You are here

Η Ένωση Συντακτών καταδικάζει ανακρίσεις δημοσιογράφων

16/02/2018 15:54

Η Ένωση Συντακτών Κύπρου καταδικάζει τις ανακρίσεις δημοσιογράφων για το θέμα της διαρροής των emails της εισαγγελέως της Δημοκρατίας, Ελένης Λοϊζίδου, που βρίσκεται υπό πειθαρχική δίωξη μετά τη δημοσιοποίηση τους.

«Η Ένωση Συντακτών Κύπρου σέβεται τους θεσμούς και τους διακριτούς ρόλους των εξουσιών. Επιπρόσθετα, αντιτίθεται σε ό,τι τείνει να διασαλεύσει την ευνομία στο κράτος μας και ουδέποτε υποδαύλισε την απείθεια των μελών της στο σύστημα απονομής δικαιοσύνης της πολιτείας μας. Ωστόσο, το τελευταίο διάστημα δημοσιογράφοι σύρονται σωρηδόν από τις αστυνομικές Αρχές για ανάκριση ως ύποπτοι για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος. Και συγκεκριμένα, για υποκλοπή και διαρροή των ηλεκτρονικών μηνυμάτων της εισαγγελέως Ελένης Λοϊζίδου, στη γνωστή υπόθεση που απασχόλησε τα ΜΜΕ της πατρίδας μας και όχι μόνο τους τελευταίους μήνες», σημειώνεται σε ανακοίνωσή της.

Αναφέρεται ότι από την αρχή της υπόθεσης η Ένωση Συντακτών Κύπρου διατύπωσε θέσεις αρχής στις οποίες και θα παραμένει απαρασάλευτα πιστή και σταθερή: α) Η όποια ποινική πτυχή του όλου ζητήματος – εάν και εφόσον υφίσταται – να διερευνηθεί μέχρι τέλους και όσοι πιθανόν ενέχονται να τιμωρηθούν. β) Το δημόσιο συμφέρον υπερκεράζει τα όποια προσωπικά δεδομένα του οποιουδήποτε.

«Από το περιεχόμενο των επίμαχων ηλεκτρονικών μηνυμάτων διαφαίνεται ξεκάθαρα ότι τείνουν να διασαλευτούν οι σχέσεις Κυπριακής Δημοκρατίας και Ρωσικής Ομοσπονδίας από τη μια και οι σχέσεις Κυπριακής Δημοκρατίας και των υπολοίπων κρατών-μελών της Ε.Ε. από την άλλη. Άρα στην όλη υπόθεση πρέπει να ριχθεί άπλετο φως», τονίζεται.

 «Με θλίψη διαπιστώνουμε ότι για ανάκριση καλούνται όχι μόνο δημοσιογράφοι που δημοσίευσαν ή για την ακρίβεια αναδημοσίευσαν μέρος του περιεχομένου των επίμαχων ηλεκτρονικών μηνυμάτων, αλλά και δημοσιογράφοι που απλώς αρθρογράφησαν ή σχολιογράφησαν επί του όλου θέματος. Διερωτόμαστε, με απορία και θλίψη, από πότε η διατύπωση άποψης ενέχει χαρακτήρα ποινικού αδικήματος που μάλιστα επισύρει ποινή μέχρι και πενταετούς φυλάκισης. Διότι γι’ αυτό προειδοποιήθηκαν όλοι οι συνάδελφοί μας που κλήθηκαν για ανάκριση», σημειώνεται.

 «Ως ΕΣΚ φρονούμε ότι ο υπερβάλλων ζήλος που επιδεικνύεται από πλευράς Γενικής Εισαγγελίας και διωκτικών Ααρχών, κάθε άλλο παρά καλός σύμβουλος είναι, και τείνει να αποτελέσει πρόσκομμα στην ελευθεροτυπία και στην ελευθερία έκφρασης των ΜΜΕ και των λειτουργών τους. Καλούμε τις αρμόδιες αρχές να ενεργούν λελογισμένα και με φειδώ, τη δε Εισαγγελία να αναθεωρήσει τις συναφείς οδηγίες της».

«Από δικής μας πλευράς, προστιθεται, «τηρούμε ενήμερους, ως οφείλουμε, την Ευρωπαϊκή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, τη Διεθνή Ομοσπονδία Δημοσιογράφων, όπου και ανήκουμε, αλλά και τον Εκπρόσωπο του ΟΑΣΕ για την Ελευθερία του Τύπου».

Σύμφωνα με την εφημερίδα Πολίτης, την πύλη του ΤΑΕ Λευκωσίας πέρασαν για να μπουν στην διαδικασία της ανάκρισης δημοσιογράφοι της εφημερίδας «Πολίτης», του «Φιλελευθέρου», και του καναλιού TVONE ενώ για ανάκριση κλήθηκαν και δύο δημοσιογράφοι της εφημερίδας «Καθημερινή» οι οποίοι ωστόσο δια των δικηγόρων τους αρνήθηκαν.

Κατηγορούνται ότι δημοσίευσαν κείμενα που περιείχαν στοιχεία από τα emails της εισαγγελέως της Δημοκρατίας, Ελένης Λοϊζίδου, που βρίσκεται υπό πειθαρχική δίωξη μετά τη δημοσιοποίηση τους.

Για δίωξη της άποψης κάνει λόγο ο Διευθυντής Σύνταξης του Φιλελευθέρου

Για δίωξη της άποψης κάνει λόγο ο Διευθυντής Σύνταξης του Φιλελευθέρου ο οποίος σε πρωτοσέλιδο δημοσίευμα του χθες κατήγγειλε την ερμηνεία που αποδίδεται στην σχετική νομοθεσία και σε δικαστικά διατάγματα ως «καταχρηστική» και «που δεν αποσκοπεί στην εξυπηρέτηση του δημοσίου συμφέροντος αλλά στην κατατρομοκράτηση δημοσιογράφων».

«Κι αυτό πρέπει να σταματήσει αμέσως», έγραψε.

Σε ερώτηση του ΚΥΠΕ αν θεωρεί υπερβολικό το γεγονός ότι κλήθηκαν δημοσιογράφοι του Φιλελευθέρου σε ανακριτική κατάθεση ο κ. Μιχαηλίδης αναφέρει ότι «ήταν και υπερβολικό και απαράδεκτο». Διότι, εξηγεί, «ειδικά για τους δημοσιογράφους του Φιλελεύθερου κλήθηκαν αρθρογράφοι οι οποίοι δεν ασχολήθηκαν με την αποκάλυψη ιδιωτικής επικοινωνία της Εισαγγελέως, σχολίασαν την αποκάλυψη».

Και κλήθηκαν, πρόσθεσε, «γιατί στα σχόλια τους και για να στηρίξουν την επιχειρηματολογία τους έκαναν κάποιες ασήμαντες αναφορές στο περιεχόμενο emails το οποίο ήδη είχε αποκαλυφθεί». 

Οπότε, ανέφερε ο κ. Μιχαηλίδης «το ότι καλούνται σε ανακριτική κατάθεση από το ΤΑΕ αυτοί οι αρθρογράφοι γι αυτά τα δημοσιεύματα, δεν είναι τίποτε άλλο παρά δίωξη της άποψης».

«Δεν διώκεται ένας δημοσιογράφος για την άποψή του», τόνισε ο κ. Μιχαηλίδης, προσθέτοντας ότι «είναι εγκληματικό, απαράδεκτο, παραπέμπει σε άλλου είδους καθεστώτα τα οποία θεωρούσα ότι τα έχουμε ξεπεράσει προ πολλού».

Σύμφωνα με τον ίδιο μέχρι στιγμής έχουν κληθεί για λήψη ανακριτικής κατάθεσης στην Αστυνομία δύο δημοσιογράφοι του Φιλελευθέρου, ο Γιώργος Καλλινίκου και ο Άγγελος Νικολάου.

Σε ερώτηση αν έχει δοθεί κάποια απάντηση από την Αστυνομία, απάντησε ότι «γράψαμε την άποψη μας πρωτοσέλιδα, ότι το θεωρούμε απαράδεκτο, και δεν είδαμε καμία αντίδραση από την Αστυνομία».

Σύμφωνα με τον ίδιο το ζήτημα είναι ότι κάνουν λανθασμένη ερμηνεία της νομοθεσίας. Αυτό πιστεύω, είπε, «και το κάνουν σκόπιμα για να τρομοκρατήσουν τους δημοσιογράφους».
 
Σε καταγγελία φίμωσης σε ευρωπαϊκά σώματα έχει προβεί ο «Πολίτης»

Σε καταγγελία για προσπάθεια φίμωσης και κατατρομοκράτησης των δημοσιογράφων της Κύπρου από την Νομική Υπηρεσία έχει προβεί ο «Πολίτης» στο Γραφείο Προστασίας του Τύπου στην ΕΕ, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και στον ΟΑΣΕ, όπως δήλωσε στο ΚΥΠΕ ο Διευθυντής του Πολίτη Διονύσης Διονυσίου.

Ναι, ανέφερε ο κ. Διονυσίου απαντώντας σε ερώτηση, «θεωρώ ότι είναι υπερβολικός ο τρόπος που ενεργεί η Αστυνομία».

«Δεν κατηγορώ την Αστυνομία βεβαίως. Έχει πάρει γραπτές εντολές από το Γενικό Εισαγγελέα για να συμπεριφερθεί με τον τρόπο που συμπεριφέρεται», είπε, «οπότε η κριτική μου εστιάζεται στον τρόπο που ενεργεί και δρα ο Γενικός Εισαγγελέας, χωρίς καν να έχει διερευνήσει και να είναι σε θέση να γνωρίζει από που προέκυψαν τα emails της κ. Λοϊζίδου». 

Σε ερώτηση αν δεν είναι έργο της Αστυνομίας αυτό απάντησε με την ερώτηση «ωραία, δεν θα πρέπει να επικεντρωθεί εκεί»;

«Όταν μας καλούν και μας κατηγορούν για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος, σημαίνει ότι αυτός ο άνθρωπος ψάχνει στα τυφλά», είπε και διερωτήθηκε, «εμείς υποκλέψαμε τα emails»; 

«Ας βρουν ποιος τα υπέκλεψε και γιατί τα υπέκλεψε, εάν έχουν υποκλαπεί», σημείωσε. 

Έθεσε το ερώτημα «προτού έχουν διευκρινιστεί αυτά τα πράγματα, προτού μας ανακοινώσουν ποιαν ευθύνη φέρει η κ. Λοιζίδου - γιατί για τα email της μιλάμε, όχι για τα email κάποιου άλλου - καλούνται και προσάγονται ενώπιον της Αστυνομίας καταγγελλόμενοι για ποινικά αδικήματα δημοσιογράφοι»;

Σε ερώτηση πόσοι δημοσιογράφοι έχουν κληθεί για ανακριτική κατάθεση είπε ότι σε εμάς έχουν ειδοποιηθεί πέντε δημοσιογράφοι και μέχρι στιγμής έχουν πάει οι δύο.

Ο κ. Διονυσίου ανέφερε ότι «αυτή τη στιγμή παραγνωρίζονται μια σειρά από αποφάσεις ευρωπαϊκών δικαστηρίων».

«Η θέση μας είναι ότι αυτά τα emails αποδεικνύουν κάτι πολύ σημαντικό, ότι μια υπηρεσία του κράτους πολύ ζωτική έχει θέματα, τα οποία πρέπει να διερευνηθούν», είπε ο ίδιος. «Εγώ υποδεικνύω το οξύμωρο, αυτή η υπηρεσία που έχει θέματα και χαρακτηρίστηκε από ρωσικές ιστοσελίδες, όχι από εμάς, ως `υποκατάστημα τη ρωσικής νομικής υπηρεσίας` γίνεται μια πειθαρχική δίωξη», είπε.

«Οι δημοσιογράφοι οι οποίοι ανέδειξαν το πρόβλημα, αν υπάρχει και ποιο είναι αυτό το πρόβλημα, διώκονται ποινικά», πρόσθεσε. «Εμείς οι δημοσιογράφοι μπορεί να πάμε φυλακή, η κ. Λοϊζίδου δεν κινδυνεύει με φυλάκιση», σημείωσε.

«Ως εφημερίδα Πολίτης έχουμε καταγγείλει την υπόθεση στο Γραφείο Προστασίας του Τύπου στην ΕΕ και επίσης έχουμε καταγγείλει το θέμα και μας έχουν πάρει συνεντεύξεις ερευνητές του Συμβουλίου της Ευρώπης και του ΟΑΣΕ», ανέφερε ο Διευθυντή του Πολίτη.

Σε ερώτηση για το περιεχόμενο της καταγγελίας απάντησε ότι «υπάρχει μια προσπάθεια φίμωσης και κατατρομοκράτησης των δημοσιογράφων της Κύπρου από την Νομική Υπηρεσία».

Ο κ. Διονυσίου ανέφερε επίσης ότι εξ’ όσων γνωρίζει έχουν κληθεί για ανακριτικές καταθέσεις στην Αστυνομία δύο δημοσιογράφοι της «Καθημερινής» καθώς και ο Αρχισυντάκτης του καναλιού TVONE Χρίστος Γεωργίου.
 
Καθηκόντως οι έρευνες της Αστυνομίας

Στο μεταξύ, η Αστυνομία με ανακοίνωσή της για το ζήτημα διευκρινίζει ότι όλες οι ενέργειές της γίνονται καθηκόντως, αυστηρά στο πλαίσιο διερεύνησης των καταγγελιών που έχει ενώπιόν της.

«Η έρευνα δεν άρχισε με οδηγίες του Γενικού Εισαγγελέα αλλά κατόπιν καταγγελίας στην οποία προέβη προς την Αστυνομία, η Ελένη Λοϊζίδου, ο Γενικός Ελεγκτής της Δημοκρατίας και ακολούθως και οι Εισαγγελικές Αρχές της Ρωσικής Ομοσπονδίας», αναφέρεται στην ανακοίνωση της Αστυνομίας.

Προστίθεται ότι «μετά την καταγγελία της κ. Λοϊζίδου η Νομική Υπηρεσία με επιστολή της στην Αστυνομία ζήτησε τη διεξαγωγή ποινικής έρευνας».

«Η διεξαγόμενη έρευνα αφορά στο ενδεχόμενο διάπραξης ποινικών αδικημάτων, τα οποία σχετίζονται τόσο με την υποκλοπή των μηνυμάτων, όσο και με την δημοσίευση ή επαναδημοσίευση τους», συμπληρώνεται.

Σύμφωνα με την Αστυνομία «στο πλαίσιο των ερευνών, όπως συμβαίνει σε κάθε έρευνα κατόπιν καταγγελίας, είναι απαραίτητο όπως ληφθούν καταθέσεις από οποιαδήποτε πρόσωπα τα οποία ενδεχομένως, να εμπλέκονται, ώστε να τους δοθεί η ευκαιρία να υποβάλουν τις δικές τους θέσεις».

«Η Αστυνομία τονίζει ότι διεξάγει ανεπηρέαστα την έρευνά της μέσα στο πλαίσιο των αρμοδιοτήτων της, με στόχο την ολοκλήρωση των εξετάσεων», σημειώνεται.

Προστίθεται ότι «μετά τη συγκέντρωση όλου του απαραίτητου μαρτυρικού υλικού, ο φάκελος θα αποσταλεί στη Νομική Υπηρεσία για να αξιολογηθεί και να αποφασισθεί ο περαιτέρω χειρισμός της υπόθεσης».