You are here

Πρωταθλητές στα προβληματικά δάνεια οι developers

08/10/2019 07:06

Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια του τομέα των ακινήτων στην Κύπρο εξακολουθούν να είναι από τα ψηλότερα στην Ευρώπη, παρά την ισχυρή ώθηση που έχει δοθεί στον κλάδο από το πρόγραμμα πολιτογραφήσεων.

Σύμφωνα με στοιχεία που ανακοίνωσε η Ευρωπαϊκή Τραπεζική Αρχή, ελληνικές και κυπριακές τράπεζες είναι στην κορυφή των χωρών με τα ψηλότερα κακά δάνεια.

Η ανάλυση των στοιχείων σε τομεακό επίπεδο αναδεικνύει το μέγεθος του προβλήματος που υπάρχει σε ορισμένους κλάδους της οικονομίας.

Στην Κύπρο ο δείκτης NPLs στον τομέα των κατασκευών ανήλθε στο 65,3% στο δεύτερο τρίμηνο και είναι ο πιο ψηλός στον συγκεκριμένο κλάδο σε όλη την Ευρώπη.  Ακολουθεί η Ελλάδα με 58,5% από 60,2% το προηγούμενο τρίμηνο.

Ο μέσος όρος στην Ευρωζώνη ήταν 14,6% το δεύτερο τρίμηνο σε σχέση με 15,2% το προηγούμενο τρίμηνο.

Στη δεύτερη θέση με προβληματικά δάνεια περνά η Κύπρος στον τομέα του real estate με τον δείκτη να είναι στο 26,7%.  Την πρωτιά έχει η Ελλάδα με ποσοστό 43,8% σε σχέση με 47,9% το πρώτο τρίμηνο.

Αναφορικά με τον συνολικό δείκτη μη εξυπηρετούμενων δανείων στο τραπεζικό σύστημα της Κύπρου ανέρχεται στο 21,4% και είναι ο δεύτερος ψηλότερος στην ΕΕ μετά την Ελλάδα (39,2%).

Επαρκή κεφάλαια αλλά μικρή κερδοφορία

Η Ευρωπαϊκή Αρχή Τραπεζών (EBA) δημοσίευσε την περιοδική επικαιροποίηση στον πίνακα κινδύνων της, ο οποίος συνοψίζει τους κυριότερους κινδύνους και τα τρωτά σημεία του τραπεζικού τομέα της ΕΕ χρησιμοποιώντας ποσοτικούς δείκτες κινδύνου.

Οι δείκτες κεφαλαίων παρέμειναν σε γενικές γραμμές σταθεροί και η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού των τραπεζών βελτιώθηκε περαιτέρω. Ωστόσο, η χαμηλή κερδοφορία εξακολουθεί να αποτελεί βασική πρόκληση για τον τομέα.

Οι δείκτης CET1 παρέμεινε στο 14,4%. Ο δείκτης CET1 σε μεταβατική βάση ήταν 14,6%, 10 μονάδες βάσης κάτω από το πρώτο τρίμηνο, κυρίως ως αποτέλεσμα των εφάπαξ αλλαγών στο δείγμα αναφοράς. Ενώ οι μέσοι δείκτες κεφαλαίου παρέμειναν σε γενικές γραμμές αμετάβλητοι, οι τράπεζες στο κατώτερο άκρο της διανομής αύξησαν περαιτέρω τους δείκτες κεφαλαίου.

Ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε περαιτέρω σε 3,0% από 3,1% το προηγούμενο τρίμηνο. Ωστόσο, ενώ η μείωση του ΑΕΠ του πρώτου τριμήνου ενισχύθηκε κυρίως από την αύξηση των συνολικών χορηγήσεων, η συρρίκνωση το δεύτερο τρίμηνο οδήγησε στην υποχώρηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Η απόδοση ιδίων κεφαλαίων (RoE) ανήλθε σε 7,0%, δηλαδή 20 μονάδες βάσης πάνω από το πρώτο τρίμηνο του τρέχοντος έτους, αλλά χαμηλότερα από ένα χρόνο πριν. Το συνολικό καθαρό λειτουργικό εισόδημα συνέχισε την ανοδική του πορεία κατά το δεύτερο τρίμηνο, με την υποστήριξη των καθαρών τόκων καθώς και των καθαρών εσόδων από τέλη και προμήθειες. Ο δείκτης κόστους προς έσοδα (CIR) παρέμεινε ψηλός στο 64,1%.

Αναφορικά με το μέλλον, αναφέρεται ότι η αυξανόμενη οικονομική και πολιτική αβεβαιότητα ενδέχεται να επηρεάσει αρνητικά τον τραπεζικό τομέα της ΕΕ.

Η πρόκληση της χαμηλής κερδοφορίας θα μπορούσε να επιδεινωθεί εν μέσω δυνητικά αυξανόμενων ζημιών και προβλέψεων. Επίσης, οι νέοι όγκοι δανεισμού ενδέχεται να υποστούν επιδείνωση των γενικών οικονομικών συνθηκών και επιδείνωση της ποιότητας του ενεργητικού.

Της Γεωργίας Χαννή