You are here

Ο πληθωρισμός απειλεί την ανάκαμψη

17/02/2022 07:21

Ο πληθωρισμός θα εξασθενήσει τα αμέσως επόμενα χρόνια, αναφέρει ο διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Κωνσταντίνος Ηροδότου, τη στιγμή που ο υπουργός Οικονομικών Κωνσταντίνος Πετρίδης, χαρακτηρίζει το φαινόμενο ως την κύρια πρόκληση που αντιμετωπίζει η κυπριακή οικονομία, υπογραμμίζοντας την ανάγκη λήψης περισσότερων μέτρων από πλευράς ΕΕ.

Μιλώντας στο δίκτυο CNBC, ο κ. Ηροδότου σημείωσε ότι ο πληθωρισμός αναμένεται να μειωθεί το 2023 με 2024, ενώ σε ότι αφορά τις σχετικές ενέργειες της ΕΕ, σημείωσε ότι μια ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων από πλευράς ΕΚΤ τώρα, δεν θα επιλύσει τα προβλήματα.

Το θέμα φαίνεται πως απασχολεί πλέον έντονα και το υπουργείο Οικονομικών. Ο κ. Πετρίδης, σε δημόσιες δηλώσεις του, ανέφερε χθες ότι «η κύρια πρόκληση που αντιμετωπίζουμε σήμερα πέραν του σχεδιασμού για την ανάπτυξη, κατ’ εμένα είναι ο παγκόσμιος πληθωρισμός που διαβρώνει την αγοραστική δύναμη όλων μας».

Έκανε λόγο για ένα εισαγόμενο φαινόμενο, για το οποίο, όπως τόνισε, «η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρέπει να λάβει περισσότερα μέτρα».

Σε ότι αφορά την ανταπόκριση της κυβέρνησης και ειδικότερα του υπουργείου Οικονομικών στα αιτήματα που προτάσσονται για αντιμετώπιση του πληθωρισμού, σημείωσε ότι δουλειά του ΥΠΟΙΚ είναι να θέτει οροφές στα υπουργεία, τα οποία μπορούν να καθορίσουν τις προτεραιότητές τους, ενώ υπάρχει και το πλαίσιο της γενικής πολιτικής της κυβέρνησης.

Τα έκτακτα αιτήματα, είπε, «προσπαθούμε να τα βλέπουμε με κοινωνικά δίκαιο τρόπο, που να μην παραβιάζει τη δημοσιονομική σταθερότητα».

Κοκτέιλ κινδύνων πληθωριστικής και πανδημικής κρίσης

Σε δηλώσεις του στη StockWatch, ο γενικός διευθυντής του υπουργείου Οικονομικών Γιώργος Παντελή, σημείωσε ότι μια μεγάλη περίοδος υψηλού πληθωρισμού αναπόφευκτά θα επιφέρει μια σειρά από αρνητικές αλυσιδωτές συνέπειες στα επιτόκια, στις επενδύσεις, στην αγορά εργασίας μέσω δευτερογενών επιδράσεων στους μισθούς και το κόστος εργασίας, καθώς και στην αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών, με αποτέλεσμα να επηρεαστεί αρνητικά η οικονομική δραστηριότητα και κατά συνέπεια οι προοπτικές ανάπτυξης της οικονομίας.

«Το φαινόμενο αυτό αν και αναμένεται να είναι παροδικό, προκαλεί ανησυχία, λόγω των αρνητικών επιδράσεων που ασκούνται στην οικονομία σε μια περίοδο που η ανάκαμψη είναι εύθραυστη, αλλά και λόγω των κινδύνων που ενέχει η εξέλιξη της πανδημίας», όπως επεσήμανε.

Στο μικροσκόπιο ΕΚΤ οι μισθολογικές απαιτήσεις

Η ΕΚΤ όπως διαφαίνεται από τις δηλώσεις των αρμοδίων, αναμένει την κατάλληλη στιγμή για να δράσει σε σχέση με ενδεχόμενη αύξηση των επιτοκίων ως μέτρο αντιμετώπισης των προβλημάτων.

Στην επόμενη σύνοδο του διοικητικού συμβουλίου της ΕΚΤ το Μάρτιο, αναμένεται να εξεταστεί και η πτυχή των μισθολογικών αυξήσεων με βάση τα όσα ανέφερε χθες ο κ. Ηροδότου.

Η Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε πρόσφατα ότι «ο πληθωρισμός μπορεί να αποδειχθεί υψηλότερος από ό,τι είχαμε προβλέψει το Δεκέμβριο», κάτι που όπως είπε, θα τύχει ανάλυσης τον Μάρτιο.

Η κ. Λαγκάρντ προειδοποίησε ότι ο πληθωρισμός είναι πιθανό να υπερβεί τον στόχο του 2% μεσοπρόθεσμα μόνο εάν οι μισθοί υπερβούν «σημαντικά και επίμονα» αυτό το επίπεδο.

«Δεν το βλέπουμε καθόλου αυτή τη στιγμή», είπε. «Στις περισσότερες χώρες της ευρωζώνης, συμπεριλαμβανομένης της Γερμανίας, οι μισθολογικές απαιτήσεις είναι πολύ μέτριες», πρόσθεσε.

Η επικεφαλής της ΕΚΤ εξέφρασε την εκτίμηση ότι το Διοικητικό Συμβούλιο θα βλάψει την ανάκαμψη της οικονομίας από την πανδημία, εάν βιαστεί να συσφίξει τη νομισματική πολιτική.

Η αύξηση των επιτοκίων «δεν θα έλυνε κανένα από τα τρέχοντα προβλήματα», είπε. «Αντίθετα, αν ενεργούσαμε πολύ βιαστικά τώρα, η ανάκαμψη των οικονομιών μας θα μπορούσε να είναι σημαντικά πιο αδύναμη και οι θέσεις εργασίας να τεθούν σε κίνδυνο», τόνισε.

Ανησυχίες για τον «ψηλό και άνισο πληθωρισμό στην ΕΕ», εκφράστηκαν χθες και εκ μέρους του Ευρωκοινοβουλίου, το οποίο με σχετικό ψήφισμα ενθαρρύνει την ΕΚΤ να αποφύγει τις βεβιασμένες αυξήσεις επιτοκίων ή τον περιορισμό της αγοράς επενδυτικών προϊόντων.

Σε παρέμβασή της, η κ. Λαγκάρντ δήλωσε ότι «οι κίνδυνοι για τις προοπτικές για τον πληθωρισμό είναι ανοδικοί, ιδίως στο εγγύς μέλλον. Εάν οι πιέσεις στις τιμές τροφοδοτούνται από υψηλότερες από τις αναμενόμενες αυξήσεις των μισθών ή εάν η οικονομία επιστρέψει ταχύτερα σε πλήρη παραγωγική ικανότητα, ο πληθωρισμός θα μπορούσε να είναι ακόμα υψηλότερος». 

Ωστόσο, πρόσθεσε ότι οι γενικές προσδοκίες για σταθεροποίηση παραμένουν.

«Μέτρα που έχουν βασιστεί σε έρευνες δείχνουν ότι ο πληθωρισμός θα επανέλθει στο 2% έως το 2023 και στη συνέχεια θα κυμανθεί κοντά σε αυτό το επίπεδο», συμπλήρωσε.

Δύο σχολές σκέψης για τον πληθωρισμό

Τις αρνητικές επιπτώσεις της αύξησης του πληθωρισμού για τους καταναλωτές και τα νοικοκυριά τονίζουν οι οικονομολόγοι.

Μιλώντας στη StockWatch ο οικονομολόγος Μιχάλης Φλωρεντιάδης, υπογράμμισε ότι το ενδεχόμενο ο πληθωρισμός να ενσωματωθεί σε μεγάλες αυξήσεις μισθών, ώστε οι εργαζόμενοι να διατηρήσουν την αγοραστική τους δύναμη, είναι μεν λογικό από τη μια, από την άλλη όμως θα δυσχεραίνει την καταπολέμηση του πληθωρισμού.

Εξήγησε ότι μια σχολή σκέψης «λέει πως καθώς ομαλοποιείται η κατάσταση με τις εφοδιαστικές αλυσίδες, λογικά ο πληθωρισμός θα υποχωρήσει σημαντικά», ενώ μια άλλη σχολή, «λέει ότι λόγω της ενσωμάτωσης του πληθωρισμού στις αυξήσεις μισθών, καθώς υπάρχει και στενότητα στην αγορά εργασίας, σε συνδυασμό με τα τεράστια πακέτα δημοσιονομικής και νομισματικής στήριξης λόγω της πανδημίας, μπορεί να κάνουν τον μέτριο προς ψηλό πληθωρισμό, ένα πιο επίμονο φαινόμενο μεσοπρόθεσμα».

Υπογράμμισε ότι οι ψηλές τιμές ενέργειας, επίσης δεν βοηθούν στο να συγκρατηθεί ο πληθωρισμός, εκτιμώντας ότι «ο πληθωρισμός τότε, μάλλον θα χρειαστεί ψηλότερα επιτόκια από τα υφιστάμενα για να καταπολεμηθεί».

Ο οικονομολόγος Στέλιος Πλατής σημειώνει ότι «όσον αφορά στον πληθωρισμό, βρισκόμαστε σε ιστορικά ψηλά παγκοσμίως, κάτι που αποτελεί σημαντικό κίνδυνο για μια υγιή ανάπτυξη».

Πρόσθεσε ότι τα προβλήματα της εφοδιαστικής αλυσίδας, αναμένεται να συνεχίσουν να επηρεάζουν την οικονομική δραστηριότητα μειώνοντας την προσφορά πρώτων υλών και αγαθών και συνεχίζοντας να ασκούν πληθωριστικές πιέσεις. «Κάτι που έχει υποβοηθηθεί και από τα πολύ χαμηλά επιτόκια, που με τη σειρά τους διατήρησαν τη ζήτηση σε ψηλά επίπεδα, πιέζοντας τις Κεντρικές Τράπεζες να δράσουν», όπως σημειώνει.

Επεσήμανε ωστόσο, πως κάθε εκτίμηση είναι υπό την αίρεση της πανδημίας.

«Αν όντως η Όμικρον αποτελεί ουσιαστικά το τέλος της ακραίας μορφής του covid-19, ενδεχομένως να παρατηρηθούν οι αναμενόμενες αυξήσεις στα επιτόκια ή/και γενικά περιορισμός της επεκτατικής νομισματικής πολιτικής νωρίτερα, στην προσπάθεια συγκράτησης του πληθωρισμού, κάτι που αναμένεται να επηρεάσει τον τρόπο και το είδος της ανάπτυξης που παρατηρήθηκε το 2021 και ενδεχομένως να οδηγήσει σε μια νέα ισορροπία, πιθανόν και μέσα από δομικές αλλαγές στην παγκόσμια εφοδιαστική αλυσίδα», σημειώνει.

Γ.Χ.