You are here

Καμπανάκι Φρανκφούρτης για ανταλλαγές χρέους με ακίνητα

17/08/2018 06:48

Καμπανάκι για την πρακτική των τραπεζών να ανταλλάζουν χρέος με ακίνητα κτυπά η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, σύμφωνα με εμπιστευτική επιστολή που έστειλε η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου στη βουλή.

Η επιστολή στάλθηκε με αφορμή τροπολογία που τελικά πέρασε στον νόμο για τις εκποιήσεις τον Ιούλιο, η οποία δίνει κίνητρα στις τράπεζες να ανταλλάζουν χρέος με ακίνητα.  Η ΚΤ διαφώνησε με τη σχετική τροπολογία αλλά δεν εισακούστηκε.

Η επιστολή αποκαλύπτει τον προβληματισμό των ευρωπαίων εποπτών με την πρακτική των τραπεζών να λαμβάνουν ακίνητα έναντι του χρέους, κυρίως μεγάλων χρεωστών.

Σε ότι αφορά την Κύπρο, ο προβληματισμός αγγίζει κυρίως την Τρ. Κύπρου, που έχει απόθεμα ακινήτων €1,6 δις στον ισολογισμό της μετά τις μεγάλες ανταλλαγές χρεών των γνωστών developers με ακίνητα.  

Οι προσθήκες ακινήτων στο απόθεμα της Τράπεζας είναι μεγαλύτερες από τις πωλήσεις και συνεχίζονται παρά την προειδοποίηση που έλαβαν οι κυπριακές τράπεζες για την πρακτική που ακολουθούν από την ΕΚΤ, στο τέλος του 2016.

«Η ΕΚΤ προβληματίζεται σε ευρωπαϊκό επίπεδο για την αυξητική τάση που παρουσιάζεται στον όγκο συναλλαγών ανταλλαγής χρέους με ακίνητα από τις τράπεζες», αναφέρει η επιστολή της ΚΤ.

«Συνεπώς έχει εισάγει σχετική πρόνοια στις κατευθυντήριες γραμμές που εκδόθηκαν από την ΕΚΤ προς τις τράπεζες σε σχέση με τα ΜΕΔ, τον Μάρτιο του 2017».

Συγκεκριμένα, όπως σημειώνεται, οι κατευθυντήριες γραμμές προνοούν όπως οι τράπεζες ενδεχομένως να πρέπει να αναπροσαρμόσουν την αξία αυτών των ακινήτων ως αποτέλεσμα κάποιων παραγόντων, μεταξύ των οποίων τίθεται και ο όγκος και η κίνηση της αγοράς αυτών των ακινήτων.

Επίσης, αναφέρεται ότι περιπτώσεις στις οποίες οι τράπεζες κατέχουν τα ακίνητα αυτά για μεγάλο χρονικό διάστημα, τότε θα πρέπει να αναπροσαρμόσουν τις αξίες τους επιβάλλοντας εκπτώσεις που προκύπτουν από τη δυσκολία πώλησης των ακινήτων αυτών.

Η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου εκτιμά ότι οι πρόνοιες που έχουν προσθέσει τα κόμματα στο νόμο για τις εκποιήσεις ενισχύουν τα κίνητρα των τραπεζών να αποκτούν ακίνητα έναντι χρεών, κάτι που δεν βοηθά στην αποτελεσματική επίλυση του προβλήματος των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Ενώ το νομοσχέδιο έδινε στις τράπεζες χρονικό περιθώριο τεσσάρων μηνών να αποκτήσουν το ακίνητο μετά από αποτυχημένη προσπάθεια εκποίησης του, οι τέσσερις μήνες διαγράφηκαν από τον νόμο που ψηφίστηκε.

Στην εμπιστευτική επιστολή που απεστάλη προς τον πρόεδρο της επιτροπής οικονομικών Αβέρωφ Νεοφύτου  λίγο πριν την ψήφιση των νομοσχεδίων για το νέο πλαίσιο εκποιήσεων, αποτυπώνεται η διαφωνία της Κεντρικής Τράπεζας σε σχέση με τη διαγραφή χρονικού περιθωρίου τεσσάρων μηνών που σύμφωνα με τα αρχικά τροποποιητικά νομοσχέδια θα ίσχυε ώστε ενυπόθηκος δανειστής να έχει την επιλογή να αγοράσει ενυπόθηκο ακίνητο στην αγοραία αξία του.

Συγκεκριμένα, η αλλαγή σε σχέση με τα νομοσχέδια, η οποία εφαρμόστηκε παρά τη διαφωνία της ΚΤ, αφορά στο άρθρο 44 ΙΑ (1) το οποίο προνοούσε ότι «σε περίπτωση που ενυπόθηκος δανειστής δεν πωλήσει το ενυπόθηκο ακίνητο εντός χρονικής περιόδου έξι μηνών από την ολοκλήρωση της διαδικασίας πρώτου πλειστηριασμού, τότε ο ενυπόθηκος δανειστής έχει την επιλογή να αγοράσει εντός τεσσάρων μηνών το ενυπόθηκο ακίνητο στην αγοραία αξία του βάσει εκτίμησης που διενεργήθηκε πριν την έναρξη της διαδικασίας του πρώτου πλειστηριασμού…».

Κατά τη διάρκεια των συζητήσεων επήλθε τροποποίηση του κειμένου κατόπιν εισήγησης του προέδρου της επιτροπής Αβέρωφ Νεοφύτου, για την απάλειψη του περιθωρίου των τεσσάρων μηνών.

Η ΚΤ σημειώνει ότι η απάλειψη του ορίου παρέχει σημαντικά κίνητρα προς τους ενυπόθηκους δανειστές για να μην εφαρμόζουν όλα τα στάδια που προβλέπονται από το νόμο.

Σύμφωνα με την ΚΤ η απάλειψη της πρόνοιας δίνει επίσης κίνητρα στις τράπεζες να μεταφέρουν στον ισολογισμό τους σημαντικά ποσά ακινήτων.

«Κατά την άποψή μας, μια τέτοια πρακτική δεν υποβοηθά στην πραγματική λύση του προβλήματος των ΜΕΔ ενώ παράλληλα, δεν αφήνονται οι δυνάμεις της αγοράς να καθορίσουν τις πραγματικές τιμές των ακινήτων ώστε η αξία των εξασφαλίσεων που οι τράπεζες καθορίζουν κατά τη διενέργεια των προβλέψεών τους, να

Μ.Χ.