You are here

Ακυρώθηκε απόφαση για BOCY

07/12/2017 09:56
Το ανώτατο δικαστήριο αποδέχτηκε χθες την αίτηση που καταχώρησαν οι τέσσερις εκ των επτά κατηγορουμένων στην 2η ποινική υπόθεση εναντίον της Τράπεζας Κύπρου και πρώην στελεχών της για έκδοση προνομιακού διατάγματος certiorari και/ή Prohibition, ακυρώνοντας ουσιαστικά απόφαση του μόνιμου κακουργιοδικείου Λευκωσίας ημερομηνίας 7 Απριλίου 2017.

Το τριμελές κακουργιοδικείο, το οποίο εκδικάζει την υπόθεση, με ενδιάμεση απόφαση του είχε απορρίψει όλες τις προδικαστικές ενστάσεις που ήγειρε η υπεράσπιση, μετά την τροποποίηση του κατηγορητηρίου από την κατηγορούσα αρχή, αποδεχόμενο τη θέση της κατηγορούσας αρχής ότι το νέο κατηγορητήριο αποκαλύπτει ποινικό αδίκημα με την απαραίτητη ακρίβεια γι’ αυτό και η δίκη θα έπρεπε να συνεχιστεί.

Την αίτηση καταχώρησαν οι Τράπεζα Κύπρου, Αντρέας Αρτέμη, Γεώργιος Γεωργιάδης και Κώστας Σεβέρης, ενώ κατηγορούμενοι στην ίδια υπόθεση είναι επίσης οι Ανδρέας Ηλιάδης, Γιάννης Κυπρή και Κώστας Χατζήπαπα. Όλοι οι κατηγορούμενοι έχουν ήδη απαντήσει μη παραδοχή στις κατηγορίες που αντιμετωπίζουν με βάση το κατηγορητήριο της υπόθεσης.

Το κατηγορητήριο της υπόθεσης περιλαμβάνει συνολικά έξι κατηγορίες. Οι τέσσερις κατηγορίες αφορούν το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς και οι δύο το αδίκημα της ψευδορκίας. Ο Ανδρέας Ηλιάδης αντιμετωπίζει και τις έξι κατηγορίες. Για το αδίκημα της χειραγώγησης της αγοράς, η Τράπεζα Κύπρου αντιμετωπίζει τέσσερις κατηγορίες, ο κ. Κυπρή δύο κατηγορίες και οι Αρτέμης, Γεωργιάδης, Σεβέρη και Χατζήπαπα αντιμετωπίζουν μόνο μία κατηγορία.

Η εκδίκαση της υπόθεσης είχε ανασταλεί μέχρι την έκδοση της απόφασης του ανωτάτου δικαστηρίου στην αίτηση των κατηγορουμένων και είναι ορισμένη για ακρόαση στις 18 Δεκεμβρίου. Η υπόθεση αφορά την εξαγορά των ελληνικών ομολόγων και την παράλειψη της Τράπεζας να ενημερώσει τους μετόχους για τους κινδύνους της εν λόγω επένδυσης.

Το ανώτατο με τη χθεσινή απόφαση του, την οποία εξέδωσε ο δικαστής Γ.Ν. Γιασεμής, αποδέχθηκε τη θέση των κατηγορουμένων που καταχώρησαν την αίτηση ότι στην εν λόγω απόφαση του κακουργοδικείου, «υπάρχουν πρόδηλα και πασιφανή νομικά σφάλματα, τα οποία εμφαίνονται στο σώμα της, ώστε να δικαιολογείται η έκδοση του αιτούμενου εντάλματος certiorari για την ακύρωσή της».

Οι αιτητές είχαν εισηγηθεί ότι υπάρχει πασίδηλη λανθασμένη ερμηνεία από το κακουργοδικείο συγκεκριμένων νομοθετικών διατάξεων, η οποία έχει, ήδη, οδηγήσει σε παραβίαση του άρθρου 12.1 του συντάγματος, λαμβανομένου υπόψη ότι, με την απάντηση τους στις κατηγορίες, η ποινική διαδικασία έχει αρχίσει.

Το ανώτατο έκρινε ως ορθή τη θέση των αιτητών ότι αποτελεί πασίδηλο νομικό σφάλμα η κατάληξη του κακουργιοδικείου «πως το άρθρο 19 του νόμου αποκαλύπτει αδίκημα με την απαιτούμενη σαφήνεια και προβλεπτικότητα σε βαθμό που κρίνεται ότι ικανοποιεί τις πρόνοιες του άρθρου 12 του συντάγματος και ως εκ τούτου δύναται από μόνο του να αποτελεί τη νομική βάση κατηγορίας για χειραγώγηση της αγοράς».

«Η απόφαση του κακουργοδικείου… πασιφανώς, παραγνωρίζει εντελώς τη δομή και το περιεχόμενο του ιδίου του μέρους IV του νόμου, υπό το γενικό τίτλο: «’Διατάξεις σχετικά με τη χειραγώγηση της αγοράς’, σημειώνει ο δικαστής του ανωτάτου και διατυπώνει τη θέση ότι το άρθρο 19, πασιφανώς, δεν δημιουργεί, από μόνο του, ποινικό αδίκημα».

Για όλους τους κατηγορούμενους ισχύει το τεκμήριο της αθωότητας, μέχρι αποδείξεως της ενοχής τους από το δικαστήριο πέραν πάσης λογικής αμφιβολίας.