You are here

Δυναμική έξοδος ακινήτων από το lockdown

06/05/2021 07:35

Ισχυρή ανάκαμψη ύψους 28% παρουσιάζει το πρώτο τετράμηνο του 2021 η δραστηριότητα στην αγορά ακινήτων, λαμβάνοντας ώθηση από την αύξηση ύψους 285% που σημειώθηκε τον Απρίλιο, κυρίως λόγω της χαμηλής περσινής βάσης.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που δημοσιεύει το Τμήμα Κτηματολογίου και Χωρομετρίας, ο αριθμός των πωλητηρίων εγγράφων ανήλθε συνολικά στα 2817 την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2021, από 2207 την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σημειώνοντας αύξηση 28%.

Αύξηση λόγω lockdown

Μέρος της ανάκαμψης αποδίδεται στη χαμηλή περσινή βάση στις πωλήσεις ακινήτων, η οποία οφείλεται σε παράγοντες που έχουν να κάνουν με την πανδημία. Τα περιοριστικά μέτρα που ίσχυσαν κατά διαστήματα τόσο το 2020, όσο και το 2021 επηρέασαν την λειτουργία του Κτηματολογίου και την προώθηση πωλητηρίων εγγράφων, μεταθέτοντας την σε μεταγενέστερες περιόδους.

Όπως ανέφερε στη StockWatch ο διευθύνων σύμβουλος της WiRE FS Παύλος Λοΐζου, στο τέλος Δεκεμβρίου 2020 και τον Ιανουάριο 2021, το Κτηματολόγιο υπολειτουργούσε λόγω lockdown. «Πολλές μεταβιβάσεις μετατοπίστηκαν στον Φεβρουάριο και Μάρτιο και μετά. Έτσι εξηγούνται εν μέρει, οι αυξήσεις τους τελευταίους δύο μήνες», επεσήμανε. 

Τον Απρίλιο, οι πωλήσεις ακινήτων αυξήθηκαν κατά 285% σε ετήσια βάση, έναντι ετήσιας αύξησης 62% τον Μάρτιο και μείωση 13% και 31%, το Φεβρουάριο και τον Ιανουάριο αντίστοιχα.

Ο κ. Λοΐζου υπενθύμισε πως κατά το 2020, τον Μάρτιο (15/03) εφαρμόστηκε lockdown και άρα ο Μάρτιος και Απρίλιος 2020 παρουσίασαν μείωση. «Έτσι αν συγκρίνουμε τετράμηνο με τετράμηνο, το μεν 2020 ήταν μειωμένο λόγω lockdown, το δε 2021 αυξημένοι οι τελευταίοι δύο μήνες λόγω lockdown», εξήγησε.

Τι δείχνουν τα στοιχεία του StatWatch

Αν και η αύξηση οφείλεται εν μέρει στην περσινή χαμηλή βάση, με βάση τα δεδομένα που καταγράφονται στο StatWatch, πρόκειται για το δεύτερο ψηλότερο αριθμό πωλητηρίων εγγράφων Ιανουαρίου – Απριλίου από το 2008, που οι πωλήσεις τετραμήνου είχαν φτάσει στις 5858.

Χρονιά ρεκόρ μετά το 2008, αποτέλεσε το 2019, όταν τα πωλητήρια έγγραφα έφτασαν στα 3423 το πρώτο τετράμηνο του έτους.

Κρατά τα σκήπτρα η Λευκωσία

Σε ότι αφορά τις πωλήσεις ακινήτων ανά επαρχία, δείχνουν να υπάρχει σημαντική ώθηση από την εγχώρια ζήτηση.

Την καλύτερη πορεία σημειώνει η Λευκωσία με τη μεγαλύτερη αύξηση στις πωλήσεις τετραμήνου, που αγγίζει το 59%. Η πρωτεύουσα κατέχει τα σκήπτρα των περισσοτέρων πωλήσεων με 875 πωλητήρια έγγραφα την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2021, έναντι 552 την αντίστοιχη περσινή περίοδο.

Σημαντική αύξηση της τάξης του 37,3% παρουσιάζει η Λεμεσός, όπου οι πωλήσεις τετραμήνου έφτασαν στις 851 από 620 την αντίστοιχη περίοδο του 2020.

Στη Λάρνακα, πραγματοποιήθηκαν 450 πωλήσεις ακινήτων έναντι 395 την αντίστοιχη περσινή περίοδο, σημειώνοντας αύξηση 14%. Στην Αμμόχωστο η αύξηση άγγιξε το 19% με 176 πωλητήρια έγγραφα, από 148 πέρσι.

Μοναδική εξαίρεση στην ανοδική τάση αποτελεί η Πάφος, όπου οι πωλήσεις ακινήτων παρουσιάζουν μείωση σε αντίθεση με τις υπόλοιπες επαρχίες. Στην Πάφο, τα πωλητήρια έγγραφα ανήλθαν στα 465 την περίοδο Ιανουαρίου – Απριλίου 2021, από 492 την αντίστοιχη περίοδο του 2020 με υποχώρηση της τάξης του 5,5%.

Οι Κύπριοι κινούν την αγορά

Σύμφωνα με τον κ. Λοΐζου, η αγορά κινείται κυρίως με Κύπριους που αγοράζουν οικιστικά ακίνητα για ίδια χρήση και χωράφια/οικόπεδα για ανέγερση κατοικιών. Σε αυτό, επεσήμανε, βοηθά η επιδότηση που λαμβάνουν από το κράτος προς το δάνειο τους, τα γενικά χαμηλά επιτόκια και το ότι πολλοί φύλαξαν χρήματα τον τελευταίο χρόνο.

Όπως ανέφερε, οι συναλλαγές στην αγορά αφορούν κυρίως, ακίνητα κάτω των €300 χιλ. ενώ ακίνητα μεγάλης αξίας πέραν των €500 χιλ., είναι δύσκολο να πουληθούν.

«Μέχρι να φανεί το κτύπημα στην οικονομία από την απώλεια τουρισμού και το κλείσιμο επιχειρήσεων η εξαγωγή συμπερασμάτων είναι δύσκολη», σημείωσε ο κ. Λοΐζου.

Πρόσθεσε ότι «σε κάποια στιγμή η κυβέρνηση θα πρέπει να αυξήσει τους φόρους για να καλύψει την έξαρση στις αυξήσεις μισθών που δίνει προεκλογικά και τις επιδοτήσεις λόγω Covid-19».

Τόνισε παράλληλα, ότι το Κτηματολόγιο θα πρέπει να είναι πιο διαφανές στα στοιχεία που παρέχει, παραχωρώντας για παράδειγμα δεδομένα για το τι πουλιέται, τον όγκο/αξία των συναλλαγών και άλλα.

Της Μαρίας Χαμπή