You are here

ΕΥ: Στρεβλώσεις και υπόσκαψη ανεξαρτησίας

18/05/2023 10:34

Στην επιτακτική ανάγκη να υπάρξει διαχωρισμός του εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα και άρση του ανέλεγκτου των εξουσιών του ως δημόσιου κατήγορου, αναφέρεται σε ανακοίνωσή της η ελεγκτική υπηρεσία.

Σε σχέση με το νομοσχέδιο το οποίο αφορά τη λεγόμενη αυτονόμηση της Νομικής Υπηρεσίας, η Ελεγκτική Υπηρεσία σημειώνει ότι το Σύνταγμα προβλέπει στο άρθρο 112 ότι «η νομική υπηρεσία της Δημοκρατίας είναι ανεξάρτητος υπηρεσία μη υπαγομένη εις οιονδήποτε υπουργείον» και στο άρθρο 115 ότι «η ελεγκτική υπηρεσία της Δημοκρατίας είναι ανεξάρτητος υπηρεσία της Δημοκρατίας μη υπαγομένη εις οιονδήποτε υπουργείον.»

Παραταύτα, προσθέτει, και ενώ η ανεξαρτησία κάθε Ελεγκτικής Υπηρεσίας θεωρείται διεθνώς η πεμπτουσία της αποτελεσματικής λειτουργίας της, «θεωρούμε αδιανόητο να μπορεί ο Γενικός Ελεγκτής με το Βοηθό Γενικού Ελεγκτή και τρεις Διευθυντές να διορίζει όλο το προσωπικό της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, περιλαμβανομένων των Διευθυντών, δηλαδή οι Διευθυντές να διορίζουν τους ομοβάθμιούς τους».

«Γενικά, θεωρούμε ως σαφή υπόσκαψη της προσπάθειας για εμπέδωση της αξιοκρατίας, να συγκεντρώνεται τέτοια εξουσία διορισμών, προαγωγών και πειθαρχικού ελέγχου σε δύο ουσιαστικά πρόσωπα. Τέτοιες εξουσίες μπορεί να παραμένουν εντός μίας Υπηρεσίας μόνο αν αυτή διοικείται από συλλογικό όργανο που είναι διαφορετικό από το όργανο που είναι επιφορτισμένο με τη διεύθυνση του οργανισμού», τονίζει.

Σύμφωνα με την ΕΥ, το Σύνταγμα καθορίζει ότι όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι υπόκεινται στην αρμοδιότητα της Επιτροπής Δημοσίας Υπηρεσίας (ΕΔΥ). Μόνη ξεχωριστή κατηγορία είναι οι δικαστές.

Ανεξάρτητη νομική συμβουλή για το ν/σ

«Αντιλαμβανόμαστε ότι θέση της Νομικής Υπηρεσίας είναι ότι με νόμο (αλλά χωρίς τροποποίηση του Συντάγματος) θα μπορεί η Βουλή να χαρακτηρίζει ως ξεχωριστή κατηγορία υπαλλήλων πχ τους υπαλλήλους της Νομικής Υπηρεσίας, αύριο της Ελεγκτικής Υπηρεσίας, της Δικαστικής Υπηρεσίας, της Βουλής, του Γραφείου του Επιτρόπου Διοικήσεως κ.λ.π. και αυτοί να παύουν να υπάγονται στην ΕΔΥ», σημειώνει η ΕΥ.

«Δεδομένου ότι το Σύνταγμα τάσσει το Γενικό Εισαγγελέα ως πρώτη δικλείδα ελέγχου της συνταγματικότητας κάθε νόμου (με τον νομοτεχνικό έλεγχο που διενεργεί πριν και μετά την ψήφιση κάθε νόμου), αλλά λαμβάνοντας επίσης υπόψη ότι σε αυτή την περίπτωση ο Γενικός Εισαγγελέας κωλύεται να ασκήσει αντικειμενικά αυτό το ρόλο αφού το νομοσχέδιο επηρεάζει θετικά και ουσιωδώς τις δικές του εξουσίες, είναι εισήγηση μας προς τη Βουλή των Αντιπροσώπων να εξετάσει την αναγκαιότητα λήψης ανεξάρτητης νομικής συμβουλής ως προς τη συνταγματικότητα του νομοσχεδίου, αφού όπως εξηγήθηκε πιο πάνω, ανάλογες πρόνοιες ενδεχομένως στο μέλλον να επηρεάσουν και την Ελεγκτική Υπηρεσία», αναφέρει.

Η ΕΥ υποστηρίζει ότι η ταύτιση στο πρόσωπο του Γενικού Εισαγγελέα των δύο ξεχωριστών ρόλων του νομικού συμβούλου του κράτους και του δημόσιου κατήγορου, όπως και το ανέλεγκτο των εξουσιών του Γενικού Εισαγγελέα, υποσκάπτουν την ανεξαρτησία της Ελεγκτικής Υπηρεσίας ως προς το δικαίωμα της για απρόσκοπτη πρόσβαση στην πληροφόρηση.

Δεν είδε θετικά την αυτονόμηση η GRECO

«Αυτές οι στρεβλώσεις, που όπως αντιλαμβανόμαστε είναι μοναδικές σε ευρωπαϊκό επίπεδο, έχουν αναγνωριστεί και από την Επιτροπή GRECO. Είναι μάλιστα με έκπληξη που ακούσαμε το Γενικό Εισαγγελέα να αναφέρει ότι τούτο αποτελεί μύθο», αναφέρει.

Σύμφωνα με την ΕΥ, η GRECO δεν είδε θετικά την από τότε δρομολογούμενη αυτονόμηση ολόκληρης της Νομικής Υπηρεσίας.

Η GRECO θεωρεί ότι, όσο ο τομέας του δημόσιου κατήγορου είναι αναπόσπαστο μέρος της Νομικής Υπηρεσίας, αυτό δημιουργεί κινδύνους επιρροής.

«Μας προκαλεί έκπληξη η αναφορά του Γενικού Εισαγγελέα, όπως δημοσιοποιείται σήμερα, ότι είναι μύθος πως η επιτροπή GRECO απαιτεί τη δικαιολόγηση αποφάσεων για αναστολή ποινικών διώξεων για λόγους δημοσίου συμφέροντος».

«Η Βουλή των Αντιπροσώπων έχει την απόλυτη εξουσία να ψηφίσει ή να απορρίψει το κατατεθέν νομοσχέδιο. Δική μας υποχρέωση ήταν μόνο να εκφράσουμε τις ανησυχίες μας ώστε οι Βουλευτές να έχουν πλήρη εικόνα όλων των δεδομένων», καταλήγει.