You are here

Κομισιόν: Πιέζεται η κερδοφορία κυπριακών τραπεζών

27/02/2020 07:11

Η κερδοφορία του τραπεζικού τομέα παραμένει υπό σημαντική πίεση, αναφέρει η Κομισιόν σε νέα έκθεση της για την Κύπρο, που αναλύει, μεταξύ άλλων, τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει η οικονομία στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Εξαμήνου 2020.

Η έκθεση που κοινοποιήθηκε χθες στα αρμόδια όργανα της ΕΕ αναλύει τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες, που σχετίζονται κυρίως με τη σχετική αδυναμία δημιουργίας κερδών και το σημαντικό ποσό μη εξυπηρετούμενων δανείων που παραμένουν στα βιβλία τους.

Η Κομισιόν επισημαίνει ότι ενώ οι πωλήσεις μη εξυπηρετούμενων δανείων αναμένεται να μειώσουν το ποσοστό των επισφαλών δανείων που κατέχουν οι τράπεζες το 2020, τα χαμηλά επιτοκιακά περιθώρια, η πλεονάζουσα ρευστότητα και τα ψηλά λειτουργικά έξοδα εξακολουθούν να μετριάζουν την κερδοφορία των τραπεζών.

Τα κέρδη το 2019 ενισχύθηκαν σημαντικά από τη μετατροπή των αναβαλλόμενων φορολογικών απαιτήσεων σε πιστώσεις αναβαλλόμενης φορολογίας για την Τράπεζα Κύπρου.  Ωστόσο, το ψηλό απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων εξακολουθεί να περιορίζει σοβαρά την κερδοφορία των τραπεζών και τη συνολική σταθερότητα του τραπεζικού τομέα, ακόμη και μετά τη διάθεση των κακών περιουσιακών στοιχείων.

Μετά από έντονη μείωση το 2018, ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε μόνο οριακά το 2019. Ο δείκτης των μη εξυπηρετούμενων δανείων μειώθηκε σε 33,5% τον Ιούνιο του 2019.  Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων παραμένει πολύ ψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ, ο οποίος είναι περίπου 3,0%. Το απόθεμα των μη εξυπηρετούμενων δανείων τόσο για τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις όσο και για τα νοικοκυριά μειώθηκε σημαντικά το 2018, ενώ οι μετέπειτα μειώσεις ήταν πιο ήπιες.

«Ο τραπεζικός τομέας εξακολουθεί να είναι επικερδής, αλλά τα κέρδη είναι πιο αδύναμα από ότι το προηγούμενο έτος και η ποιότητα των στοιχείων ενεργητικού παραμένει πρόκληση. Μετά τις απώλειες το 2017, ο τραπεζικός τομέας επέστρεψε στην κερδοφορία το 2018 και παρέμεινε κερδοφόρος κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019. Συνολικά, οι τράπεζες εξακολουθούν να δυσκολεύονται να αποκομίσουν κέρδη λόγω χαμηλών επιτοκιακών περιθωρίων, υπερβάλλουσας ρευστότητας, ψηλού λειτουργικού κόστους και μεγάλων αποθεμάτων μη εξυπηρετούμενων δανείων», αναφέρεται.

Σε όλη τη διάρκεια του 2019, η πρόοδος στη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων επιβραδύνθηκε. Οι μελλοντικές διαθέσεις περιουσιακών στοιχείων αναμένεται να υλοποιηθούν το 2020, μειώνοντας σημαντικά τα αποθέματα των επισφαλών δανείων στον τραπεζικό τομέα.

Με τη σειρά τους, αναμένεται να αυξηθούν τα αποθέματα μη εξυπηρετούμενων δανείων που κατέχουν οι εταιρείες εξαγοράς πιστώσεων. Η ενίσχυση της πειθαρχίας όσον αφορά τις πληρωμές, συμπεριλαμβανομένης της βελτίωσης του χρηματοοικονομικού αλφαβητισμού θα βοηθούσε στη στήριξη της μείωσης των επισφαλών δανείων και στη διατήρηση της απομόχλευσης, τονίζει η Κομισιόν.

Η αποτελεσματική χρήση του νομικού πλαισίου, συμπεριλαμβανομένων των εκποιήσεων και της αφερεγγυότητας, είναι απαραίτητη για τη περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, με την ενίσχυση της πειθαρχίας πληρωμών και την αντιμετώπιση στρατηγικών κακοπληρωτών.

«Τα μη εξυπηρετούμενα δάνεια, συμπεριλαμβανομένου του αυξανόμενου ποσοστού που διατηρείται εκτός του τραπεζικού τομέα, πρέπει να επιλυθούν. Αυτό ισχύει ιδιαίτερα για τα δάνεια που κατέχει η κρατική εταιρεία διαχείρισης περιουσιακών στοιχείων (ΚΕΔΙΠΕΣ), όπου πρέπει να αντιμετωπιστούν οι καθυστερήσεις και οι οργανωτικές προκλήσεις για τη διασφάλιση μιας επιτυχημένης απόδοσης. Η ενίσχυση της εποπτείας των εταιρειών που αγοράζουν πιστώσεις είναι επίσης σημαντική», τονίζεται.

Σημαντική πρόοδος έχει σημειωθεί όσον αφορά την απομόχλευση και τη μείωση του κινδύνου των ισολογισμών των τραπεζών. Μετά την αποχώρηση των προβληματικών περιουσιακών στοιχείων της ΣΚΤ κατά τη διάρκεια της εκκαθάρισής της και των μεγάλων πωλήσεων μη εξυπηρετούμενων δανείων από εμπορικές τράπεζες, ο τραπεζικός τομέας μειώθηκε κάτω από το 300% του ΑΕΠ στα μέσα του 2019, σε σύγκριση με 338% στο τέλος του 2017 και πάνω από 700% πριν από τη χρηματοπιστωτική κρίση του 2013.

Μέτρα στήριξης κερδοφορίας

Σύμφωνα με την ΕΕ, η ενίσχυση της αποδοτικότητας και η διαφοροποίηση των επενδύσεων θα μπορούσε να στηρίξει την κερδοφορία των τραπεζών. Όλες οι μεγάλες τράπεζες εφαρμόζουν μέτρα για τη μείωση της φυσικής τους παρουσίας.

Στο 62% τον Ιούνιο του 2019, ο δείκτης κόστους προς έσοδα σε επίπεδο συστήματος παραμένει ψηλότερος από τον μέσο όρο της ΕΕ και, στην πραγματικότητα, μειώνεται τεχνητά με τη συμπερίληψη των δεδουλευμένων εσόδων από τόκους σε απομειωμένα περιουσιακά στοιχεία και εξαιρουμένων των αντισταθμιστικών τελών παροχής.

Επιπλέον, το κόστος προσωπικού μπορεί να μειωθεί μόνο αργά και με καθυστέρηση. Παρόλο που οι μεγαλύτερες τράπεζες έχουν ήδη επενδύσει σε βελτιωμένες ικανότητες στο διαδίκτυο, εξακολουθούν να υπάρχουν σημαντικές δυνατότητες βελτίωσης, ιδίως στην περίπτωση της διαδικτυακής εμπορίας προϊόντων.

Επιπλέον, το μειωμένο αλλά ακόμη ψηλό επίπεδο του ιδιωτικού χρέους, περιορίζει σοβαρά το σύνολο των επενδυτικών σχεδίων που μπορούν να επενδυθούν. Οι καλύτερες επενδυτικές ευκαιρίες για τις τράπεζες, τις επιχειρήσεις και τους αποταμιευτές λιανικής μπορούν να υποστηριχθούν με βελτιωμένες δράσεις αντιμετώπισης των εξωγενών δανείων και ευρύτερα μέτρα για τη βελτίωση του επενδυτικού κλίματος.

Επισημαίνεται ότι η υπήρξε συνολική μείωση της σημασίας των θυγατρικών των ελληνικών τραπεζών στην Κύπρο, οι οποίες υπήρξαν κάποτε ένα κανάλι μετάδοσης, αν και σε ορισμένες περιπτώσεις εξακολουθούν να έχουν υψηλό επίπεδο μη εξυπηρετούμενων δανείων. Οι αντίστοιχες τραπεζικές σχέσεις που είχαν προηγουμένως υποστεί πίεση σταθεροποιήθηκαν.

Πρόκληση το MREL

Επισημαίνεται ότι η εκπλήρωση της ελάχιστης απαίτησης για τα ίδια κεφάλαια και τις επιλέξιμες υποχρεώσεις (MREL) θα αποτελέσει πρόκληση. Οι δεσμευτικοί στόχοι του MREL ή οι σταδιακά εισαγόμενες ρυθμίσεις για τις κυπριακές τράπεζες δεν έχουν ακόμη ανακοινωθεί. Λόγω της μεγάλης εμπιστοσύνης τους σε χρηματοδότηση μέσω καταθέσεων, οι κυπριακές τράπεζες θα χρειαστεί να αυξήσουν τη χρηματοδότηση πέραν των καταθέσεων για να ανταποκριθούν στις απαιτήσεις του MREL. Αυτό θα δημιουργήσει πρόσθετη πίεση στις τράπεζες που αντιμετωπίζουν ήδη προκλήσεις κερδοφορίας και ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού.

Αν και οι δείκτες κεφαλαίου είναι υψηλότεροι από τους μέσους όρους της ΕΕ, οι κυπριακές τράπεζες πρέπει να διατηρούν υψηλότερους δείκτες κεφαλαίου από τα ελάχιστα επίπεδα, όπως απαιτούν οι εποπτικές αρχές τους, για να απορροφήσουν πιθανές διαταραχές που σχετίζονται με χαμηλή ποιότητα ενεργητικού.

Νέα δάνεια

Αναφορικά με το νέο δανεισμό, σε ντόπιους κατοίκους αυξήθηκε το 2019 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Ο ιδιωτικός τομέας εξακολουθεί να βασίζεται σε εσωτερικούς πόρους και ξένη χρηματοδότηση, καθώς οι νέες δανειοδοτήσεις από εγχώριες τράπεζες περιορίζονται από το μεγάλο ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων, αυξημένο χρέος και αυστηρότερα πιστωτικά πρότυπα.

Ωστόσο, κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019, ο νέος δανεισμός αυξήθηκε κατά 6% σε ετήσια βάση (ο όγκος των νέων δανείων ανήλθε σε €1,53 δισ. το 2019, έναντι €1,44 δισ. το 2018). Όπως και το προηγούμενο έτος, το μεγαλύτερο μέρος του νέου δανεισμού χορηγήθηκε σε μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις, ενώ τα στεγαστικά δάνεια αποτελούσαν ελαφρώς πάνω από το 25% του συνόλου των νέων δανείων.

Τράπεζα Κύπρου

Για την Τρ. Κύπρου αναφέρεται ότι συνεχίζει τις προσπάθειες της για βελτίωση της ποιότητας του ενεργητικού. Τον Μάρτιο του 2019, η τράπεζα διέθεσε ένα μικρό χαρτοφυλάκιο δανείων με ακαθάριστη αξία €245 εκ. στην APS Loan Management.

Η άμεση έκθεση της Τράπεζας Κύπρου στην ακίνητη περιουσία παραμένει μεγάλη, κυρίως λόγω των συμβάσεων ανταλλαγής χρέους προς περιουσιακά στοιχεία και των επαναχορηγήσεων περιουσιακών στοιχείων που έχουν εκποιηθεί. Βραχυπρόθεσμα, η πώληση του χαρτοφυλακίου Helix II (μέχρι € 2,8 δισ. μη εξυπηρετούμενων δανείων) κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020, με συνεχείς πρόσθετες πωλήσεις μη εξασφαλισμένων δανείων και δανείων που εξασφαλίστηκαν σε αλλοδαπούς, μαζί με πρόσθετες μειώσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων με το πρόγραμμα Εστία, αναμένεται να συμβάλει στη βελτίωση της ποιότητας των στοιχείων ενεργητικού.

Ταυτόχρονα, η μείωση του κόστους συνεχίζεται, δεδομένου ότι το τελευταίο εθελοντικό πρόγραμμα απολύσεων μείωσε τον αριθμό των υπαλλήλων κατά 470, που ισοδυναμούσε με περισσότερο από το 10% του συνολικού προσωπικού.

Ελληνική

Για την Ελληνική Τράπεζα, αναφέρεται ότι μετά την απόκτηση των στοιχείων ενεργητικού της ΣΚΤ, το επιχειρηματικό μοντέλο και το προφίλ κινδύνου της έχουν αλλάξει σημαντικά. Η ενσωμάτωση των περιουσιακών στοιχείων της ΣΚΤ έκανε την Ελληνική Τράπεζα τη δεύτερη μεγαλύτερη τράπεζα στην Κύπρο.

Η επιχειρησιακή ολοκλήρωση των εξαγορασθέντων τμημάτων της ΣΚΤ (συμπεριλαμβανομένης της μετάβασης σε μια κοινή υποδομή πληροφορικής) ολοκληρώθηκε τον Σεπτέμβριο του 2019. Σημαντική πρόκληση αποτελεί το χάσμα μεταξύ της μισθολογικής δομής των πρώην υπαλλήλων της ΣΚΤ και των εργαζομένων της Ελληνικής.

Της Γεωργίας Χαννή