You are here

Προβληματίζει τους οικονομολόγους το σχέδιο για ΜΕΔ

15/02/2018 06:49

Προβληματισμό προκαλεί στους οικονομολόγους το κυοφορούμενο κρατικό σχέδιο για χειρισμό των μη εξυπηρετούμενων δανείων στον τραπεζικό τομέα και κυρίως στον συνεργατισμό.

Αν και η κυβέρνηση κρατά ως επτασφράγιστο μυστικό το πλάνο που καταρτίζει για τα ΜΕΔ, οι λεπτομέρειες άρχισαν ήδη να βλέπουν το φως της δημοσιότητας, προκαλώντας αντιδράσεις σε όσους διαβλέπουν δημοσιονομικούς και ηθικούς κινδύνους μέσω της βοήθειας που θα προσφερθεί σε κακοπληρωτές.

Με βάση τις πληροφορίες που είδαν μέχρι σήμερα το φως της δημοσιότητας, οι σχεδιασμοί της κυβέρνησης περιλαμβάνουν την έκδοση ομολόγου στις τράπεζες έναντι των προβληματικών δανείων που θα παραχωρηθούν στον κρατικό φορέα που θα δημιουργηθεί.  Στο κάδρο των κυβερνητικών σχεδιασμών είναι και η πληρωμή της δόσης των δανείων από τους φορολογούμενους.

Από κυβερνητικές πηγές διαρρέει ότι ο προγραμματισμός απευθύνεται σε φυσικά πρόσωπα από ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού που έχουν προβληματικά δάνεια με εξασφάλιση την πρώτη κατοικία.  Σταδιακά φαίνεται να διευρύνεται όμως ο κατάλογος για να συμπεριληφθούν και άλλες ομάδες, όπως επιχειρηματίες που έχουν δάνεια με εξασφάλιση την επαγγελματική τους στέγη.

Αν και το μέγεθος της στήριξης δεν έχει ακόμα αποφασιστεί, τη Δευτέρα η StockWatch έγραψε ότι το ποσό των δανείων που θα καλύπτονται από το κυβερνητικό σχέδιο φτάνει το €1 δισ.

Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί έχουν θορυβήσει την οικονομική κοινότητα καθώς συνεπάγονται δημοσιονομικό βάρος. 

Θα πληρώσει ο φορολογούμενος

«Εάν το κράτος έχει περιθώριο να χρεωθεί ακόμη €1 δισ. για να στηρίξει το πρόγραμμα, θα μπορούσε κάποιος να πει ότι είναι καλή ιδέα», αναφέρει ο καθηγητής χρηματοοικονομικών στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, Σταύρος Ζένιος, αναφερόμενος στα ποσά που έχουν δημοσιευτεί.

Ωστόσο, προσθέτει, «το όλο εγχείρημα εξαρτάται από την τιμή στην οποία θα εξασφαλιστούν τα δάνεια έναντι του €1 δισ. Ο φορολογούμενος θα πρέπει να αποκομίσει κέρδη στο τέλος και οι τράπεζες τις ζημιές.  Και τώρα που έχουν ανακεφαλαιοποιηθεί επαρκώς μπορούν να απορροφήσουν ζημιές».

Οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί προκαλούν όμως και ερωτήματα.

«Αλλά τότε γιατί να αναλάβει η κυβέρνηση τα δάνεια και να μην τα χειριστούν οι τράπεζες. Δεν βλέπω απάντηση και φοβάμαι ότι στο τέλος ο φορολογούμενος θα υποστεί, και πάλι ζημιές. Οι τράπεζες θα επωφεληθούν, τα ΜΕΔ θα παραμείνουν μη εξυπηρετούμενα και το μόνο όφελος θα είναι η δυνατότητα των τραπεζών να δανείζουν και πάλι», τονίζει.

«Αν η κυβέρνηση διαθέτει €1 δισ. ας δει πως να το βάλει στην αγορά με παραγωγικές επενδύσεις, και ταυτόχρονα να δώσει πιο αυστηρά εργαλεία στις τράπεζες για να διαχειριστούν τα ΜΕΔ. Και μην μας διαφεύγει ότι το δημόσιο χρέος της Κύπρου είναι πολύ ψηλό, πλησιάζει 100% το ΑΕΠ και η οικονομία είναι ευάλωτη», υπογραμμίζει.

Δίνουν χρήματα σε δυνητικούς κακοπληρωτές

Ο καθηγητής χρηματοοικονομικών στο Imperial College Business School, Αλέξανδρος Μιχαηλίδης σημειώνει ότι «με επιφύλαξη μέχρι να δούμε το ολοκληρωμένο και κοστολογημένο πρόγραμμα βασισμένο σε δεδομένα, δεν με εντυπωσιάζει εκ πρώτης όψεως το σχέδιο».

Με το φημολογούμενο σχέδιο «το κράτος ουσιαστικά δίνει χρήματα σε δυνητικά στρατηγικούς κακοπληρωτές και θα δώσει και κίνητρα σε αυτούς που πληρώνουν τώρα να σταματήσουν να πληρώνουν τις δόσεις τους», τονίζει.

Σύμφωνα με τον κ. Μιχαηλίδη, το κράτος είναι ήδη υπερχρεωμένο, ο ιδιωτικός τομέας το ίδιο και μια κακή χρονιά στον τουρισμό θα φέρει την τρόικα αναγκαστικά πίσω στην Κύπρο.

Μερικές λύσεις, σημειώνει, είναι απλές και η αδυναμία του πολιτικού συστήματος στο σύνολο του να τις αντιμετωπίσει απλώς μεταφέρει και διογκώνει τα προβλήματα στο μέλλον.

«Είναι βασική θέση ότι τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις που αποδειγμένα δεν πληρώνουν τις δόσεις τους στρατηγικά θα πρέπει με συνοπτικές διαδικασίες να μετακομίσουν σε μικρότερα σπίτια ή διαμερίσματα και να κηρύξουν πτώχευση, αντίστοιχα. Η διαιώνιση των προβλημάτων λόγω αδυναμίας εφαρμογής των νόμων δεν θα βοηθήσει καθόλου την οικονομία», επισημαίνει.

Πιο εφικτό το σχέδιο σήμερα

Ο αναπληρωτής καθηγητής χρηματοικονομικών στο CIIM, Γιώργος Θεοχαρίδης, αναφέρει ότι αν γίνει με τα σωστά και αυστηρά κριτήρια, το πρόγραμμα μπορεί να βοηθήσει νοικοκυριά και τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις που αδυνατούν να αποπληρώσουν τα χρέη τους (σαν ένα κοινωφελές έργο, αποφεύγοντας τις εκποιήσεις), αλλά και τις ίδιες τις τράπεζες αφού θα βελτιωθεί ο ισολογισμός τους.

Επίσης, προσθέτει, τα τελευταία χρόνια οι τράπεζες αύξησαν τις προβλέψεις τους μέχρι και 50%, ώστε η υλοποίηση αυτών των σχεδιασμών είναι τώρα πιο εφικτή. 

Παρά τα πλεονεκτήματα του προγράμματος, ο κ. Θεοχαρίδης σημειώνει ότι υπάρχουν και μειονεκτήματα όπως η αρνητική επίπτωση στα δημοσιονομικά του κράτους και στο δημόσιο χρέος αλλά και ο ηθικός κίνδυνος που μπορεί να δημιουργηθεί στην αγορά.

Επίσης υπάρχουν και νομικά θέματα αφού υπάρχει και πρόσφατη ευρωπαϊκή οδηγία ώστε τα κράτη να μην μπορούν πλέον να χρηματοδοτούν προβληματικά τραπεζικά ιδρύματα. 

Σύμφωνα με τον κ. Θεοχαρίδη, η έκδοση ομολόγων με κρατική εγγύηση έναντι των προβληματικών δανείων είναι τρόπος που χρησιμοποιήθηκε και σε άλλες χώρες που δημιούργησαν τέτοιο φορέα (ΝΑΜΑ στην Ιρλανδία και SAREB στην Ισπανία).

«Τα δάνεια θα πρέπει να μεταφερθούν στην τωρινή, ‘εύλογη’ αξία τους. Μ' αυτό τον τρόπο το ρίσκο μεταφέρεται από τις τράπεζες στον φορέα και αυτός ο φορέας θα έχει ένα μακροχρόνιο ορίζοντα να διαχειριστεί αυτά τα προβληματικά δάνεια. Δεν διαγράφονται τα δάνεια, απλά μεταφέρεται το ρίσκο και γίνεται διαφορετική διαχείριση απ' αυτόν τον φορέα», εξηγεί.

Αν και ανάλογοι σχεδιασμοί έχουν γίνει και αλλού, κάποιοι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι οι συγκρίσεις με άλλες περιπτώσεις δεν είναι δόκιμες.

Σύμφωνα με τον κ. Ζένιο, η σύγκριση με την Ιρλανδία είναι ατυχής γιατί εκεί το μοντέλο δούλεψε αλλά το είχαν εισαγάγει το 2009 «πριν ακόμη η Ιρλανδία μπει σε μνημόνιο, όχι μετά που βγήκαν».

Της Γεωργίας Χαννή