You are here

ΚΟΕ: Μετριάζεται η δυναμική οικονομίας

19/07/2019 15:45

Η δυναμική της οικονομικής μεγέθυνσης στην Κύπρο αναμένεται να μετριαστεί το 2019 και 2020, σύμφωνα με τις αναθεωρημένες προβλέψεις του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου το οποίο αναφέρεται και στις αρνητικές συνέπειες από τις αλλαγές στο πλαίσιο εκποιήσεων.

Ο ρυθμός μεγέθυνσης του πραγματικού ΑΕΠ προβλέπεται να επιβραδυνθεί από 3,9% το 2018 σε 3,4% το 2019 και να παραμείνει στο 3,4% το 2020.

Το ΚΟΕ στις προηγούμενες του προβλέψεις ανέμενε ρυθμό ανάπτυξης 3,5% για φέτος και 3,4% για το 2020.

Σύμφωνα με τις νέες προβλέψεις, οι προοπτικές της οικονομίας προβλέπονται να παραμείνουν ευνοϊκές λόγω εγχώριων και εξωτερικών παραγόντων, όπως οι ικανοποιητικοί ρυθμοί αύξησης της δραστηριότητας και της απασχόλησης στην Κύπρο τα προηγούμενα τρίμηνα, ο ψηλότερος από τον αναμενόμενο ρυθμό μεγέθυνσης στην ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο το πρώτο τρίμηνο του 2019, οι υποβοηθητικές χρηματοπιστωτικές συνθήκες στο εξωτερικό, ο χαμηλός πληθωρισμός, η ισχυρή δημοσιονομική επίδοση στην Κύπρο και η περαιτέρω πρόοδος στον εγχώριο τραπεζικό τομέα.

Η πρόσφατη πορεία των δεικτών από τις έρευνες οικονομικής συγκυρίας (ανάμεσα σε επιχειρήσεις και καταναλωτές), αποτυπώνει χαμηλότερες προσδοκίες για την οικονομική δραστηριότητα στην ευρωζώνη και το Ηνωμένο Βασίλειο καθώς και την απουσία βελτιώσεων ευρείας κλίμακας στην εγχώρια εμπιστοσύνη, αποδυναμώνοντας τη δυναμική ανάπτυξης τα επόμενα τρίμηνα.

Κίνδυνοι για χαμηλότερους από τους προβλεπόμενους ρυθμούς μεγέθυνσης θα μπορούσαν να προκύψουν από βραδύτερη πρόοδο στην απομόχλευση του ιδιωτικού τομέα και στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων.

Οι αλλαγές στον νόμο των εκποιήσεων που προτάθηκαν πρόσφατα αναμένεται να προκαλέσουν καθυστερήσεις στις διαδικασίες εκποιήσεων και να περιορίσουν την αποτελεσματικότητα του νομικού πλαισίου.

Τέτοιες τροποποιήσεις ενδέχεται να αυξήσουν τους κινδύνους επιδείνωσης των προοπτικών αφού κλονίζουν τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος και την αξιοπιστία της Κύπρου, αποδυναμώνουν την εμπιστοσύνη επενδυτών και καταθετών, και ενθαρρύνουν στρατηγικούς κακοπληρωτές.

Τονίζεται ακόμη ότι το ψηλό δημόσιο χρέος σε συνάρτηση με την ισχυρότερη διασύνδεση μεταξύ τραπεζικού τομέα και κράτους ενέχει κινδύνους για τις προοπτικές, ειδικότερα αν τροποποιήσεις παρόμοιες με τις προτεινόμενες ενσωματωθούν στη νομοθεσία.

Αυξητικές πιέσεις στις δημόσιες δαπάνες (π.χ. από το κρατικό μισθολόγιο ή/και την εφαρμογή του ΓΕΣΥ), επίσης, ενδέχεται να επηρεάσουν αρνητικά τις προοπτικές.

Επιπρόσθετα, κίνδυνοι για τις προοπτικές ενδεχομένως να προκύψουν από μεγαλύτερη αβεβαιότητα σχετικά με την έξοδο του Ηνωμένου Βασιλείου από την ΕΕ, χαμηλότερους από τους αναμενόμενους ρυθμούς μεγέθυνσης στην ευρωζώνη και στο Ηνωμένο Βασίλειο, καθώς και από γεωπολιτικές εντάσεις στην περιοχή της ανατολικής Μεσογείου.

Θετικότερες από τις προβλεπόμενες προοπτικές μπορούν να διαμορφωθούν από μεγαλύτερο βαθμό υλοποίησης επενδύσεων από ό,τι αντανακλάται στους οικονομικούς δείκτες.

Της Γεωργίας Χαννή