You are here

Τ. Κληρίδης: Υποχώρηση πληθωριστικών πιέσεων

09/07/2022 06:00

Υποχώρηση του προβλήματος που δημιουργεί η εκτίναξη του πληθωρισμού σε οικονομία και καταναλωτές, διαβλέπει ο Πρόεδρος του Συμβουλίου Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας Κύπρου Τάκης Κληρίδης.

Σε συνέντευξή του στη StockWatch , ο Πρόεδρος Συμβουλίου Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας Κύπρου εμφανίζεται αισιόδοξος ότι η ταλαιπωρία που υφίστανται η κυπριακή οικονομία και οι καταναλωτές από τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού που βιώνουν, δεν θα συνεχιστεί τα επόμενα χρόνια.

Συστήνει ιδιαίτερη προσοχή όσον αφορά τη διαχείριση του δημόσιου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος, το οποίο έφτασε τέλος του 2020 στο 118% του ΑΕΠ, αλλά μειώθηκε δραστικά τέλος του 2021 στο 105% του ΑΕΠ.

Ξεκαθαρίζει ότι ο αρχικός στόχος για περαιτέρω μείωση το 2022 κάτω του 100% δεν θα είναι εύκολος, λόγω των επικρατουσών παγκόσμιων συνθηκών και της διάρκειας του πολέμου στην Ουκρανία.

Ιδιαίτερη αναφορά κάνει στην συνέντευξη ο κ. Κληρίδης στην ανάγκη αναθεώρησης και διαφοροποίησης του οικονομικού μοντέλου της Κύπρου και τις συστάσεις του Συμβουλίου για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας, οι οποίες περιλαμβάνονται στη νέα Μακροπρόθεσμη Στρατηγική με τίτλο «Όραμα 2035», η οποία παρουσιάζει ένα νέο οικονομικό μοντέλο μέσω του οποίου προωθούνται θεσμικές αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και παραγωγικές επενδύσεις.

Ο κ. Κληρίδης δίνει απαντήσεις για τους κύριους παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της κυπριακής οικονομίας και τι θα πρέπει να γίνει για ενίσχυση της, αλλά και τα οφέλη στην κυπριακή οικονομία  από την υλοποίηση του Σχέδιου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας.

Η συνέντευξη

Ερ.: Ποιοι είναι οι κύριοι τομείς και τα θέματα προτεραιότητας στα οποία επικεντρώνονται οι εργασίες του Συμβουλίου;

Απ.: Η κυπριακή κυβέρνηση προχώρησε τον Ιούλιο του 2018 στη δημιουργία του Συμβουλίου Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας Κύπρου, ανταποκρινόμενη στη Σύσταση του Συμβουλίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης για δημιουργία Εθνικών Συμβουλίων Παραγωγικότητας στα κράτη μέλη της ευρωζώνης.

Στόχος του Συμβουλίου είναι η συστηματική παρακολούθηση και ανάλυση των εξελίξεων και των πολιτικών στον τομέα της παραγωγικότητας και ανταγωνιστικότητας της οικονομίας και των παραγόντων που την επηρεάζουν, καθώς επίσης και η διάγνωση των αδυναμιών και η υποβολή προτάσεων για μεταρρυθμίσεις προς αντιμετώπιση των προκλήσεων που σχετίζονται με την ανταγωνιστικότητα, την παραγωγικότητα και την προώθηση της αειφόρου ανάπτυξης.

Για σκοπούς ανάλυσης και διαμόρφωσης συστάσεων πολιτικής σε θέματα ανταγωνιστικότητας, το Συμβούλιο ετοιμάζει κάθε 2 χρόνια την Έκθεση Ανταγωνιστικότητας Κύπρου.

Η Έκθεση αποτελεί το κύριο αναλυτικό εργαλείο του Συμβουλίου και περιλαμβάνει συγκριτική αξιολόγηση της ανταγωνιστικότητας και παραγωγικότητας της κυπριακής οικονομίας διεθνώς και έναντι επιλεγμένων χωρών, συμπεράσματα σχετικά με προβληματικές πτυχές και τους παράγοντες που τις επηρεάζουν, και εντοπισμό των τομέων προτεραιότητας για τους οποίους απαιτείται η λήψη μέτρων πολιτικής για αντιμετώπιση των προκλήσεων που έχουν εντοπιστεί.

Η Έκθεση Ανταγωνιστικότητας για το 2021 (πιο πρόσφατη) βρίσκεται αναρτημένη στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου (http://www.ecompet.cy).  

Αναμφισβήτητα, η ετοιμασία της νέας Μακροπρόθεσμης Στρατηγικής για τη βιώσιμη ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας με τίτλο «Όραμα 2035» αποτέλεσε ένα από τα σημαντικότερα θέματα που απασχόλησαν το Συμβούλιο από το 2019.

Το Συμβούλιο, από την αρχή της σύστασής του, εντόπισε την ανάγκη αναθεώρησης του οικονομικού μοντέλου της Κύπρου και μέσω χρηματικής και τεχνικής υποστήριξης από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή προχώρησε στην ανάπτυξη της νέας Στρατηγικής που παρουσιάζει το όραμα της κοινωνίας και της οικονομίας για τα επόμενα 15 χρόνια.

Η νέα Στρατηγική αντιπροσωπεύει ένα ολοκληρωμένο σχεδιασμό και παρουσιάζει ένα νέο οικονομικό μοντέλο μέσω του οποίου προωθούνται θεσμικές αλλαγές, σημαντικές μεταρρυθμίσεις και παραγωγικές επενδύσεις που θα οδηγήσουν στην ενίσχυση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της κυπριακής οικονομίας.

Η ανάπτυξη της Στρατηγικής έχει ολοκληρωθεί και άρχισε να υλοποιείται, αφού περίπου το 38% των συνολικών δράσεων της Στρατηγικής περιλαμβάνεται για χρηματοδότηση στο Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας, με το 30% των δράσεων αυτών να βρίσκεται ήδη υπό υλοποίηση.

Οι εργασίες του Συμβουλίου επικεντρώνονται παράλληλα σε επιλεγμένους τομείς ή και θέματα προτεραιότητας για την οικονομία τα οποία καθορίζονται ανάλογα με τις τρέχουσες οικονομικές εξελίξεις.

 Ένας τομέας που απασχόλησε το Συμβούλιο στο πρόσφατο παρελθόν και για το οποίο δημοσίευσε σχετική Σύσταση προς την κυβέρνηση, είναι η ανάπτυξη της πανεπιστημιακής εκπαίδευσης. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση έχει εξελιχθεί σε σημαντικό τομέα οικονομικής δραστηριότητας και θεωρείται από το Συμβούλιο τομέας προτεραιότητας σε ένα σύγχρονο μοντέλο οικονομίας, που μπορεί να αποτελέσει σημαντική πηγή εσόδων με θετικές προεκτάσεις για την κοινωνία.

Άλλο ένα, επίκαιρο θέμα, το οποίο απασχόλησε πρόσφατα το Συμβούλιο είναι η θέσπιση εθνικού κατώτατου μισθού (ΕΚΜ) στην Κύπρο. Το Συμβούλιο, με Πρότασή του προς την κυβέρνηση, επισύρει την προσοχή ότι βασικός στόχος της υιοθέτησης ΕΚΜ θα πρέπει να είναι η διασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης στους εργαζομένους (μέσω της προστασίας τους από χαμηλούς μισθούς), χωρίς όμως να διακυβεύεται η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας και να δημιουργούνται άλλες στρεβλώσεις των οποίων οι αρνητικές επιπτώσεις είναι μεγαλύτερες από τα οφέλη της υιοθέτησης ΕΚΜ.

Φυσικά, το Συμβούλιο δεν θα μπορούσε να μείνει αμέτοχο σε ένα από τους σημαντικότερους στόχους των σύγχρονων κοινωνιών, αυτού της πράσινης ανάπτυξης. Τα οφέλη που προκύπτουν από την πράσινη μετάβαση δεν περιορίζονται στο περιβάλλον, αλλά επεκτείνονται τόσο στην οικονομική όσο και στην κοινωνική σφαίρα.

Το Συμβούλιο, θέλοντας να επιστήσει την προσοχή στον κίνδυνο επικέντρωσης στην προώθηση προτάσεων/μέτρων βραχυπρόθεσμου χαρακτήρα, δημοσίευσε τον περασμένο Μάϊο την Πρότασή του με τίτλο «Πράσινη Ανάπτυξη – Ενέργεια», η οποία περιλαμβάνει επτά συγκεκριμένες εισηγήσεις που θεωρούνται από το Συμβούλιο καταλυτικές ως προς τους μακροπρόθεσμους στόχους και δεσμεύσεις της Κύπρου σε σχέση με την πράσινη μετάβαση.  Οι πιο πάνω Συστάσεις βρίσκονται αναρτημένες στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου.

Ερ.: Ποια θεωρείτε ότι είναι τα δύο μεγαλύτερα προβλήματα της οικονομίας αυτή την περίοδο;

Απ.: Το κυριότερο πρόβλημα της οικονομίας, όχι μόνο της Κύπρου αλλά και παγκοσμίως, είναι ο πληθωρισμός. Ο εισαγόμενος πληθωρισμός που αντιμετωπίζουμε τώρα προήλθε από την υγειονομική κρίση της πανδημίας του covid-19 αλλά και από τον πόλεμο στην Ουκρανία. Τα ψηλά επίπεδα πληθωρισμού που έχουμε να αντιμετωπίσουμε δυσχεραίνουν τόσο τις ευάλωτες ομάδες όσο και τη μεσαία τάξη.

Φαίνεται ότι για κάποιο ακόμα χρονικό διάστημα η οικονομία μας και οι καταναλωτές θα ταλαιπωρηθούν από τα υψηλά επίπεδα πληθωρισμού που βιώνουμε, όμως δεν θεωρώ ότι το πρόβλημα αυτό θα παραμείνει τα επόμενα χρόνια.

Φυσικά, ανάλογα με τη διάρκεια και το ύψος του πληθωρισμού, θα επηρεαστούν και τα δημόσια οικονομικά.

Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στη διαχείριση του δημόσιου χρέους και του δημοσιονομικού ελλείμματος. Το δημόσιο χρέος έφτασε τέλος του 2020 στα 118% του ΑΕΠ, αλλά μειώθηκε δραστικά τέλος του 2021 στο 105% του ΑΕΠ.

Ο αρχικός στόχος για περαιτέρω μείωση το 2022 κάτω του 100% δεν είναι εύκολος στόχος λόγω των επικρατουσών παγκόσμιων συνθηκών και το συνεχιζόμενο πόλεμο στην Ουκρανία. Βέβαια αυτό θα εξαρτηθεί και από τη διάρκεια του πολέμου στην Ουκρανία.

Εντούτοις, σημαντικά είναι τα προκαταρτικά δημοσιονομικά αποτελέσματα που ετοιμάστηκαν από τη Στατιστική Υπηρεσία για την περίοδο Ιανουαρίου-Απριλίου 2022, τα οποία καταδεικνύουν πλεόνασμα της Γενικής Κυβέρνησης της τάξης των €314,4 εκ. (1,2% στο ΑΕΠ) σε σύγκριση με έλλειμμα €264,4 εκ. (1,1% στο ΑΕΠ) για την αντίστοιχη περίοδο του 2021.  

Ερ.: Οι συστάσεις του Συμβουλίου για μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της οικονομίας;

Απ.: Η Κύπρος είναι μία μικρή και ανοικτή οικονομία, ευάλωτη σε εξωγενείς παράγοντες, με επικέντρωση σε μικρό αριθμό οικονομικών τομέων. Όπως ανέφερα και πιο πάνω, το Συμβούλιο Οικονομίας και Ανταγωνιστικότητας εντόπισε την ανάγκη αναθεώρησης και διαφοροποίησης του οικονομικού μοντέλου της Κύπρου και έθεσε ως στόχο τη διαμόρφωση μιας ολοκληρωμένης μακροπρόθεσμης οικονομικής στρατηγικής.

Οι συστάσεις του Συμβουλίου για τη μακροπρόθεσμη ανάπτυξη της κυπριακής οικονομίας περιλαμβάνονται στη νέα Μακροπρόθεσμη Στρατηγική με τίτλο «Όραμα 2035» (αναρτημένη στην ιστοσελίδα του Συμβουλίου) η οποία παρουσιάζει ένα νέο οικονομικό μοντέλο μέσω του οποίου προωθούνται θεσμικές αλλαγές, μεταρρυθμίσεις και παραγωγικές επενδύσεις.

Το νέο οικονομικό μοντέλο βασίζεται στα υφιστάμενα πλεονεκτήματα της Κύπρου (π.χ. τομέας υπηρεσιών), αλλά και σε τομείς που θα μπορούσε η Κύπρος να αναπτύξει (π.χ. ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, κυκλική οικονομία, ελαφριά βιομηχανία, αγροτεχνολογία, ICT, τριτοβάθμια εκπαίδευση κ.α).

Η νέα Στρατηγική περιλαμβάνει αριθμό μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων που αφορούν στον ψηφιακό μετασχηματισμό, στην ενεργειακή μετάβαση, στην ενίσχυση της αποτελεσματικότητας της δημόσιας υπηρεσίας, στη βελτίωση της δικαιοσύνης και καταπολέμηση της διαφθοράς, στην εκπαίδευση, στην ενίσχυση της καινοτομίας και επιχειρηματικότητας, και της κοινωνικής συνοχής και ισότητας.

Στόχος του νέου οικονομικού μοντέλου είναι η Κύπρος να αποτελέσει ένα σημαντικό, βιώσιμο επιχειρηματικό και εμπορικό κόμβο στην Ευρώπη, με διεύρυνση της παραγωγικής βάσης, ο οποίος θα ενισχύεται από την πράσινη οικονομία και την ανάπτυξη εξειδικευμένων υπηρεσιών υψηλής τεχνολογίας για την προώθηση της διαφοροποίησης, αυτάρκειας και βιωσιμότητάς της.

Οι συστάσεις του Συμβουλίου για μακροπρόθεσμη οικονομική ανάπτυξη λήφθηκαν υπόψη κατά την ετοιμασία του εθνικού Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ), όπως ανέφερα και πριν. Στο ΣΑΑ υπάρχει ξεχωριστή ενότητα με εισηγήσεις της Μακροπρόθεσμης Στρατηγικής για την ενίσχυση της ανθεκτικότητας και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας, ενώ σχετικά μέτρα της Στρατηγικής περιλαμβάνονται και σε άλλες ενότητες του Σχεδίου. 

Ερ.: Εθνικός κατώτατος μισθός, ποιες είναι οι εισηγήσεις του συμβουλίου;

Απ.: Όπως ανέφερα και προηγουμένως, η θέσπιση εθνικού κατώτατου μισθού (ΕΚΜ) ήταν ένα από τα θέματα που απασχόλησαν έντονα το Συμβούλιο. Και αυτό, γιατί εκτός από τον κοινωνικό ρόλο και τα οφέλη από την υιοθέτηση ΕΚΜ, θα πρέπει να λαμβάνονται σοβαρά υπόψη οι πιθανές αρνητικές επιπτώσεις και στρεβλώσεις στην οικονομία τόσο κατά τον αρχικό καθορισμό των βασικών παραμέτρων του σχεδιασμού του ΕΚΜ, όσο και κατά την μετέπειτα περιοδική αναπροσαρμογή του επιπέδου του.

Το Συμβούλιο, αναγνωρίζοντας τις διάφορες παραμέτρους και ιδιαιτερότητες που θα πρέπει να ληφθούν υπόψη για την ελαχιστοποίηση των ενδεχόμενων αρνητικών επιπτώσεων από την εφαρμογή του ΕΚΜ, με Πρότασή του προς την κυβέρνηση παρέθεσε τις πιο κάτω εισηγήσεις:

  1. Υιοθέτηση μονοεπίπεδου συστήματος κατώτατων μισθών για όλη την οικονομία, καθώς η πρακτική εφαρμογή του είναι πιο αποτελεσματική χωρίς σημαντική επιβάρυνση στο κράτος και στις επιχειρήσεις με επιπρόσθετο κόστος και διοικητικό φόρτο.
  2. Η υιοθέτηση ενός επιπέδου ΕΚΜ θεωρείται αναπόφευκτο να χρήζει κάποιων εξαιρέσεων ή ρυθμίσεων. Παραδείγματα όπου ενδέχεται να προκύπτει τέτοια ανάγκη είναι η περίπτωση των νεοεισερχομένων ή μαθητευόμενων, τα επαγγέλματα για τα οποία υπάρχουν εξειδικευμένες ρυθμίσεις όπως τους εργάτες στη γεωργία και τους οικιακούς βοηθούς και για την οικονομική παροχή σε είδος.
  3. Περίοδοι πλήρους απασχόλησης είναι ευνοϊκές για την υιοθέτηση ΕΚΜ. Η υιοθέτηση ΕΚΜ την παρούσα περίοδο θα πρέπει να γίνει πολύ προσεχτικά λαμβάνοντας υπόψη τις παραμέτρους που έχουν επηρεαστεί από την υγειονομική κρίση και τον πόλεμο στην Ουκρανία. 
  4. Καθορισμός αρχικού επίπεδου (ύψους) ΕΚΜ. Απαιτείται μια ισορροπημένη και τεκμηριωμένη προσέγγιση που να λαμβάνει υπόψη, αφενός, τις ανάγκες των εργαζομένων και αφετέρου, τους οικονομικούς παράγοντες και δεδομένα. Θα πρέπει να υπάρχουν σαφή κριτήρια που θα καθοδηγούν τον καθορισμό του επιπέδου του ΕΚΜ. Ο θεσμός του Ελάχιστου Εγγυημένου Εισοδήματος (ΕΕΕ) είναι μια επιπρόσθετη παράμετρος που πρέπει να ληφθεί υπόψη για την περίπτωση της Κύπρου. Λαμβάνοντας υπόψη αυτή τη παράμετρο, ο ΕΚΜ θα πρέπει να είναι ψηλότερος από το ΕΕΕ έτσι ώστε να παρέχεται το κίνητρο για απασχόληση. Επίσης, η ενδεχόμενη έναρξη του ΕΚΜ σε αδικαιολόγητα ψηλό επίπεδο, αυξάνει την πιθανότητα αρνητικών επιπτώσεων.
  5. Μηχανισμός Αναπροσαρμογής ύψους ΕΚΜ. Ο ΕΚΜ θα πρέπει να αναπροσαρμόζεται σε τακτά διαστήματα για τη διατήρηση της αποτελεσματικότητας του. Είναι όμως σημαντικό να διασφαλιστεί ότι ο αντίκτυπος των προσαρμογών του κατώτατου μισθού θα παρακολουθείται και μελετάται επαρκώς και εκ των υστέρων, καθώς οι κοινωνικές και οικονομικές επιπτώσεις των κατώτατων μισθών δεν είναι ποτέ πλήρως προβλέψιμες. Οι τελικές αποφάσεις αναπροσαρμογής του ΕΚΜ θα πρέπει να λαμβάνονται βάσει τεκμηρίωσης από ανεξάρτητους εμπειρογνώμονες, ενώ η εμπλοκή των κοινωνικών εταίρων στις τελικές αποφάσεις είναι προτιμότερο να αποφευχθεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι απόψεις και τα επιχειρήματά τους δεν πρέπει να λαμβάνονται υπόψη μέσω υπομνημάτων και συναντήσεων.
  6. Άλλα συνδυαστικά μέτρα για υποστήριξη του βασικού στόχου του ΕΚΜ σχετικά με τη διασφάλιση αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης των εργαζομένων. Μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση διαρθρωτικών προβλημάτων και στρεβλώσεων που αυξάνουν το κόστος διαβίωσης (π.χ. κόστος στέγασης, μεταφορών και ενέργειας) σε συνάρτηση με το θεσμό του ΕΚΜ μπορούν να αποφέρουν συνδυαστικά οφέλη προς επίτευξη της διασφάλισης αξιοπρεπών συνθηκών διαβίωσης. Επίσης, οι συλλογικές συμβάσεις μπορούν να ενεργήσουν συμπληρωματικά για καλύτερη στόχευση, με βάση αντικειμενικά κριτήρια και δεδομένα για την επίτευξη του βασικού σκοπού και όχι άλλων συμφερόντων.

Ερ.: Ποιοι είναι οι κύριοι παράγοντες που επηρεάζουν την ανταγωνιστικότητα της κυπριακής οικονομίας και τι θα πρέπει να γίνει για ενίσχυση της;

Απ.: Η ανταγωνιστικότητα της οικονομίας επηρεάζεται τόσο από θεσμικούς και οργανωτικούς παράγοντες, όσο και από τους συντελεστές της παραγωγής.

Οι αρμόδιοι θεσμοί για το νομικό, διοικητικό και ρυθμιστικό περιβάλλον των επιχειρήσεων συμβάλλουν στο οικονομικό και χρονικό κόστος της επιχειρηματικής δραστηριότητας η οποία επηρεάζει τα επίπεδα παραγωγικότητας και την ανάπτυξη.

H δομή της οικονομίας, δηλαδή τα αγαθά και οι υπηρεσίες που παράγονται καθώς και η διαφοροποίηση των οικονομικών δραστηριοτήτων επιδρούν σημαντικά στην ανταγωνιστικότητα της οικονομίας μιας χώρας. Για παράδειγμα, δραστηριότητες οι οποίες αποτελούν πηγή καινοτομίας και αύξηση της παραγωγικότητας, σαφώς και ενισχύουν την ανταγωνιστικότητα.

Επίσης, τα χαρακτηριστικά των επιχειρήσεων δηλαδή το μέγεθος και η δομή των επιχειρήσεων, είναι άλλος ένας σημαντικός παράγοντας, καθώς αυτά τα χαρακτηριστικά επηρεάζουν τις δυνατότητες πραγματοποίησης οικονομιών κλίμακας και πραγματοποίησης των απαραίτητων επενδύσεων για τη στροφή σε προϊόντα και διαδικασίες παραγωγής υψηλής αξίας.  

Η ανταγωνιστικότητα όμως επηρεάζεται και από τους συντελεστές παραγωγής, δηλαδή, το ανθρώπινο κεφάλαιο, τη γνώση και χρήση τεχνολογίας, τη χρηματοδότηση και τις υποδομές. Το ανθρώπινο κεφάλαιο αφορά στη διαθεσιμότητα και ποιότητα του ανθρώπινου δυναμικού και αντανακλά τις δεξιότητες και ικανότητες των εργαζομένων.

Συμβάλλει άμεσα στην ανταγωνιστικότητα μιας οικονομίας ενισχύοντας την παραγωγικότητα μέσω υψηλότερων επιπέδων γνώσεων και δεξιοτήτων. Η χρήση τεχνολογίας και η ανάπτυξη γνώσης και καινοτομίας είναι τεράστιας σημασίας για την ανάπτυξη νέων ή αναβαθμισμένων προϊόντων, διαδικασιών παραγωγής κτλ.

Επίσης, η ποιότητα και η ποικιλομορφία της χρηματοοικονομικής υποδομής συμβάλλει στην ανταγωνιστικότητα τόσο μέσω της παροχής χρηματοοικονομικού κεφαλαίου όσο και μέσω υπηρεσιών που επιτρέπουν στις επιχειρήσεις να διαχειρίζονται τις καθημερινές οικονομικές υποθέσεις και επενδυτικές τους δραστηριότητες.

Σημαντικό ρόλο διαδραματίζουν και οι υποδομές μεταφορών όπως δρόμοι, λιμάνια, αεροδρόμια αλλά και επιχειρήσεις κοινής ωφέλειας, όπως το ηλεκτρικό δίκτυο. Η διαθεσιμότητα και ποιότητα των υποδομών συμβάλλει άμεσα στην απόδοση των επιχειρήσεων (π.χ μεταφορά αγαθών) και διευκολύνει την πρόσβαση στην αγορά. 

Η ανάλυση των δεικτών και τα συμπεράσματα της 2ης Έκθεσης Ανταγωνιστικότητας Κύπρου για το 2021 καταλήγουν σε οκτώ τομείς στους οποίους θα μπορούσε να ενισχυθεί περαιτέρω η ανταγωνιστικότητα της κυπριακής οικονομίας:

  • Προώθηση της επιχειρηματικότητας και ενίσχυση της δυναμικής ανάπτυξης των κυπριακών επιχειρήσεων. Ενίσχυση των διασυνδέσεων και της αλληλεπίδρασης μεταξύ των επιχειρήσεων, στηρίζοντας την ένταξη τους σε δίκτυα προμηθευτών διεθνών επιχειρήσεων καθώς και τη συνεργασία μεταξύ επιχειρηματικής, ερευνητικής και ακαδημαϊκής κοινότητας.
  • Ενίσχυση της υιοθέτησης ψηφιακών τεχνολογιών, με την παροχή κινήτρων για ψηφιοποίηση σημαντικών τομέων καθώς και την ενδυνάμωση των  ψηφιακών δεξιοτήτων και των επενδύσεων που ενισχύουν την παραγωγικότητα στον τομέα των Τεχνολογιών της Πληροφορίας και Επικοινωνίας.
  • Βελτίωση της πρόσβασης στη χρηματοδότηση με τη συνέχιση των επιτυχημένων προσπαθειών για την ενίσχυση του τραπεζικού συστήματος, αλλά και της ανάπτυξης και διάθεσης εναλλακτικών πηγών χρηματοδότησης.
  • Καλύτερη αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού μέσα από την εκπαίδευση και κατάρτιση, με την αύξηση των αποφοίτων με προσόντα σε τεχνικούς τομείς και σε τομείς φυσικών επιστημών, καθώς και με την  ενίσχυση των ψηφιακών δεξιοτήτων και δεξιοτήτων επιχειρηματικότητας, έτσι ώστε να ανταποκρίνονται τόσο στις τρέχουσες όσο και στις μελλοντικές απαιτήσεις.
  • Ενίσχυση της εξωτερικής συνδεσιμότητας μέσα από τη διαμόρφωση στρατηγικής για τις διεθνείς μεταφορές και τη συνδεσιμότητα, καθώς  και τη διευκόλυνση της διασύνδεσης με βασικούς διεθνείς επιχειρηματικούς εταίρους.
  • Προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων μέσα από τη διαμόρφωση ενός ελκυστικού οικονομικού περιβάλλοντος.
  • Διαφοροποίηση της Οικονομίας μέσω της ανάπτυξης νέων τομέων που θα συμπληρώσουν τις υπάρχουσες οικονομικές δραστηριότητες, και της ενίσχυσης της ανθεκτικότητας των βασικών υφιστάμενων τομέων.

Ερ.: Το Σχέδιο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας μπορεί να αποτελέσει στήριγμα της οικονομίας;

Απ.: Ο Μηχανισμός Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας δημιουργήθηκε με στόχο την αντιμετώπιση των οικονομικών και κοινωνικών επιπτώσεων της πανδημίας του COVID-19 αλλά και τη διασφάλιση της βιωσιμότητας και ανθεκτικότητας των ευρωπαϊκών οικονομιών.

Η Κύπρος αναμένεται να αντλήσει από το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας κεφάλαια συνολικού ύψους πέραν του €1,2 δις. Η αποτελεσματική αξιοποίησή τους μέσα από την υλοποίηση των προγραμματιζόμενων μεταρρυθμίσεων και επενδύσεων του Σχεδίου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας (ΣΑΑ) κατά την περίοδο 2021-2026 αναμένεται να αποφέρει ιδιαίτερα σημαντικά οφέλη για την κυπριακή οικονομία. 

Πέραν των δημόσιων πόρων και επενδύσεων, το Σχέδιο αναμένεται να κινητοποιήσει σημαντικά πρόσθετα ιδιωτικά κεφάλαια μέσα από την υλοποίηση των διαφόρων Σχεδίων Χορηγιών που θα στηρίξουν τις ιδιωτικές επενδύσεις στους επιμέρους τομείς προτεραιότητας του Σχεδίου. Σημαντικό ρόλο θα διαδραματίσει και η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων που περιλαμβάνονται στο ΣΑΑ, αρκετές από τις οποίες στοχεύουν στη βελτίωση του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και στη διευκόλυνση της επενδυτικής δραστηριότητας στη χώρα (π.χ. επιτάχυνση διαδικασιών αδειοδότησης, μεταρρύθμιση δικαστικού συστήματος κ.α.). Σημαντική είναι η χωρίς καθυστέρηση έγκριση από τη Βουλή των Αντιπροσώπων, των μεταρρυθμίσεων που είναι προαπαιτούμενα για την εκταμίευση των πόρων του ΣΑΑ.

Οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που προωθούνται μέσω του ΣΑΑ (58 στο σύνολο) και η άντληση κεφαλαίων για την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, σαφώς και είναι προέχουσας σημασίας για την ανάπτυξη της οικονομίας μας. Το ΣΑΑ δίνει τη δυνατότητα στην οικονομία μας να κάνει το άλμα προς την πράσινη και ψηφιακή μετάβαση, αφού το 41% και 23% του συνολικού κόστους του Σχεδίου αφορά σε μέτρα που συμβάλλουν στην πράσινη και ψηφιακή μετάβαση αντίστοιχα. 

Σύμφωνα με το Κέντρο Οικονομικών Ερευνών του Πανεπιστημίου Κύπρου, το οποίο προέβη στην εκτίμηση των οικονομικών επιπτώσεων του ΣΑΑ, εκτιμάται ότι το ΣΑΑ μπορεί να συμβάλει σημαντικά στην οικονομική ανάπτυξη της Κύπρου οδηγώντας σε αύξηση του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος κατά 7,1% και στη δημιουργία πέραν των 11.000 νέων θέσεων εργασίας κατά την περίοδο 2021-2026.

Το ΣΑΑ δεν αποτελεί απλά στήριγμα της κυπριακής οικονομίας, αλλά μέσω της αποτελεσματικής υλοποίησής του, η Κύπρος θα μπορέσει να ενισχύσει και την ανθεκτικότητα της οικονομίας της. 

Της Ελένης Χαραλάμπους