You are here

Εντείνονται οι αντιδράσεις για ανακρίσεις δημοσιογράφων

17/02/2018 08:18

Εντείνονται  και ποικίλουν οι  αντιδράσεις  με αφορμή τις συνεχιζόμενες ανακρίσεις δημοσιογράφων  από τις  διωκτικές αρχές  εξαιτίας της δημοσιοποίησης στοιχείων από την προσωπική ηλεκτρονική  αλληλογραφία της εισαγγελέως της Δημοκρατίας Ελένης Λοϊζίδου.

Η διαδικασία ανάκρισης δημοσιογράφων από τις εφημερίδες Πολίτη και Φιλελεύθερου καθώς και από τον τηλεοπτικό σταθμό TVONE, που έχει ξεκινήσει εδώ και περίπου ένα μήνα, προκάλεσε τη σφοδρή αντίδραση,  όχι μόνο των επηρεαζόμενων, αλλά  και  της ένωσης συντακτών και της πλειοψηφίας του δημοσιογραφικού κόσμου.

Τα πυρά εκτοξεύονται κατά κύριο λόγο εναντίον του γενικού εισαγγελέα της Δημοκρατίας  Κώστα Κληρίδη, του γενικού ελεγκτή αλλά και κατά της αστυνομίας.

Ειδικότερα, προβλήθηκε ευρέως τις τελευταίες μέρες ο ισχυρισμός από πλευράς των επηρεαζόμενων εντύπων, ότι  οι ανακρίσεις κατά των δημοσιογράφων ξεκίνησαν με οδηγία του  γενικού εισαγγελέα.

Ο κ. Κληρίδης έλυσε χθες τη σιωπή του και προσπάθησε να αποκαταστήσει την αλήθεια, κατά την έκφραση του, τονίζοντας  ότι η αστυνομία ξεκίνησε το ανακριτικό της έργο μετά από σχετική  καταγγελία της ενδιαφερόμενης εισαγγελέως  Ελένης Λοϊζίδου.

Σε δηλώσεις του στη StockWatch ο κ. Κληρίδης  ανέφερε  ότι είναι πεπεισμένος ότι η αστυνομία ενήργησε καθηκόντως, για να προχωρήσει σε ανάκριση δημοσιογράφων του Πολίτη, αλλά και του Φιλελεύθερου.

Επέρριψε ευθύνες στην εφημερίδα Πολίτης υποστηρίζοντας ότι έχει δημιουργήσει κατά την έκφραση του εικόνα δίωξης και φίμωσης των δημοσιογράφων.

Εξέφρασε ταυτόχρονα  τη θέση αρχή  της νομικής υπηρεσίας ότι σέβεται απόλυτα  την ελευθεροτυπία αλλά και τους λειτουργούς του Τύπου.

Διευκρίνισε ότι οδηγίες για λήψη καταθέσεων από αρθρογράφους ουδέποτε δόθηκαν.

Ο Φιλελεύθερος υποστηρίζει ότι η δική του κάλυψη του θέματος ήταν μέσω αρθογραφίας αντί ειδησεογραφικής κάλυψης των δεδομένων που προκύπτουν από τα emails και επομένως, ο αρχισυντάκτης του Άριστος Μιχαηλίδης, υποστήριξε ότι διώκονται απόψεις.

Χθες στο ΡΙΚ ο εισαγγελέας υποστήριξε ότι τα ζητήματα που προκύπτουν για δημόσιο συμφέρον και διαφάνεια θα αξιολογηθούν σε μεταγενέστερο στάδιο, αφού ολοκληρωθούν οι ανακρίσεις.

Αστυνομία: Δεν έδωσε οδηγίες ο γενικός εισαγγελέας

Η αστυνομία  κάτω από την πίεση των αντιδράσεων αναγκάστηκε χθες να εκδώσει ανακοίνωση και να διασκεδάσει τις εντυπώσεις  σχετικών  δημοσιευμάτων που υποστηρίζουν ότι η οδηγία για να συρθούν  δημοσιογράφοι στα ανακριτικά γραφεία της αστυνομίας  δόθηκε από τον γενικό εισαγγελέα.

Οι αστυνομικές αρχές σημειώνουν ότι στο πλαίσιο των ερευνών  σε σχέση με την υπόθεση υποκλοπής και δημοσιοποίησης μηνυμάτων από το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο της εισαγγελέως  Ελένης Λοϊζίδου  δεν άρχισε με οδηγίες του γενικού εισαγγελέα  αλλά κατόπιν, όπως υποστηρίζουν,  καταγγελίας της κ. Λοϊζίδου, του γενικού ελεγκτή της Δημοκρατίας και των  εισαγγελικών αρχών  της ρωσικής ομοσπονδίας.

Προστίθεται ότι μετά την καταγγελία η νομική υπηρεσία με επιστολή της προς την αστυνομία ζήτησε τη διεξαγωγή ποινικής έρευνας. 

Η αστυνομία θέλοντας παράλληλα  να δικαιολογήσει τις ανακρίσεις δημοσιογράφων  επισημαίνει ότι  στο πλαίσιο της οποιασδήποτε  έρευνας είναι απαραίτητο να λαμβάνονται  καταθέσεις. 

Στην ανακοίνωση αναφέρεται ότι το υλικό που θα συγκεντρωθεί θα αποσταλεί στη νομική υπηρεσία για να αξιολογηθεί.

Εξάλλου, ο υπουργός εσωτερικών Κωνσταντίνος Πετρίδης  με δηλώσεις του  στην StockWatch τόνισε ότι η ελευθερία του λόγου είναι μία από τις θεμελιακές αρχές  της οποίας  εδράζεται και το κράτος δικαίου.

Μία  άλλη  θεμελιακή αρχή, είπε ο υπουργός εσωτερικών,  «είναι και η ανεξαρτησία  της δικαιοσύνης και νομίζω ότι είναι θέμα χρόνου να διασφαλιστεί και η ελευθεροτυπία και η δικαιοσύνη».

«Ως πολιτικό πρόσωπο, θα ήταν άτοπο να κάνω κάποια προσωπική τοποθέτηση  επί του θέματος»  παρατήρησε.

Υπέδειξε ότι «το Σύνταγμα προσφέρει  ισορροπίες όπως και το κράτος δικαίου και δεν πρέπει να ανησυχούμε για την ελευθερία του λόγου».
Από τον πολιτικό κόσμο, το μόνο κόμμα που εξέδωσε χθες ανακοίνωση για το ζήτημα των διώξεων δημοσιογράφων, ήταν οι Οικολόγοι που τις καταδίκασαν.

Η ΕΣΚ καταδικάζει  και θέλει άπλετο φως

Η  ένωση συντακτών  με ανακοίνωση της καταδικάζει  το φαινόμενο να σύρονται σωρηδόν  από τις αστυνομικές αρχές δημοσιογράφοι για ανάκριση ως ύποπτοι για συνωμοσία προς διάπραξη κακουργήματος.

Επισημαίνει ότι στην  όλη υπόθεση Λοϊζίδου θα πρέπει να ριχθεί άπλετος φώς  και διερωτάται «από πότε η διατύπωση άποψης ενέχει χαρακτήρα ποινικού  αδικήματος;».

Kαλεί τις αρμόδιες αρχές να ενεργούν λελογισμένα και με φειδώ και απευθυνόμενη προς τη  νομική υπηρεσία την καλεί να αναθεωρήσει τις συναφείς οδηγίες της.

Ο  Ανδρέας Καννάουρος, επίτιμος πρόεδρος της ένωσης συντακτών και για 32 συναπτά χρόνια συνδικαλιστής ηγέτης της οργάνωσης των δημοσιογράφων, με δηλώσεις του στην StockWatch χαρακτηρίζει ως απαράδεκτο το φαινόμενο της ανάκρισης δημοσιογράφων, μία πρακτική,  όπως τονίζει, που θυμίζει άλλες παρωχημένες εποχές.

Επικαλούμενος τη μνήμη του, σημειώνει  ότι τα τελευταία 40 χρόνια  δεν υπήρξε ποτέ παρόμοιο κρούσμα, δηλαδή να ανακρίνονται από την αστυνομία  δημοσιογράφοι γιατί έφεραν στο φως  θέματα δημοσίου συμφέροντος.

Αναφερόμενος σε πρόσθετη δικαστική απόφαση που απαγόρευσε στον Πολίτη και άλλα ΜΜΕ να συνεχίσουν τη δημοσίευση του περιεχομένου των emails, πρόσθεσε ότι δεν θυμάται να εκδόθηκε τις τελευταίες δεκαετίες δικαστικό διάταγμα με το οποίο να απαγορεύει στα ΜΜΕ να δημοσιεύουν  θέματα που άπτονται δημοσίου συμφέροντος.

Μετά την έκδοση της απόφασης, ο Πολίτης σταμάτησε τη δημοσίευση κειμένων για το θέμα, και εφεσίβαλε την απόφαση.

Όπως είπε ο κ. Καννάουρος, τα μόνα κρούσματα που έζησε όντας ως πρόεδρος της ΕΣΚ ήταν οι παρεμβάσεις κατά καιρούς  δικηγορικών γραφείων που ασκούσαν, όπως είπε, προληπτική  λογοκρισία σε βάρος  ΜΜΕ, για να υπερασπίσουν με αυτόν τον τρόπο τα συμφέροντα πελατών τους.

Η εφημερίδα Πολίτης αποκάλυψε τον περασμένο  Δεκέμβριο μεγάλο μέρος της προσωπικής αλληλογραφίας της κ.Λοιζίδου την οποία, όπως υποστήριξε,  είχε εξασφαλίσει από τον ρωσικό  ιστότοπο  Compromat.

Διονυσίου: Συνταγματικό δικαίωμα η ελευθερία δημοσιογράφων

Ο Διονύσης Διονυσίου διευθυντής της εφημερίδας Πολίτης με δηλώσεις του στη StockWatch,  χαρακτήρισε την παρατεταμένη διαδικασία της αστυνομίας να ανακρίνει  δημοσιογράφους, ως, μία  πράξη που καταστρατηγεί  την ελευθερία των δημοσιογράφων  και η οποία,  όπως είπε, είναι  κατοχυρωμένη στο Σύνταγμα.

Παρατήρησε ότι η υπόθεση Λοϊζίδου, όπως έχει προκύψει, δεν αφορά τους  κύπριους δημοσιογράφους.

Το ηλεκτρονικό  της ταχυδρομείο, είπε, δημοσιεύτηκε στη Ρωσική ιστοσελίδα Compromat.

Υποστήριξε ότι δεν  είναι οι δημοσιογράφοι  της Κύπρου που  τα ανακάλυψαν.  Οι δημοσιογράφοι, πρόσθεσε, τα παρουσίασαν και τα σχολίασαν, διότι , όπως ισχυρίστηκε, είναι ζητήματα που άπτονται του δημόσιου ενδιαφέροντος και συμφέροντος.

Eξέφρασε την άποψη ότι η απόφαση να ανακρίθούν   δημοσιογράφοι είναι δυσανάλογη των γεγονότων που έχουν παρουσιαστεί.

Το θέμα, τόνισε, είναι πολιτικό. «Η ΕΣΚ είναι δίπλα στους δημοσιογράφους»  και διερωτήθηκε, «που βρίσκεται η εκτελεστική εξουσία και η βουλή;».

Αρ. Μιχαηλίδης: Κατατρομοκρατείται η έκφραση

Στο ίδιο μήκος κύματος είναι και οι θέσεις που διατυπώνει  επί του θέματος ο διευθυντής  σύνταξης  του Φιλελεύθερου  Άριστος Μιχαηλίδης 

Ο κ. Μιχαηλίδης παρατήρησε ότι  η αστυνομία ανακρίνει και θεωρεί  ύποπτους τους  συνάδελφους του αρθρογράφους, οι οποίοι, όπως  υπέδειξε, δεν αποκάλυψαν ιδιωτικές συνομιλίες.

Αυτή η πράξη των διωκτικών αρχών, σύμφωνα με τον κ. Μιχαηλίδη, αποτελεί κατατρομοκράτηση, κατά την έκφραση του, των αρθρογράφων. Δηλαδή, της  ελεύθερης άποψης και της ελεύθερης γνώμης.

Τα επίμαχα  emails, πρόσθεσε,  δημοσιεύτηκαν σε  δεκάδες ιστότοπους.

«Πρέπει όλοι να κατανοήσουν ότι οι δημοσιογράφοι βοηθούν το έργο όλων των ανεξάρτητων  θεσμών και συμβάλουν στη διαφάνεια που είναι το εργαλείο  της πληροφόρησης  προς την κοινωνία.  Δεν μπορεί να γίνει αποδεκτός  ένας τέτοιος  χειρισμός» υποστήριξε ο κ. Μιχαηλίδης. 

Το θέμα αναμένεται να πάρει και διεθνείς διαστάσεις καθώς η στάση των κυπριακών αρχών έχει καταγγελθεί σε διεθνείς δημοσιογραφικούς συλλόγους.

Του Λεύκου Χρίστου