεων στις σχέσεις χρηματιστών και πελατών τους, προς διασφάλιση της ομαλής λειτουργίας της χρηματιστηριακής αγοράς και την πρόληψη κινδύνων.

Ο Δρ. Τσιμπανούλης κατέληξε τονίζοντας την ανάγκη ενίσχυσης της ανταγωνιστικότητας του Κυπριακού Χρηματιστηρίου και υπογράμμισε ότι θα είναι καθοριστικός ο ρόλος που θα διαδραματίσει η Επιτροπή κεφαλαιαγοράς.

Ο ρόλος της, ανέφερε, σε πρώτη τουλάχιστον φάση, είναι απαραίτητο να είναι και παιδαγωγικός - συμβουλευτικός, ούτως ώστε, σε στενή συνεργασία με τους εποπτευόμενους φορείς, να διαμορφωθεί λειτουργικό θεσμικό πλαίσιο, το οποίο θα εμπεδώσει ασφάλεια δικαίου και θα γίνει ευμενώς αποδεκτό από τους εποπτευόμενους φορείς.

Πρέπει να καταστεί κοινή συνείδηση, υπογράμμισε ότι η κυπριακή κεφαλαιαγορά θα μπορέσει να πείσει διεθνώς, μόνον εφόσον αποκτήσει και την έσωθεν καλή μαρτυρία. Τούτο σημαίνει, συνέχισε, ότι πρέπει να πορευθεί στη φάση ωρίμανσης με διάθεση διερεύνησης, ενδοσκόπησης και αυτοκριτικής, με στόχο την απόκτηση αυτογνωσίας, έτσι ώστε το θεσμικό πλαίσιο που θα δημιουργηθεί να είναι αποδεκτό και σεβαστό από όλους, τους επενδυτές, τους επαγγελματίες που παρέχουν επενδυτικές υπηρεσίες και τις εκδότριες επιχειρήσεις.