You are here

Απόρρητο: Άρση με προειδοποιήσεις

27/02/2002 13:53
Ποινικό αδίκημα δημοσιοποίηση ονομάτων

ΟΧΙ όμως των εταιριών


Με την σαφή προειδοποίηση ότι τυχόν δημοσιοποίηση των στοιχείων για Φυσικά πρόσωπα που θα της δοθούν, θα συνιστά ποινικό αδίκημα, ο Γενικός Εισαγγελέας άναψε το «πράσινο φως» για την κατάθεση από την Κεντρική Τράπεζα, «εμπιστευτικών ονομαστικών στοιχείων» που αφορούν εξαγωγές συναλλάγματος στο εξωτερικό, ως προϊόν κέρδους από το χρηματιστήριο, στο πλαίσιο έρευνας για την περίοδο 1999-2000.

Κοινοποιώντας προς την επιτροπή Ελέγχου την γνωμάτευση του, ο Αλέκος Μαρκίδης, επεσήμανε ότι η κατάθεση των στοιχείων θα πρέπει να χρησιμοποιηθεί αποκλειστικά για τους σκοπούς της έρευνας, και δεν θα πρέπει να δημοσιοποιηθεί. «Τυχόν δημοσιοποίηση ή διαρροή ονομάτων και στοιχείων φυσικών προσώπων, δυνατόν να συγκρούεται με την νομοθεσία περί παραβίασης Προσωπικών Δεδομένων και να συνιστά ποινικό αδίκημα» επεσήμανε ο κ. Μαρκίδης, διευκρινίζοντας πάντως, ότι αυτό αφορά ΜΟΝΟ φυσικά πρόσωπα και όχι εταιρίες.

Ο Διοικητής της Κεντρικής Τράπεζας Αυξέντης Αυξεντίου, ο οποίος παρέστη στη συνεδρία, δήλωσε μετά την ολοκλήρωση της, ότι έχει ζητήσει κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον πρόεδρο της επιτροπής Ελέγχου Χρίστο Πουργουρίδη, προτού δώσει οποιαδήποτε στοιχεία στην επιτροπή.

Μετά την εξέλιξη αυτή, η Κεντρική Τράπεζα οφείλει να παρουσιάσει ενώπιον της επιτροπής Ελέγχου, πλήρη κατάλογο και για τις υποθέσεις που έχουν καταγγελθεί την περίοδο 1974 μέχρι το 2002 για παράνομη εξαγωγή συναλλάγματος, τις νομικές γνωμοδοτήσεις που έλαβε η Κεντρική Τράπεζα για την κάθε υπόθεση ξεχωριστά και τις ενέργειες που προέβη όσον αφορά τις καταγγελίες αυτές.

Πάντως, όπως συγκεκριμένα ανέφερε, ο Γενικός Εισαγγελέας Αλέκος Μαρκίδης, «δεν
απαλλάσσονται οι αξιωματούχοι και οι υπάλληλοι της Κεντρικής Τράπεζας από την υποχρέωση παροχής στη Βουλή στοιχείων που αφορούν πελάτες τους ή/και άλλες οικονομικές δραστηριότητες» θέση που περιλαμβάνεται, στην γνωμάτευση την οποία κατέθεσε εγγράφως σήμερα στην κοινοβουλευτική επιτροπή Ελέγχου.

Για το θέμα των αδειών εξαγωγής συναλλάγματος, ο κ. Μαρκίδης ανέφερε ότι "ο Διοικητής, οι αξιωματούχοι, οι σύμβουλοι και οι υπάλληλοι της ΚΤ δεσμεύονται από γενικό απόρρητο, το οποίο καθιερώνουν τα άρθρα 17 και 18 των νόμων περί Κεντρικής Τραπέζης της Κύπρου, διευκρινίζοντας ότι "ταυτόχρονα, νομοθεσία του 1999 υιοθέτησε νέο απόρρητο, αρκετά εξειδικευμένο".

Ο κ. Μαρκίδης εξήγησε ότι, εκτός από τους νόμους αυτούς, υπάρχει η νομοθεσία περί παροχής στοιχείων προς τη Βουλή, δηλαδή ο νόμος 21 του 1985, ο οποίος είναι "ειδικός νόμος σε σχέση με τις εξουσίες της Βουλής των Αντιπροσώπων, αλλά και τις υποχρεώσεις των παρευρισκομένων στις Κοινοβουλευτικές Επιτροπές" και ότι με βάση το νόμο αυτό η βουλή "δικαιούται να γνωρίζει και επομένως η Κεντρική Τράπεζα δεν μπορεί να επικαλεσθεί το απόρρητο των άρθρων 17 και 18 και του όρκου, έναντι της Βουλής των Αντιπροσώπων, και οφείλει να δώσει όλα τα σχετικά στοιχεία".

Τα στοιχεία που συλλέγονται από εμπορικές τράπεζες και άλλα πιστωτικά ιδρύματα, προκειμένου να καταρτίζει το ισοζύγιο πληρωμών και να υπολογίζει τη διεθνή επενδυτική θέση της Δημοκρατίας, θα πρέπει να διαχωρίζονται από τις περιπτώσεις συλλογής στοιχείων από αιτήσεις προσώπων για άδεια εξαγωγής συναλλάγματος.

Ο κ. Μαρκίδης επέστησε την προσοχή στον Πρόεδρο και τα μέλη της Επιτροπής Ελέγχου για τη διαφύλαξη του απορρήτου των πληροφοριών αυτών που θα κατατεθούν ενώπιόν της, έτσι ώστε να μη διαρρεύσουν στα μέσα ενημέρωσης.

Ο κ. Πουργουρίδης, με τη δήλωση ότι "η Βουλή δεν μπορεί να είναι ομοίωμα της Βουλής", είπε ότι είναι ουσιώδους σημασίας η πλήρης ενημέρωσή της για τα θέματα που εξετάζει και ότι θα μπαίνει ως πρόταξη σε κάθε περίπτωση αίτησης για κατάθεση απόρρητων πληροφοριών η φράση "τηρουμένων των διατάξεων της υποχρέωσης να δίδονται όλα τα στοιχεία στη Βουλή".