You are here

Στο 18% του ΑΕΠ μίνιμουμ η παραοικονομία στην Κύπρο

02/03/2021 10:56

Σημαντικό μέρος του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος απορροφά η παραοικονομία όπως διαφαίνεται από μελέτη του Κέντρου Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου.

Στη μελέτη που υπογράφουν οι Χριστόφορος Ανδρέου, Έλενα Ανδρέου, Στέφανη Μιχαήλ και Γιώργος Συρίχας αναφέρεται ότι το μέγεθος της παραοικονομίας στην Κύπρο κυμαίνεται μεταξύ του 11% - 18% του ΑΕΠ με τη μέθοδο νομισματικής προσέγγισης και μεταξύ του 26% - 34% του ΑΕΠ με τη μέθοδο κατανάλωσης ενέργειας.

Αναφέρεται ότι η πανδημία με τις καταστροφικές συνέπειες της στην οικονομική δραστηριότητα έχει αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον για την εκτίμηση του μεγέθους της παραοικονομίας.

«Τα δημόσια οικονομικά βρίσκονται κάτω από ασφυκτική πίεση και οι κυβερνήσεις προσπαθούν να βρουν πρόσθετα έσοδα για να στηρίξουν τη μειωμένη οικονομική δραστηριότητα και να χρηματοδοτήσουν τα δημοσιονομικά ελλείμματα τους. Ως αποτέλεσμα, οι κυβερνήσεις έχουν κάθε λόγο να ανακαλύψουν το μέγεθος της παραοικονομίας και τα επιπρόσθετα έσοδα τα οποία θα μπορούσαν να αντληθούν», σημειώνεται.

«Η εκτίμηση του μεγέθους της παραοικονομίας, δεδομένης της αθέατης φύσης της, δεν είναι εύκολο εγχείρημα. Πολλές μέθοδοι έχουν χρησιμοποιηθεί στη βιβλιογραφία προσπαθώντας να μετρήσουν την παραοικονομία και οιοποίες μπορούν να διαχωριστούν σε δύο μεγάλες κατηγορίες, μικροοικονομικές (άμεσες) και μακροοικονομικές (έμμεσες) προσεγγίσεις. Στο παρελθόν αρκετές μελέτες επιχείρησαν να μετρήσουν το μέγεθος της παραοικονομίας στην Κύπρο εφαρμόζοντας και τις δύο προσεγγίσεις (Georgiou & Syrichas, 1994; Pashardes and Polycarpou, 2008, Fethi and Katircioglu, 2006)», προστίθεται.

Η μελέτη επιχειρεί να προβεί σε νέες εκτιμήσεις για την παραοικονομία στην Κύπρο χρησιμοποιώντας δύο διαφορετικές μακροοικονομικές προσεγγίσεις, τη μέθοδο κατανάλωσης ενέργειας (Electricity Consumption Method (ECM) (Kaliberda and Kaufmann, 1996) και τη μέθοδο της ζήτησης μετρητών (Currency Method, Tanzi, 1980, 1983).

Αυτή είναι η πρώτη μελέτη που εφαρμόζει την προσέγγιση κατανάλωσης ενέργειας για την εκτίμηση της παραοικονομίας και που επικεντρώνεται αποκλειστικά στην κυπριακή οικονομία.

Επιπλέον, η εμπειρική ανάλυση καλύπτει μια πρόσφατη περίοδο για την Κύπρο, χρησιμοποιώντας τριμηνιαία στοιχεία για την περίοδο 1995-2018, κατά τη διάρκεια της οποίας η κυπριακή οικονομία έχει υποστεί σημαντικές διαρθρωτικές αλλαγές όπως η χρηματοοικονομική φιλελευθεροποίηση, η κατάργηση των κεφαλαιακών περιορισμών, η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση, η υιοθέτηση του ευρώ, καθώς και η πρόσφατη τραπεζική κρίση.

Κατά τη διάρκεια αυτής της περιόδου το μέσο μέγεθος της σκιώδους οικονομίας στην Κύπρο βάσει της νομισματικής προσέγγισης εκτιμάται μεταξύ του 11-18% του ΑΕΠ, ενώ για την κατανάλωση ηλεκτρικής ενέργειας οι αντίστοιχες εκτιμήσεις είναι κατά μέσο όρο μεταξύ 26% - 34% του ΑΕΠ.

«Οι εκτιμήσεις είναι μεγαλύτερες σε σύγκριση με ίδιες μεθόδους που έχουν εφαρμοστεί στην Κύπρο σε προηγούμενες χρονικές περιόδους. Βρίσκονται όμως πιο κοντά σε πιο πρόσφατες μελέτες που εκτιμούν, επίσης, το μέγεθος της παραοικονομίας», τονίζεται.

Συγκεκριμένα, οι Almand Embaye (2013) εκτιμούν την παραοικονομία για 111 χώρες χρησιμοποιώντας τη νομισματική μέθοδο και βρίσκουν ακόμη πιο ψηλές εκτιμήσεις για την Κύπρο της τάξης 27% - 37% του ΑΕΠ για μια μικρότερη χρονική περίοδο, 1985- 2006.

Το ίδιο μπορεί να σημειωθεί όταν συγκριθούν οι εκτιμήσεις της Κύπρου με τη μέθοδο της ενέργειας με εκτιμήσεις από άλλες μεσογειακές χώρες. Ειδικότερα, οι Missiou and Psychoyios (2017) εφαρμόζουν τη μέθοδο της ηλεκτρικής κατανάλωσης για μεσογειακές χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την περίοδο 2008-2013 και βρίσκουν το μέγεθος της παραοικονομίας να είναι 20%-30% για την Ελλάδα, 18%-21% για την Πορτογαλία και 12%-18% για την Ισπανία.

Της Γεωργίας Χαννή