You are here

Καμία διαρροή από υπηρεσιακούς της βουλής για διαβατήρια

16/09/2020 11:36

Στο συμπέρασμα ότι καμία διαρροή δεν έγινε μέχρι το σημείο που το αρχείο της βουλής παρέδιδε έγγραφα σχετικά με τις πολιτογραφήσεις σε βουλευτές, κατέληξε υπηρεσιακή έρευνα την οποία διεξήγαγε η διεύθυνση της βουλής. Ωστόσο αφήνονται αιχμές για κοινοβουλευτικούς συνεργάτες συγκεκριμένου βουλευτή που ζήτησαν πρόσβαση στα έγγραφα κατόπιν οδηγιών.

Σύμφωνα με τον γενικό διευθυντή της βουλής Σωκράτη Σωκράτους, ο οποίος ενημέρωσε για τα αποτελέσματα της υπηρεσιακής έρευνας κατά τη διάρκεια δημοσιογραφικής διάσκεψης στη βουλή, «δεν μπορούν να εξαχθούν οποιαδήποτε ασφαλή συμπεράσματα για διαρροή εγγράφων εκ μέρους βουλευτών» καθώς η έρευνα αφορούσε υπηρεσιακούς παράγοντες.

Στη δημοσιογραφική διάσκεψη συμμετείχαν οι τρεις νομικοί από τους οποίους ζήτησε σχετική γνωμοδότηση η βουλή Ανδρέας Αγγελίδης, Κρίς Τριανταφυλλίδης και Αχιλλέας Αιμιλιανίδης.

Με βάση την ενημέρωση, έξι υπηρεσιακοί παράγοντες είχαν πρόσβαση στο περιεχόμενο των εμπιστευτικών εγγράφων για τις πολιτογραφήσεις που φυλάσσονται σε εμπιστευτικούς φακέλους, οι οποίοι στο τελευταίο στάδιο της διαδικασίας χειρισμού τους, τοποθετούνται στα προσωπικά γραμματοκιβώτια των παραληπτών στη βουλή, τα κλειδιά των οποίων έχουν οι βουλευτές.

Ο κ. Σωκράτους, εξέφρασε τη διαπίστωση ότι οποιαδήποτε διαρροή, «είναι φανερό ότι σημειώθηκε μετά την τελική παράδοση των εγγράφων από το αρχείο στους βουλευτές» και ότι «το Al Jazeera δεν δημοσίευσε μόνο τα έγγραφα όπως κατατίθενται στη βουλή αλλά μετά από δική του έρευνα, έδωσε περισσότερες πληροφορίες».

Αναφορά σε κοινοβουλευτικούς συνεργάτες συγκεκριμένου βουλευτή

Ταυτόχρονα ωστόσο, ο κ. Σωκράτους αναφέρθηκε σε περιπτώσεις κατά τις οποίες, «με ιδιαίτερο ενδιαφέρον και επανειλημμένα, δύο συγκεκριμένοι κοινοβουλευτικοί συνεργάτες, επικαλούμενοι οδηγίες συγκεκριμένου βουλευτή παραλήπτη, ζήτησαν να διαπιστώσουν κατά πόσο κάποια ονόματα αλλοδαπών περιλαμβάνονταν στα έγγραφα τα οποία απέστελλε το υπουργείο εσωτερικών στη βουλή».

Η πρόσβαση δόθηκε, χωρίς όμως να τους δοθούν οποιαδήποτε έγγραφα, όπως σημειώθηκε.

Τόσο ο πρόεδρος της βουλής όσο και οι τρεις νομικοί, τόνισαν ότι το εν λόγω στοιχείο από μόνο του δεν αποδεικνύει τίποτα, ωστόσο σε συνδυασμό με άλλα δεδομένα, ίσως αποτελέσει στοιχείο για την αστυνομία.

Ο κ. Τριανταφυλλίδης υπέδειξε ότι στο παρόν στάδιο τα ονόματα τόσο των κοινοβουλευτικών συνεργατών, όσο και του βουλευτή αποτελούν προσωπικά δεδομένα.

Πλαίσιο για τη σωστή διαδικασία έρευνας η γνωμοδότηση των νομικών

Κατά τη διάσκεψη, ο κ. Αγγελίδης σημείωσε ότι η ενέργεια, δηλαδή το γραπτό διάβημα της αστυνομίας προς τον γδ της βουλής, αποτελούσε έναρξη ανάκρισης ενδεχόμενου ποινικού αδικήματος και επομένως, έπρεπε να εφαρμοστεί η διαδικασία που προβλέπεται από το Σύνταγμα, με διάβημα προς τον γενικό εισαγγελέα.

Ο κ. Τριανταφυλλίδης επεσήμανε ότι με την άποψη τους οι νομικοί αυτό που υποδεικνύουν είναι το πώς μπορεί να γίνει σωστά η διαδικασία της ανάκρισης, εάν κριθεί αναγκαίο, ώστε να μην καταλήξει σε νομικό αδιέξοδο.

Ο κ. Αιμιλιανίδης ξεκαθάρισε ότι σκοπός της γνωμοδότησης και των επισημάνσεών των νομικών, δεν είναι να εμποδιστεί η δουλειά της αστυνομίας, αλλά να τεθεί το πλαίσιο στο οποίο η αστυνομία χωρίς να προσβάλλει την ανεξαρτησία του θεσμού της βουλής, θα μπορεί να ενεργεί για να γίνεται σωστά ένα τέτοιο έργο τόσο τυπικά, όσο και λειτουργικά.

Οι τρεις νομικοί εξήγησαν ότι η όποια έρευνα της αστυνομίας θα πρέπει να γίνει με τη σωστή διαδικασία που προβλέπει ο νόμος, για να μπορεί να αντέξει ενώπιον δικαστηρίου, υποδεικνύοντας ότι η αστυνομία θα πρέπει να αποταθεί στο Ανώτατο Δικαστήριο για να εξασφαλίσει άδεια για τη διενέργεια ανακριτικών πράξεων. Σε αυτό θα πρέπει να συναινέσει η βουλή ώστε να εκδοθεί διάταγμα άρσης ασυλίας και να προχωρήσει το ανακριτικό έργο. Εάν δεν υπάρξει συναίνεση την τελική απόφαση λαμβάνει το Ανώτατο Δικαστήριο.

Πάντως ο κ. Αιμιλιανίδης τόνισε πως θα πρέπει να ληφθεί σοβαρά υπόψη πως το εν λόγω ζήτημα είναι διαφορετικό από προηγούμενες περιπτώσεις άρσης ασυλίας που δεν αφορούσαν κοινοβουλευτικά θέματα. Λόγω του ότι το ζήτημα είναι πολιτικό, το ανώτατο ενδέχεται να μην δώσει τέτοια άδεια, σημείωσε.

Δεν δίνει πρόσβαση η βουλή

Απαντώντας ερωτήσεις δημοσιογράφων, ο πρόεδρος της βουλής Δημήτρης Συλλούρης κατέστησε σαφές ότι δεν προτίθεται να παραχωρήσει οικειοθελώς πρόσβαση στο χώρο της βουλής προς τις αστυνομικές αρχές για τους σκοπούς των ερευνών, αλλά ούτε και να επεκτείνει την υπηρεσιακή έρευνα ώστε να συμπεριλάβει και βουλευτές.

«Δεν είναι ιδιοκτησία μου η βουλή για να πω αυτόβουλα ‘ελάτε να κάνετε έρευνα’, πρέπει να σέβομαι τους νόμους και το Σύνταγμα και τι σημαίνει βουλή σε μια Δημοκρατία», ανέφερε ο κ. Συλλούρης.

Σε ότι αφορά τις ενέργειες της βουλής προς αποκατάσταση του κύρους της, ο κ. Συλλούρης σημείωσε ότι δημοσιοποιήθηκε η γνωμοδότηση των τριών νομικών και το αποτέλεσμα της υπηρεσιακής έρευνας, υποδεικνύοντας ότι από εκεί και πέρα ο καθένας μπορεί να προβεί στις δικές του ενέργειες, μιλώντας για τον εαυτό και το κόμμα του.

Παράλληλα, επανέλαβε την πρόθεση του να βοηθήσει στις έρευνες εάν του υποδειχθούν οι ορθοί τρόποι. Σημείωσε εντούτοις, ότι τα επόμενα βήματα θα τα βρει η αστυνομία και η νομική υπηρεσία λαμβάνοντας υπόψη τη γνωμάτευση των νομικών και το Σύνταγμα.

Εξάλλου, ανέφερε ότι οι αστυνομικές αρχές δεν έχουν προσεγγίσει εκ νέου τη βουλή, μετά την διαβίβαση της γνωμοδότησης των τριών νομικών. Εκ μέρους της αστυνομίας, είχε αναφερθεί ότι η γνωμοδότηση θα αποσταλεί στην νομική υπηρεσία για περαιτέρω καθοδήγηση.

Τρία ανοικτά ζητήματα για τη βουλή

Ο κ. Σωκράτους υπέδειξε ότι προκύπτουν ευρύτερα θέματα τα οποία θα πρέπει να αντιμετωπιστούν αποτελεσματικά το συντομότερο.

Αυτά αφορούν τη διαδικασία διαβάθμισης των εγγράφων, που σήμερα αφήνεται στην κρίση του αποστολέα και το κατά πόσο τα έγγραφα που αποστέλλονται για τους σκοπούς του κοινοβουλευτικού έργου θα πρέπει να είναι διαβαθμισμένα και εάν αυτό συνάδει με τις αρχές της διαφάνειας.

Πρόσθεσε, ότι κατά συνέπεια απαιτείται επανεξέταση της νομοθεσίας για να αξιολογηθεί η διαβάθμιση εγγράφων σε σχέση με τους όρους «ζωτικά συμφέροντα» και «σταθερότητα των θεσμών της δημοκρατίας».

Της Μαρίας Χαμπή