You are here

Κέρδη €18 εκ. για Ελληνική Τράπεζα

25/09/2020 09:15

Κέρδη €17,7 εκ. ανακοίνωσε για το εξάμηνο του2020 η Ελληνική Τράπεζα έναντι κερδών €58,3 εκ. το εξάμηνο του 2019.

Οι προβλέψεις της τράπεζας αυξήθηκαν στα €41,8 εκ. από €9,6 εκ.

Το δεύτερο τρίμηνο του έτους, η τράπεζα πέτυχε κέρδη €19,9 εκ. σε σχέση με ζημιές €2,2 εκ. το πρώτο τρίμηνο.

Τα αποτελέσματα αναλυτικά

Τα καθαρά έσοδα από τόκους ανήλθαν σε €140,5 εκ., μειωμένα  κατά 7% σε σχέση με €151,1 εκ. πέρσι.

Το σύνολο των μη επιτοκιακών εσόδων ανήλθε στα €48,1 εκ., μειωμένο κατά 1% σε σχέση με €48,6 εκ. το εξάμηνο του 2019. Η μείωση ήταν κυρίως λόγω της πτώσης των καθαρών κερδών από διάθεση και επανεκτίμηση ξένου συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών στοιχείων η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από τα αυξημένα καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών.

Τα καθαρά κέρδη από διάθεση και επανεκτίμηση ξένου συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών στοιχείων ανήλθαν σε €3,5 εκ. με 34% μείωση σε σχέση με πέρσι. Η μείωση οφείλεται κυρίως σε μη πραγματοποιηθείσες καθαρές ζημιές επανεκτίμησης που προέκυψαν από επενδύσεις σε χρηματοοικονομικά μέσα που επιμετρούνται στην εύλογη αξία μέσω των αποτελεσμάτων που κατέχει ο Όμιλος.

Τα καθαρά έσοδα δικαιωμάτων και προμηθειών ανήλθαν σε €25,5 εκατ., αυξημένα κατά 5% σε σχέση με €24,3 εκ. το εξάμηνο του 2019, κυρίως λόγω αυξημένων προμηθειών από ασφαλιστικές εργασίες μέρος εκ των οποίων είναι μη επαναλαμβανόμενο.

Τα άλλα έσοδα για την 1η εξαμηνία του 2020  ήταν €19,0 εκ. και παρέμειναν  στα ίδια επίπεδα με την 1η εξαμηνία του 2019.

Το σύνολο των μη επιτοκιακών εσόδων τη 2η τριμηνία του 2020 ανήλθε σε €24,3 εκ. και σημείωσε αύξηση 2% σε σχέση με €23,8 εκ. την 1η τριμηνία του 2020 κυρίως λόγω αύξησης των καθαρών κερδών από διάθεση και επανεκτίμηση ξένου συναλλάγματος και χρηματοοικονομικών στοιχείων η οποία αντισταθμίστηκε εν μέρει από τη μείωση των άλλων εσόδων ως αποτέλεσμα του χαμηλότερου κέρδους από τη διάθεση αποθεμάτων ακινήτων.

Έξοδα

Τα συνολικά έξοδα για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €124,5 εκ. σε σύγκριση με €127,1 εκ. κατά την  1η εξαμηνία του 2019, μειωμένα κατά 2% κυρίως λόγω της μείωσης στα συνολικά διοικητικά και άλλα έξοδα.

Τα έξοδα προσωπικού για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €61,8 εκ. και αντιπροσώπευαν το 50% των συνολικών εξόδων του Ομίλου (1η εξαμηνία του 2019: 46%).

Σε σύγκριση με τα €59,0 εκ. την 1η εξαμηνία του 2019, τα έξοδα προσωπικού την 1η εξαμηνία του 2020 σημείωσαν αύξηση της τάξης του 5%. Οι κυριότεροι παράγοντες που συνέβαλαν στην αύξηση ήταν μισθολογικές αυξήσεις που ανακοίνωσε ο Όμιλος τον Οκτώβριο του 2019 και τέθηκαν σε ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2019.

Τα συνολικά διοικητικά και άλλα έξοδα για την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €51,2 εκ. σημειώνοντας μείωση 11% σε σύγκριση με €57,6 εκ. την 1η εξαμηνία του 2019.

Ο δείκτης εξόδων προς έσοδα για 1η εξαμηνία του 2020 διαμορφώθηκε στο 66,0% σε σύγκριση με 63,7% την 1η εξαμηνία του 2019 (αντανακλώντας τη μικρότερη μείωση στα συνολικά έξοδα σε σχέση με την μείωση στα συνολικά καθαρά έσοδα).

Προβλέψεις

Η χρέωση για ζημιές απομείωσης χρηματοοικονομικών μέσων και μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, ανήλθε στα €42,4 εκ. για την 1η εξαμηνία του 2020 σημειώνοντας σημαντική αύξηση σε σύγκριση με €12,5 εκ. την 1η εξαμηνία του 2019.

Η αυξημένη χρέωση οφείλεται στις αυξημένες ζημιές απομείωσης του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων, κυρίως ως αποτέλεσμα της επίδρασης της πανδημίας του κορωνοϊού (€38,5 εκ.).

Η επίδραση της πανδημίας στο μακροοικονομικό περιβάλλον οδήγησε σε αλλαγές στις παραμέτρους που εφαρμόστηκαν για τον υπολογισμό των προβλέψεων κατά τη διάρκεια της 1ης τριμηνίας του 2020 (οι αλλαγές περιλάμβαναν αυξημένη πιθανότητα αθέτησης και αύξηση της περιόδου ρευστοποίησης).

Ωστόσο, οι αυξημένες ζημιές απομείωσης του χαρτοφυλακίου χορηγήσεων αντισταθμίστηκαν εν μέρει από την αύξηση του περιουσιακού στοιχείου αποζημίωσης με αντίστοιχη πίστωση στις ζημιές απομείωσης άλλων χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων, λόγω του επαναπροσδιορισμού των εκτιμώμενων μελλοντικών ταμειακών ροών που προκύπτουν από τις απαιτήσεις που θα γίνουν από την Τράπεζα σε περίπτωση ζημιών που συνδέονται με τα περιουσιακά στοιχεία αποζημίωσης, οι οποίες οφείλονται κυρίως στην επίδραση της πανδημίας του κορωνοϊού.

Ο δείκτης ετήσιου κόστους ζημιών απομείωσης έναντι των χορηγήσεων (ετησιοποιημένος) για την 1η εξαμηνία του 2020 και τη 2η τριμηνία του 2020 ήταν αντίστοιχα 1,7%  (1η εξαμηνία του 2019: 0,2%) και 0,9% (1η τριμηνία 2020: 2,4%).

Άλλα οικονομικά μεγέθη

Στις 30 Ιουνίου 2020 , οι καταθέσεις πελατών ανήλθαν σε €14,2 δισ. (31 Δεκεμβρίου 2019: €14,6 δισ.)

Οι μεικτές χορηγήσεις σε πελάτες στις 30 Ιουνίου 2020 ανήλθαν σε €6.830 εκ., ελαφρώς μειωμένες κατά 6% σε σύγκριση με €7.244 εκ. στις 31 Δεκεμβρίου 2019.

Το σύνολο των νέων χορηγήσεων που εγκρίθηκαν κατά τη 1η εξαμηνία του 2020  ανήλθε σε €439,4  εκ. (2019: €812,3 εκ.). Η Τράπεζα συνέχισε την παροχή χορηγήσεων προς φερέγγυες επιχειρήσεις και νοικοκυριά, εξετάζοντας παράλληλα και άλλες ευκαιρίες ανάπτυξης.

Στο πλαίσιο της κρίσης του κορωνοϊού (COVID-19) εφαρμόστηκε μορατόριουμ σε επιλέξιμα άτομα ή νομικές οντότητες σε διάφορους τομείς (αναστολή δόσεων κεφαλαίου και τόκων για περίοδο εννιά μηνών). Το ποσό των μεικτών χορηγήσεων σε πελάτες στις 30 Ιουνίου 2020 που υπόκεινται σε μορατόριουμ για την αποπληρωμή δανείων ανήλθε σε  €2,8 δισ.

ΜΕΧ

Το χαρτοφυλάκιο των ΜΕΧ μειώθηκε κατά 21% το πρώτο εξάμηνο σε σύγκριση με τις 31 Δεκεμβρίου 2019, που αποδίδεται σε λογιστικές διαγραφές ΜΕΧ ύψους €0,5 διΣ. Σημειώνεται ότι οι διαγραφές είναι μη συμβατικές, δηλαδή η τράπεζα συνεχίζει να απαιτεί την καταβολή του ποσού από τον δανειολήπτη, αλλά διαγράφει το ποσό από τα βιβλία χρησιμοποιώντας τις συσσωρευμένες προβλέψεις της, χωρίς να έχει επίπτωση στα κεφάλαιά της.

Όπως αναφέρει η τράπεζα, πρόκειται για δάνεια με καθυστερήσεις πέραν των τεσσάρων ετών. Σημειώνει μάλιστα ότι μπορεί στο μέλλον να πραγματοποιήσει επιπρόσθετες μη συμβατικές διαγραφές στην μεικτή λογιστική αξία των ΜΕΧ, «όπου υπάρχει ελάχιστη πιθανότητα ανάκτησης με βάση την διαθέσιμη εξασφάλιση και στρατηγική ανάκαμψης που θα ακολουθηθεί».

Έτσι, ο δείκτης ΜΕΧ, εξαιρουμένων των κόκκινων δανείων που καλύπτονται από το ΠΠΣ, υποχώρησε στο 19,5% από 24,9% στο τέλος του 2019, ενώ δείκτης των καθαρών ΜΕΧ διαμορφώθηκε στο 6,1% και στο 3,5% εξαιρουμένων των ΜΕΧ που καλύπτονται από το ΠΠΣ.

Σε απόλυτους αριθμούς, οι ΜΕΧ υποχώρησαν στα €1,8 δισ. το πρώτο μισό του 2020 έναντι €2,7 δισ. στο τέλος Δεκεμβρίου του 2019. Όπως αναφέρεται, οι τερματισμένοι λογαριασμοί οι οποίοι περιλαμβάνονταν στις ΜΕΧ ανήλθαν στις 30 Ιουνίου 2020 σε €952 εκ. (31 Δεκεμβρίου 2019: €1.435 εκ.) ενώ οι μεικτές χορηγήσεις με ρυθμιστικά μέτρα στις 30 Ιουνίου 2020 ανήλθαν σε €1.076 εκ. (31 Δεκεμβρίου 2019: €1.225 εκ.).

Ο δείκτης κάλυψης των προβλέψεων των ΜΕΧ ανήλθε στο 46,5% στις 30 Ιουνίου 2020 (31 Δεκεμβρίου 2019: 55,6% ), ενώ εξαιρουμένων των ΜΕΧ που καλύπτονται από την συμφωνία ΠΠΣ αναπροσαρμόζεται σε 58,3% (31 Δεκεμβρίου 2019: 67,4%).

Το ποσό των μεικτών χορηγήσεων σε πελάτες στις 30 Ιουνίου 2020 που υπόκεινται σε μορατόριουμ για την αποπληρωμή δανείων ανήλθε σε  €2,8 δις, που αντιστοιχεί στο 55% των μεικτών εξυπηρετούμενων δανείων.
Αναφορικά με τα κεφάλαια, ο Δείκτης Κεφαλαίου Κοινών Μετοχών της Κατηγορίας 1 (CET1) ανέρχεται σε 19,8% και Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας σε 22,2% , πολύ πιο ψηλά από τις ελάχιστες απαιτήσεις των εποπτικών αρχών

Κορωνοϊός

Αναφορικά με την πανδημία του κορωνοϊού, αναφέρεται ότι πρόσφατα δεδομένα και εξελίξεις γύρω από τις επιπτώσεις του κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020, καταδεικνύουν ότι το 2020 η Κυπριακή οικονομία επηρεάζεται αρνητικά, από την εξάπλωση  της πανδημίας, και συνεπακόλουθα τη διακοπή της οικονομικής δραστηριότητας, η οποία ενδέχεται να επιφέρει αρνητικές επιπτώσεις σε συγκεκριμένα δανειακά χαρτοφυλάκια.

Η εν λόγω εξέλιξη ενδέχεται να επηρεάσει δυσμενώς την ικανότητα ορισμένων δανειοληπτών στην αποπληρωμή των υποχρεώσεών τους και κατ΄ επέκταση το ύψος των αναμενόμενων ζημιών πιστωτικού κινδύνου. Οι οικονομικές επιπτώσεις εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από το χρόνο που η κρίση αυτή θα διαρκέσει και διαφοροποιούνται ανά περίπτωση καθώς κάθε τομέας της οικονομίας επηρεάζεται µε διαφορετικό τρόπο.

Αναφορικά με τα προοπτικές, αναφέρεται ότι η πρόσφατη εμφάνιση της επιδημίας κορωνοϊού αναμένεται να έχει προσωρινή αλλά σημαντική αρνητική οικονομική επίπτωση, ως εκ τούτου, η οικονομική απόδοση της Τράπεζας για το 2020 αναμένεται να επηρεαστεί αρνητικά.

Αντιμέτωπη με χαμηλότερα έσοδα από τα αναμενόμενα, λόγω της μειωμένης ζήτησης νέων δανείων και των χαμηλότερων εσόδων από προμήθειες, ο στόχος είναι να περιοριστεί ο αντίκτυπος μέσω της ανακατανομής κεφαλαίων σε εναλλακτικά στοιχεία ενεργητικού εντός της διάθεσης ανάληψης κινδύνου της Τράπεζας, καθώς και μέσω πρωτοβουλιών μείωσης κόστους.

Η Τράπεζα αντιμετωπίζει επίσης αυξημένες απομειώσεις δανείων λόγω υψηλότερων πιθανοτήτων αθέτησης εξυπηρετούμενων δανείων που οφείλονται στην επιδείνωση του μακροοικονομικού περιβάλλοντος, επιδείνωσης στην αλλαγή σταδίων σύμφωνα με τις πρόνοιες τους ΔΠΧΑ 9, καθώς επίσης και ζημιών που προκύπτουν από την παράταση της επίλυσης των υφιστάμενων ΜΕΧ.

Με ένα αρκετά μεγάλο μέρος του χαρτοφυλακίου δανείων που έχει ήδη αξιολογηθεί μέσω προβλέψεων για όλη τη διάρκεια ζωής και με περίπου 30% των εξυπηρετούμενων δανείων να καλύπτονται από το Πρόγραμμα Προστασίας Περιουσιακών Στοιχείων, το συνολικό κόστος κινδύνου βραχυπρόθεσμα έως μεσοπρόθεσμα αναμένεται να παραμείνει σε λογικά επίπεδα.

Η στρατηγική της Τράπεζας επικεντρώνεται σε δύο πτυχές: τη στοχευμένη ανάπτυξη μέσω νέου δανεισμού και της προώθησης και ενίσχυσης των σχέσεων με τους πελάτες καθώς επίσης και τη μείωση του υψηλού επιπέδου των ΜΕΧ.
Σύμφωνα με τα αποτελέσματα, τα αποθέματα ακινήτων, τα οποία ως επί το πλείστων προέκυψαν από διακανονισμό χρεών των πελατών, ανήλθαν σε €184,9 εκ. στις 30 Ιουνίου 2020, σε σύγκριση με €182 εκ. το πρώτο τρίμηνο.  Οι προσθήκες μέσω διακανονισμού χρεών πελατών την 1η εξαμηνία του 2020 ανήλθαν σε €16,2 εκ. ενώ έγιναν πωλήσεις ύψους €7,7 εκ. και ποσό απομείωσης ύψους €1,0 εκα
 
Η τράπεζα αξιοποίησε την υπερβάλλουσα της ρευστότητα με επενδύσεις σε ομόλογα, τα οποία στο τέλος του εξαμήνου ανήλθαν σε €5,76 δισ. από €4,83 δισ. στο τέλος Μαρτίου. Η ρευστότητα της τράπεζας μειώθηκε στα €3,47 δισ. από €4,35 δισ., με τον δείκτη κάλυψης ρευστότητας να ανέρχεται στο 487% και το πλεόνασμα ρευστότητας να διαμορφώνεται στα €5,6 δις στο τέλος Ιουνίου από €6,1 δις στο τέλος του πρώτου τριμήνου.

Σχολιάζοντας τα αποτελέσματα του Ομίλου, ο Προσωρινός  Ανώτατος Εκτελεστικός Διευθυντής, Φοίβος Στασόπουλους αναφέρει ότι η πανδημία Covid-19 συνεχίζει να επηρεάζει την κυπριακή και την παγκόσμια οικονομία. Ωστόσο, με τη σταδιακή επανεκκίνηση της εγχώριας οικονομίας και την εφαρμογή ενός ισχυρού δημοσιονομικού πακέτου στήριξης και ρευστότητας, συγκεκριμένοι τομείς έχουν ήδη παρουσιάσει σημάδια ανάκαμψης.

«Βασική μας προτεραιότητα όλο αυτό το διάστημα ήταν η προστασία της υγείας του προσωπικού και των πελατών μας, συνεχίζοντας να εξυπηρετούμε τη διευρυμένη πελατειακή μας βάση. Από την πρώτη στιγμή αυτής της κρίσης θέσαμε άμεσα σε εφαρμογή το σχέδιο επιχειρησιακής συνέχειας της Τράπεζας με στόχο την απρόσκοπτη εξυπηρέτηση και υποστήριξη των πελατών μας, προστατεύοντας ταυτόχρονα το προσωπικό», σημειώνει.

«Ακολούθως της αποχώρησης του πρώην Ανώτατου Εκτελεστικού Διευθυντή μας κ. Ιωάννη Μάτση θα ήθελα να διαβεβαιώσω όλους τους πελάτες μας ότι για εμάς στην Ελληνική Τράπεζα οι εργασίες συνεχίζονται «ως συνήθως», δίνοντας έμφαση στη Σταθερότητα, στη Συνοχή και στην Ανθεκτικότητα. Παραμένουμε προσηλωμένοι στους στρατηγικούς μας στόχους και στη μετεξέλιξη της Τράπεζας σε έναν σύγχρονο πελατοκεντρικό Οργανισμό που προσφέρει προϊόντα, υπηρεσίες και εξυπηρέτηση υψηλού επιπέδου και απρόσκοπτη εμπειρία στους πελάτες μας», υπογραμμίζει.